Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ «ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ» (ΟΛΜΕ)



Την Τετάρτη, 30/3/2011, ημέρα κατά την οποία χιλιάδες εκπαιδευτικοί απεργούσαν διαμαρτυρόμενοι για τις συνέπειες της πολιτικής του «Μνημονίου», επέλεξε η Υπουργός Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου για να ανακοινώσει τις αλλαγές για το «Νέο Λύκειο».
Κατά πάγια πλέον τακτική, απαξιώθηκαν  πλήρως η ΟΛΜΕ αλλά και τα θεσμοθετημένα όργανα (ΕΣΥΠ,  Παιδαγωγικό Ινστιτούτο) για τα οποία υποτίθεται ότι ενδιαφέρονται. Για μια άλλη φορά ο εκπαιδευτικός κόσμος αιφνιδιάστηκε με τις εξαγγελίες της κ. Υπουργού. Αποδεικνύεται περίτρανα το πώς αντιλαμβάνεται το διάλογο η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Αντί να καταθέσει τις προτάσεις της στο Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας – Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΣΠΔΕ) του ΕΣΥΠ, προκειμένου να καταθέσουν και τις δικές τους απόψεις τα κόμματα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που συμμετέχουν, προτίμησε την αιφνιδιαστική δημοσιοποίηση του «Νέου Λυκείου». Αυτονόητες λοιπόν είναι οι διαμαρτυρίες κομμάτων και συνδικαλιστικών οργανώσεων για την πρακτική που ακολούθησε το Υπουργείο Παιδείας στο ΕΣΥΠ.
Όσο δε αφορά την ουσία των προτάσεων για το «Νέο Λύκειο», επισημαίνουμε ότι οι επιχειρούμενες αλλαγές δεν είναι καθόλου νέες. Με κάποιες διαφοροποιήσεις παραμένει ο διαχωρισμός σε κατευθύνσεις, αντίστοιχες με τις ισχύουσες σήμερα.
Η Υπουργός Παιδείας δεν ανακοίνωσε το σύστημα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με δεδομένη όμως την τοποθέτηση της πολιτικής ηγεσίας για το ζήτημα αυτό στο ΕΣΥΠ, βαδίζουμε σε ένα σύστημα πολλαπλών εξετάσεων. Η πρώτη εξεταστική διαδικασία θα πραγματοποιείται για την εισαγωγή του μαθητή σε σχολή της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η δεύτερη μετά το 1ο έτος για την επιλογή τμήματος. Είναι λοιπόν προφανές ότι όχι μόνο δεν μειώνεται ο εξεταστικός Γολγοθάς των μαθητών αλλά αυξάνεται. Συνακόλουθα, όχι μόνο δεν θα μειωθεί ο αριθμός των μαθητών που θα παρακολουθούν φροντιστήρια, αλλά θα προκύψουν και «Πανεπιστημιακά φροντιστήρια» για να προετοιμάσουν τους φοιτητές του 1ου έτους. Επιπρόσθετα ο συνυπολογισμός της τελικής βαθμολογίας των τριών τάξεων του Λυκείου (ακόμα και με χαμηλό συντελεστή) θα επιτείνει την ανασφάλεια των μαθητών. Επί της ουσίας οι μαθητές καλούνται με το νέο σύστημα να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες ενός εξαντλητικού εξεταστικού  συστήματος.
Αυτό που κυρίως αμφισβητείται και υπονομεύεται με τις νέες εξαγγελίες είναι η γενική μόρφωση, με την έννοια ενός επαρκούς και συνεκτικού σώματος γνώσεων που θα παρέχει στο σύγχρονο πολίτη τη δυνατότητα να κατανοεί την πολυπλοκότητα των προβλημάτων του φυσικού και του κοινωνικού περιβάλλοντος και να αντιμετωπίζει με θετικό τρόπο τις προκλήσεις του σήμερα θεμελιώνοντας την ανακαινιστική δράση του σε υγιείς κοινωνικές αξίες. Το Ενιαίο Λύκειο θεωρίας και πράξης, που ως δομικό πλαίσιο θα μπορούσε να υπηρετήσει αποτελεσματικά ένα τέτοιο στόχο, δεν συζητείται καν από τους αρμόδιους παράγοντες. Το Υπουργείο παιδείας δεν εξετάζει καν με ενιαίο τρόπο το Γενικό με το Επαγγελματικό Λύκειο (θα ακολουθήσει γι αυτό άλλη εξαγγελία μετά το Πάσχα) υποβαθμίζοντας και με αυτό τον τρόπο για ακόμα μια φορά τη σημασία της ΤΕΕ ως δευτερεύουσας.
Η προτεινόμενη δομή του Λυκείου, υπηρετώντας κατά βάση τις απαιτήσεις του συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και όχι την πρωταρχικής σημασίας απαίτηση για επαρκή και συνεκτική γενική μόρφωση-δικαίωμα κάθε παιδιού, θα οδηγήσει τελικά τη διεύρυνση των μορφωτικών ανισοτήτων σε βάρος των πιο αδικημένων.
Η εισαγωγή του 3ωρου μαθήματος της ερευνητικής εργασίας, παρόλο που κάτω από προϋποθέσεις όπως η λειτουργία σχολικών βιβλιοθηκών, εργαστηρίων, πρόσβαση στο διαδίκτυο και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, θα μπορούσε να έχει θετικό ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία θεωρούμε ότι μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπειες. Με δεδομένο ότι σύμφωνα με τις δηλώσεις της Υπουργού οι βαθμοί των εργασιών θα συνυπολογίζονται στην διαδικασία εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, πιθανόν να οδηγήσει σε «βιομηχανία» παραγωγής εργασιών.
Το βασικό αίτημα της Ομοσπονδίας μας για 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση παραπέμπεται στις καλένδες.
Τέλος, καμιά σοβαρή αλλαγή στην εκπαίδευση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την αναγκαία αύξηση των δαπανών για την παιδεία και την ουσιαστική πολύπλευρη στήριξη των εκπαιδευτικών.Και τα δύο αυτά στοιχεία έχουν όμως θυσιαστεί στην πολιτική του μνημονίου που επιδιώκει το φτηνό και ιδιωτικοποιημένο σχολείο.