Σάββατο 11 Μαΐου 2013

ΜΑΝΑ



Όλες μου οι μνήμες αρχίζουν από σένα…Κι όλες σ’ εσένα καταλήγουν! Το πρώτο μου κύτταρο μες το δικό σου, ο πρώτος μου παλμός, του δικού σου παλμού αντίλαλος, η πρώτη μου γωνιά μες τη δική σου ασφάλεια, οι πρώτες μου εικόνες το περίβλημα της στοργής σου…
Μου έφτιαξες μια θάλασσα αγάπης για να κολυμπώ, απέραντη και ασφαλή, αποκλειστική κι αιώνια, μόνο για μένα, για να μάθω να πλέω, να βουλιάζω, ν’ αναδύομαι και πάλι να κολυμπώ, και τίποτα να μη φοβάμαι μες το δικό σου σώμα…Με κράταγες γερά μ’ ένα δεσμό, που ήταν δέσιμο και δόσιμο, δωρεά και δώρο, μ’ ένα λώρο που φτάνει στην αιωνιότητα και χάνεται στο άπειρο μονοπάτι της μνήμης, που θαρρείς κι αγκαλιάζει το σύμπαν…
Ναι!!! Η μήτρα σου ήταν σύμπαν ολόκληρο, ένα σύστημα με κέντρο εμένα! Εκεί τα γνώρισα όλα, εκεί μου τα 'μαθες όλα, κι ό,τι μετά νόμιζα πως ανακάλυπτα στη ζωή, ήταν μονάχα αναμνήσεις… μαμά μου!
Ο πρώτος μου τρόμος ήταν ο κόσμος, η πρώτη ανάσα, το φως το κοσμικό…όμως και πάλι εσύ ήσουν εκεί …Βρισκόμουν μέσα σου και έξω σου ταυτόχρονα, και ήσουν ξανά ο κόσμος μου…Η ανάσα σου ήταν εκεί για να σκορπίζει και να διαλύει ό,τι φοβόμουν…τα μάτια σου γίνονταν ήλιοι για να φωτίζουν το άγνωστο που γνώριζα…Κάθε χάδι σου ένα μάθημα ζωής, κάθε σου γέλιο τραγούδι και ύμνος, κάθε σου αναπνοή το πάπλωμα που σκέπαζε τα όνειρά μου, κάθε σου αγωνία κραυγή που γινόταν σεισμός απ’ τα σωθικά της γης για να φτάσει στο Θεό, κάθε τι δικό σου μοναδικό για μένα, μα και ταυτόχρονα παγκόσμιο, άχρονο, ατέλειωτο, αστείρευτο!
Τίποτα δεν τέλειωνε ποτέ σε σένα. Περιβεβλημένη με μια μαγεία, όσο έδινες τόσο γέμιζες…Κι όσο μεγάλωνα, περισσότερο μεγάλωνες, κι όταν χαιρόμουν σ’ έβλεπα να γίνεσαι ένας κόσμος απέραντος που χωρούσε όλες τις χαρές, όταν λυπόμουν γινόσουν μια σκοτεινή δίνη για ρουφήξεις τη λύπη μου, κι όταν πονούσα θεριό ανήμερο για να κατασπαράξεις τον πόνο μου…
Πώς τα κατάφερνες…πάντα αναρωτιόμουν…Πώς κατάφερνες να χωρέσεις τόσες δυνάμεις σ’ αυτό το πρόσωπο φεγγάρι, σ’ αυτή την αγκαλιά τη γεμάτη μυρωδιές, πώς αυτά τα ζεστά σου χέρια έσκιζαν πέτρες και σίδερα και πάντα ήταν απαλά για να κουρνιάζω… πάντα απορούσα … μανούλα μου!
Απαντήσεις ποτέ δεν πήρα – ίσως γιατί δεν υπάρχουν! Δεν υπάρχουν στα όρια της λογικής, του χρόνου, της συνείδησης…Όλες όμως βρίσκονται θαρρώ εκεί βαθιά μέσα μου, και περιβάλλουν το πρωτόπλαστο κύτταρό μου, τον πρώτο μου παλμό δικού σου παλμού αντίλαλος, το πρώτο μου άγγιγμα, το πρώτο μου γέλιο, το πρώτο μου κλάμα, τον πρώτο μου φόβο, την πρώτη μου παρηγοριά…Όλα δικά σου, μα και απόλυτα δικά μου.
Με τη σοφία αυτού που φυλάει το μυστικό του κόσμου, τη δύναμη αυτού που συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις σ’ έναν ομφαλό, την απλοχεριά αυτού που κρατάει ζωή και σύμπαν σε δυο χέρια, έφτιαχνες περίτεχνα τα φτερά μου, διαλέγοντας τα καλύτερα υλικά, μαθαίνοντας τις ασφαλέστερες τεχνικές, με μόνο λεξικό και οδηγό την πιο απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη και αδιαμφισβήτητη δύναμη, της αγάπης σου για μένα.
Σκέπασες γκρεμούς, κάλυψες φαράγγια, έσκισες βουνά για να μπορώ να πετάω με ασφάλεια. Και έμαθα να πετάω και ν’ ακουμπάω άφοβα τον ήλιο… Σ’ ευχαριστώ που ποτέ δεν έβαλες κερί για να κολλήσεις τα φτερά μου, σ’ ευχαριστώ που όμως ανάβεις κάθε μέρα ένα κερί για μένα! Σ’ ευχαριστώ που μ’ άφησες να ταξιδεύω στον κόσμο και στους γαλαξίες και μαζί να θυμάμαι τη ζεστασιά από το δικό σου σύμπαν! Σ’ ευχαριστώ που άντεξα να σ’ έχω μακριά μου, μα πάντα να σε κουβαλάω μέσα μου, δύναμη κι αδυναμία μου, πέρα από χρόνο και χώρο, δίχως να με τρομάζει ζωή και θάνατος, αιώνια μνήμη κι αλήθεια μου … αιώνια… ΜΑΝΑ ΜΟΥ!!!
Ειρήνη Λαρδούτσου – Κούρτη
Εκπαιδευτικός
Ιούλιος 2004