Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

Θα μας λύσει τα προβλήματα η επιμήκυνση;

Του Γιώργου Καισάριου

Πολλά ακούγονται αυτές τις μέρες για το ότι η τρόικα θα μας κάνει τη χάρη (και πράγματι χάρη θα είναι) να μας επιμηκύνει το χρόνο αποπληρωμής των δανείων που έχουμε πάρει και θα πάρουμε στο μέλλον.

Η πολιτική ηγεσία καθώς και ένα μεγάλο μέρος της αγοράς θεωρούν αναγκαία αυτή την επιμήκυνση, προκειμένου να μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα. Μάλιστα, υπάρχει η αίσθηση ότι η επιτυχία του ελληνικού εγχειρήματος (έως ένα βαθμό) εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από αυτή την επιμήκυνση και τίποτα άλλο.

Έχω νέα για όσους ανησυχούν. Η επιμήκυνση θα γίνει, διότι απλά δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Πιάσουμε δεν πιάσουμε τους στόχους του προγράμματος του μνημονίου, η επιμήκυνση θα γίνει, διότι διαφορετικά θα οδηγηθούμε σε διαφορετικές καταστάσεις.

Το ερώτημα όμως είναι το εξής. Θα μας σώσει η όποια επιμήκυνση;

Ας πούμε για χάρη της κουβέντας ότι έχουμε ένα δάνειο 350.000 ευρώ. Ας πούμε ότι αυτό το δάνειο το έχουμε πάρει με τόκο 5%. Τώρα ας υποθέσουμε ότι αυτό το δάνειο θα το αποπληρώσουμε σε 12 μήνες από τη στιγμή που μας το χορήγησε η τράπεζα, χωρίς να κάνουμε στο ενδιάμεσο πληρωμές.

Ερώτημα: πόσο θα είναι ο τόκος;
Η απάντηση είναι ότι θα είναι 5% του κεφαλαίου, ή, στην προκειμένη περίπτωση 17.500 ευρώ.

Τώρα ας υποθέσουμε ότι το ίδιο δάνειο έχει διάρκεια ζωής 30 ετών με τον ίδιο τόκο. Επίσης ας υποθέσουμε ότι θα πληρώνουμε μόνο τον τόκο και μηδέν κεφάλαιο και θα αποπληρώσουμε το σύνολο του δανείου ολοσχερώς στο τέλος των 30 ετών. Ερώτημα, πόσος θα είναι ο ετήσιος τόκος που θα καταβάλουμε;

Η απάντηση είναι πάλι το 5% του κεφαλαίου, η 17.500 ευρώ το χρόνο, για τα επόμενα 30 χρόνια.

Με λίγα λόγια, άσχετα από τη διάρκεια του δανείου, ο τόκος που θα κληθούμε να καταβάλουμε (χωρίς να κάνουμε στο ενδιάμεσο πληρωμές κεφαλαίου) θα είναι πάνω κάτω ο ίδιος.

Το πρόβλημα της Ελλάδος όμως δεν είναι μόνο θέμα αναχρηματοδότησης παλαιοτέρων εκδόσεων που λήγουν ή που θα λήξουν. Το πρόβλημα της Ελλάδος (μεταξύ άλλων) είναι και το κόστος των τόκων. Το 2010 το χρέος μας, λένε ότι, θα διαμορφωθεί στο 142% του ΑΕΠ. Το 2011 στο 153%  και το 2012 κοντά στο 160% του ΑΕΠ. Δεν θέλω καν να σκεφτώ το 2013. Το δε 2010 καταβάλαμε €13 δισ. σε τόκους και ο προϋπολογισμός για το 2011 λέει ότι θα δαπανήσουμε €16 δισ. Οι εκτιμήσεις είναι ότι στα επόμενα 3 χρόνια το κόστος των τόκων θα είναι κοντά στα €20 δισ. ετησίως.

Το ερώτημα λοιπόν είναι το εξής: μπορούμε να αντεπεξέλθουμε στους τόκους που απαιτούνται να πληρωθούν από τον προϋπολογισμό και να συνεχίσουμε να είμαστε βιώσιμοι; Μπορούμε άραγε να έχουμε πρωτογενές πλεονάσματα τέτοια, που να υπερκαλύπτουμε το κόστος των τόκων,  έτσι ώστε μετά το 2014 σταδιακά να μειωθεί το χρέος; Λαμβάνοντας υπόψη πόσες χώρες στον κόσμο έχουν ένα τόσο μεγάλο χρέος και είναι ακόμα όρθιες (πλην της Ιαπωνία για ειδικούς λόγους), η απάντηση μάλλον είναι κατηγορηματικά αρνητική.

Καμία χώρα στην ιστορία της ανθρωπότητας -πλην της Αγγλίας μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όπου το χρέος έφτασε το 150% του ΑΕΠ- δεν έφτασε στα επίπεδα χρέους της Ελλάδος και κατάφερε να ανακάμψει. Οι συνθήκες όμως τότε, που βοήθησαν την Αγγλία να τα καταφέρει ήταν ιδανικές. Μεταξύ άλλων, το pent up demand μετά τον πόλεμο, η πληθυσμιακή αύξηση και πάνω από όλα ο υψηλός πληθωρισμός μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ΄80, βοήθησαν αφάνταστα στο να συρρικνωθεί το χρέος της Αγγλίας.

Στην περίπτωση της Ελλάδος δεν έχουμε τίποτα από όλα αυτά. Δεν έχει νόημα να κάνω αναφορά στην αναποτελεσματική οικονομία, σπάταλο κράτος και το ότι είμαστε ουραγός ανταγωνιστικότητα κτλ κτλ κτλ κτλ...

Ναι μεν η επιμήκυνση θα μας βοηθήσει, αλλά μόνο όσο αναφορά τις αναχρηματοδοτήσεις των δανείων που λήγουν (είτε είναι της τρόικας είτε όχι). Το αγκάθι όμως είναι οι τόκοι που θα πρέπει να καταβάλλονται κάθε χρόνο. Εδώ όμως όλοι κάνουν την πάπια, διότι θέλουν να μας πείσουν ότι το πρόβλημα είναι η επιμήκυνση των δανείων, ενώ στην πραγματικότητα είναι το βάρος των τόκων που θα πρέπει να σηκώσει ο προϋπολογισμός. Και με εξαίρεση να γίνει κάποιο θαύμα και να αναπτυσσόμαστε με 6-7% τα επόμενα χρόνια, αυτό το βάρος θα αποδειχτεί πολύ μεγάλο για τις δυνατότητες μας.


Πηγή:www.capital.gr