Μετά από πέντε χρόνια και πέντε πακέτα διάσωσης, η Ελλάδα συνεχίζει να ζει το μαρτύριό της, χωρίς να έχει πάνω πλέον στραμμένα τα φώτα της δημοσιότητας, υποστηρίζουν οι «Financial Times».
Το τίμημα είναι τεράστιο. Μπορεί η τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το πρόγραμμα προσαρμογής να εμφανίζει κάποιες αχτίδες αισιοδοξίας, να έχει κλείσει τα δύο τρίτα από το κενό ανταγωνιστικότητας ή να ολοκληρώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όμως το ΑΕΠ έχει υποχωρήσει περισσότερο από 20%. Το κόστος ανά μονάδα εργασίας έχει μειωθεί μέσω των περικοπών στους μισθούς -κατ' επέκταση και στο επίπεδο ζωής- και όχι μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας. Το κοινωνικό κόστος είναι ανυπολόγιστο και οι συνέπειες θα είναι μακροχρόνιες, τονίζει η οικονομική εφημερίδα.
«Δεν υπήρχε τρόπος να συνεχίσει η Ελλάδα να καταναλώνει πέρα από τις δυνάμεις της. Όπως σημειώνει το ΔΝΤ, χωρίς τα μισητά δάνεια διάσωσης, η προσαρμογή θα ήταν ακόμα πιο ριζική - περισσότερες απότομες περικοπές ή το χάος μιας ανεξέλεγκτης εξόδου από το ευρώ.»
«Το πολύ δυσχερές σημείο εκκίνησης, όμως, δεν απέκλειε ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Η ευρωζώνη θα μπορούσε να είχε αποδεχτεί νωρίτερα ένα μεγαλύτερο κούρεμα στον ιδιωτικό τομέα. Και οι επιλογές της Αθήνας έφεραν περισσότερο πόνο από ό,τι χρειαζόταν».
Το ευτυχές τέλος δεν έχει διαφανεί ακόμα για το ελληνικό δράμα. Η μόνη φωτεινή πλευρά στην υπόθεση, σύμφωνα με την εφημερίδα, είναι ότι η Ελλάδα έχει πολλές ευκαιρίες για ανάπτυξη, οι οποίες όμως θα έρθουν μόνο με πολιτική αναμόρφωση. «Η ευρωζώνη και οι καθημερινοί Έλληνες έχουν κοινό συμφέρον να κόψουν τα δεσμά μεταξύ διαπλεκομένων και κράτους», καταλήγει.