Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Το Εθνικό μας χρώμα είναι το γκρίζο πια..

..
Πώς είναι αλήθεια να ζει κανείς σ´ ένα τόπο που δεν ξημερώνει, αλλά και δεν νυχτώνει ποτέ;
Πώς είναι να ζει κανείς σε ένα τόπο όπου το λυκόφως διαδέχεται το λυκαυγές, αλλά ποτέ η νύχτα τη μέρα;
Να αναπνέει, να τρέφεται, να συναναστρέφεται, να χαίρεται, να λυπάται, να αγαπάει, να μισεί, να ερωτεύεται, να πενθεί. 
Να έχει όλες τις αισθήσεις του σε πλήρη λειτουργία  κανονικά, κανονικότατα… Αλλά να τα κάνει όλα σε ένα πλανήτη που ούτε ο ήλιος, αλλά ούτε κι η σελήνη, δεν εμφανίζονται ποτέ στο στερέωμα ;
Δύο ολόκληρα χρόνια και βάλε, μοιάζει σα να ζούμε σ´ ένα τέτοιο πλανήτη...
Ή μάλλον σε μια τέτοια διάσταση. Λες και είμαστε η κατάληξη μιας κοινωνίας που πέρασε δεκαετίες στο σκοτάδι και, μετά, δεκαετίες στο φως. Και τώρα κινείται μόνο στο  γκρίζο.
Αυτά είναι τα τρίτα «γκρίζα» Χριστούγεννα της σύγχρονης Ελλάδας. Περισσότερο «γκρίζα» από τα περσινά, ακόμη  πιο «γκρίζα» από τα προπέρσινα. Αυτό, όμως, είναι πια και το χρώμα της κοινωνίας μας. Το γκρίζο, το εθνικό μας πλέον, χρώμα.
Λίγο πολύ όλοι μας ξέρουμε τι έφταιξε, όπως λίγο πολύ ο καθένας μας ξέρει πόσο έφταιξε. Οι παλιότεροι όταν ξόρκισαν τα τραύματα της δικής τους γενιάς, θάβοντας το τσεκούρι του πολέμου βαθιά στο χώμα, με «αποζημίωση» την προίκα των παιδιών τους, οι μεταγενέστεροι -η γενιά μου, ας πούμε- όταν κάναμε  χρήση αυτής της …προίκας.
Συνειδητά εδώ και πολλά χρόνια ανοίξαμε το κουτί της Πανδώρας. Συνειδητά, γιατί κατά βάθος ξέραμε πολύ καλά τι θα ξεπηδούσε από κει μέσα. Άλλα ήταν τέτοιες «οι πληγές των προγόνων μας» που, όποιο κακό και αν έβγαινε από το κουτί, δεν ήταν ικανό να μας φοβίσει.
Σπεύδαμε να το ζέψουμε και να το καβαλήσουμε σαν καουμποϋδες στο ροντέο.
Αυθαίρετα σπίτια, θαλασσοδάνεια, πιστωτικές κάρτες, συναλλαγματικές, ρολόγια, ταξίδια, μπουζούκια. Ακόμη και οι σχέσεις και οι συναναστροφές μας ήταν το ίδιο δανεικές, όπως και τα λεφτά που είχαμε στην τσέπη μας και, φυσικά, χωρίς …απόδειξη.
Τα πληρώνουμε τώρα. Και με τι τα πληρώνουμε; Περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, με την καταδίκη μας να μη ζούμε ούτε στο φως ούτε στο σκοτάδι, αλλά κάπου ενδιάμεσα. Στο ατελείωτο γκρίζο…
Σ´ αυτά τα τρίτα «γκρίζα» Χριστούγεννα ας μην ξεχνάμε, τουλάχιστον, ότι ακόμη και από το κουτί της Πανδώρας, αφού ξεπήδησαν όλα τα κακά του κόσμου, στον πάτο ξεχασμένη ξεπρόβαλε δειλά η Ελπίδα.
Ας μην την καβαλήσουμε κι αυτή – και πολύ περισσότερο- ας μην αφήσουμε κανένα «καουμπόϋ» να την καβαλήσει για να την βγάλει εκείνος «καθαρή», ενώ εμείς θα συνεχίζουμε να ζούμε στο ημίφως….