Κυριακή 14 Απριλίου 2013

“Λαός των κρεματορίων»


20130414-011354.jpg
“Λαός των κρεματορίων»
«Παιδί μου, μην κοιμάσαι,
ανατριχίλα μου
κράτα στητά τα μάτια
και μίλα μου» (Από τη «μεγάλη αγρύπνια» αντινανούρισμα του Κ. Γεωργουσόπουλου)
Γράφει ο Αθ. Στρίκος
Και η κυρία μας έστειλε τον Ρεχάγκελ. Τον Όττο. Όπως τότε μετά την επανάσταση του 1821 και τη δολοφονία του Καποδίστρια, του μοναδικού Πρωθυπουργού που ήταν της επιλογής των Ελλήνων, γιατί όλοι οι άλλοι ήσαν της επιλογής των ξένων. [Έναν μάλιστα, 
όταν οι Έλληνες γύριζαν γδυτοί, ξυπόλυτοι, ψειριασμένοι, νηστικοί, ηττημένοι οι νικητές με τα πόδια από την Αλβανία στην Αρκαδία και τη Λακωνία, έναν λέω, τον έκανε πρωθυπουργό ένα μέντιουμ. Για ν’ ακολουθήσει η αναχώρησή τους εν συνεχεία με τα υδροπλάνα, τα σκυλιά και τις υπηρέτριές τους, από τον κόλπο του Σκαραμαγκά και της Ελευσίνας για τη Μέση Ανατολή. Αφήνοντας τους Έλληνες να πεθαίνουν από την πείνα κατά εκατοντάδες χιλιάδες. Ενώ οι ίδιοι περνούσαν, όπως ομολογούν χωρίς να ντρέπονται, θαυμάσια στα πολυτελή ξενοδοχεία του Καΐρου, με τα πιάνα, τους χορούς τους και τις «βραδιές» που οργάνωναν. Ξεφύγαμε όμως]
Λέω λοιπόν πως τότε, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια που έλεγε: «ανατρίχιαζα. Μου έτρεμαν τα γόνατα. Η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου. Μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω. Κι ότι δεν τους απόμειναν παρά εκείνα κι εγώ…». Κι ο Μέττερνιχ να λυσσάει: «Μα δεν βλέπω μπροστά μου Ρώσο διπλωμάτη, Έλληνα βλέπω». Κι ο ίδιος που δεν μπορούσε πουθενά να βρει σκιά στον Καποδίστρια – ενώ τώρα τους κρατάει όλους τους η Μέρκελ με τους καταλόγους της SIEMENS – να ομολογεί: «ο έντιμος άνθρωπος δεν ηττάται ποτέ» (Κολλάτε τα, αν τολμάτε στο κούτελο της Βουλής.)
Πρέπει λοιπόν να δολοφονηθεί. Όπως οι Κέννεντυ, Τζων και Ρόμπερτ, ο Μάρτιν Λούθερ Κίγκ και τόσοι άλλοι, γιατί στις ψυχές τους πυκνώνονται οι ψυχές χιλιάδων κι εκατομμυρίων ανθρώπων. Και μετά μας έστειλαν ένα βασιλιά. Όττο κι αυτός με τους Βαυαρούς τους. Και τώρα η Μέρκελ μας έστειλε, με αποστολή, πρέσβης καλής θελήσεως ένα κλωτσαδόρον. Γιατί λέει «μας λυπάται». Τον Όττο Ρεχάγκελ. Και για την εξομάλυνση των ελληνογερμανικών σχέσεων.
Μα είναι οι άνθρωποι παχύδερμα. Κι ο χρόνος τίποτα δεν τους δίδαξε. (Αλήθεια, πώς μας θεωρούν οι Γερμανοί; Ιθαγενείς που μας μοιράζουν καθρεφτάκια και χαντρούλες;) Χίλιες φορές μας σφάξανε. Ακόμα δεν χορτάσανε, και τώρα μας φτύνουν; Ποίοι; Εκείνοι που μόνοι αυτοί στον κόσμο τον απάνω είχαν κρεματόρια. Κατάδικό τους «δημιούργημα» αυτό. Να κατοχυρώσουν πρέπει την πατέντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον κόσμον όλον. Να τη σιγουρέψουν ώστε στο μέλλον να μην τους την παίρνει κανείς. Κρεματόρια υπό τους ήχους της μουσικής του Μπαχ και του Μπετόβεν. Και τώρα αντί μουσικής Μπαχ, Ρεχάγκελ να θυμίζει στους Έλληνες ήχους και ιαχές τους 2004. (Τελικά οι λέξεις «βάρβαροι», «θηριωδία», «αποκτήνωση» είναι αχαμνές για το λαό των κρεματορίων.
Τι ήσαν τα κρεματόρια γνωρίζετε. Όλοι ξέρουν. Απλώς το επαναλαμβάνω επί τροχάδην για τα νέα παιδιά και γιατί βρισκόμαστε και πάλι «εν όψει». Ύστερα οι καιροί αντιγράφουν αλλήλους. Το ερώτημα είναι μόνον τι σατανική μορφή θα προσλάβουν τώρα.
Η λέξη κρεματόριο λοιπόν είναι από το λατινικό ρήμα cremo = καίω. Κι ήταν ένα χτίσμα με κλίβανο για το κάψιμο των νεκρών. (Ιδού ένας ακόμα σοβαρός λόγος να μη θεσπιστεί ποτέ εδώ το κάψιμο των νεκρών. Εις ανάμνησιν και μόνον των παρακάτω ήτοι των Γερμανικών κρεματορίων).
Αυτό λοιπόν το κρεματόριο πήραν κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο οι Γερμανοί του Γ΄ Ράιχ κι ως δαιμόνιοι στην οργάνωση και τη βιομηχανία, που θαυμάζει ο Στουρνάρας κι όλοι οι εγχώριοι τροϊκανοί, ενώ στην αρχή φτιάξανε πολλούς κλιβάνους κι έκαιγαν τα πτώματα αυτών που πέθαιναν από τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης που είχαν επιβληθεί κι επικρατούσαν στα στρατόπεδα, εν συνεχεία σκέφτηκαν: – Δεν κάνουμε τη δουλειά πιο συστηματική; Δεν βιομηχανοποιούμε το πράμα; Επικερδές θα είναι. Και τώρα και στο μέλλον. Και τώρα μεν θα γλυτώσουμε από την έννοια αυτών των κρατουμένων να τους ταΐζουμε, έστω να μην πεθάνουν, στο άμεσο μέλλον δε αναδεικνύεται η καθαρότητα και ανωτερότητα της δικής μας φυλετικής ομάδας των βορειοευρωπαίων. Δι’ ο και ιδιατέρως τόνιζαν και προπαντός εφήρμοζαν σε μεγάλη έκταση και συστηματικά, τη στείρωση για σκοπούς ρατσιστικούς. Εδώ να ιδείτε ρατσισμός. Όχι στην Ελλάδα που οι Έλληνες δεν υπήρξαν ΠΟΤΕ ρατσιστές. Κι ας θορυβούν απ’ τα μέσα αποβλάκωσης ανιστόρητοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι χρόνια τώρα.
Σοφός ο λόγος. Και «άμ’ έπος άμ’ έργον» (= με το λόγο και η εφαρμογή). Και η «δουλειά» παίρνει γιγαντιαίες διαστάσεις. Βιομηχανοποιείται. Τι σκατά βιομηχανικό κράτος είμαστε και φυλετική ανωτερότητα διαθέτουμε. (Και κανείς μη πει πως ειρωνεύομαι. Απλώς στα τραγικά στέκομαι με πνεύμα σάτιρας. Αλλιώς δεν αντιμετωπίζονται.)
Χτίζονται λοιπόν θάλαμοι δηλητηριωδών αερίων. Τέλειες εγκαταστάσεις. Σωληνώσεις με στόμια αφανή που ξερνάνε θάνατο. (Άλλη βαρειά βιομηχανία η παραγωγή θανατηφόρων αερίων που είχαν επινοήσει από τον πρώτο μεγάλο πόλεμο κι είχαν πλουτιστεί ωστόσο με νέες τοξίνες). Όλα τέλεια μελετημένα και προορισμένα για τη θανάτωση ατέλειωτων σειρών ομήρων που κουβάλαγαν στα στρατόπεδα ατέλειωτοι σιδηροδρομικοί συρμοί: «Αγκομαχάει το μαύρο τραίνο / ομήρους φορτωμένο. / Στο πρώτο το βαγόνι / ο θάνατος σιμώνει», που λέει ο ποιητής.
Κι έγιναν νωρίς αυτά τα κρεματόρια. (Όχι θ’ άφηναν την ευκαιρία να πάει στράφι!) Από τις αρχές κιόλας του 1942. Και παραγωγή, κάψιμο δηλαδή ανθρώπων, δώδεκα χιλιάδων (12.000) – καλά διαβάσατε, ολογράφως κι αριθμητικώς δώδεκα χιλιάδες 12.000 – άνθρωποι την ΗΜΕΡΑ που είχαν ξεψυχήσει απ’ τα δηλητηριώδη αέρια.
Αλλά στην «παραγωγή» πρέπει να υπάρχει πάντα αύξηση για να σταθεί η επιχείρηση. Αποθέωση του προτεσταντικού συστήματος. Έτσι τον Αύγουστο του 1944 είχε διπλασιαστεί κι είχε φτάσει τις 24.000 αποτεφρώσεις ημερησίως. (Μια πόλη κι’ ακόμα, εξαφανιζόταν σε μια μέρα. Άφταιγοι εντελώς! Είπατε τίποτα; Κι ο καθένας απ’ αυτούς ως άνθρωπος να μετράει τουλάχιστον το ίδιο με τον Χίτλερ ή τον Χίμλερ ή την Εύα Μπράουν, τη Μέρκελ και το Σόϊμπλε). Περισσότεροι δε από 100, κρατούμενοι φυσικά, είχαν επιφορτιστεί να ταΐζουν (= τροφοδοτούν) τους φούρνους (= κρεματόρια), με τι άλλο; Με πτώματα από τους θαλάμους των αερίων. Και βέβαια προηγουμένως με Διαταγή των Γερμανών κι επί ποινή θανάτου αφαιρούσαν από τους νεκρούς ό,τι πολύτιμο. Βέρες, δαχτυλίδια, δόντια χρυσά κ.ά., τα οποία φυσικά παρέδιδαν στους Γερμανούς. Τόση μάλιστα ήταν η οργή και η αγανάκτηση αυτού του σώματος που το φθινόπωρο του 1944 κατέστρεψαν ένα φούρνο. Φυσικά εφονεύθησαν αμέσως όλοι.
Εδώ σταματώ. Δεν προσθέτω λεπτομέρειες και δεν δραματοποιώ. Ούτε αναφέρω μαρτυρίες και μαρτύρια εκείνων που έζησαν εκεί π.χ. απ’ τον Ιάκωβο Καμπανέλη. Ούτε φορτίζω το θέμα συναισθηματικά. Απλώς λέω ότι τα κέντρα εξοντώσεως ανθρώπων (κρεματόρια) είναι Γερμανική αποκλειστικότητα. Κι ας φροντίσουν να την κατοχυρώσουν, όπως εμείς τη φέτα κι οι Τούρκοι τον Καραγκιόζη.
Έτσι τα κρεματόρια ανήκουν στους Γερμανούς. Αλλά και να μην τα κατοχυρώσουν πάλι δικά τους θάναι. Αποκλείεται μελλοντικά κάποιος άλλος να τους μιμηθεί. Μόνον οι ίδιοι μπορούν να επαναλάβουν τέτοιον άθλον. Και ήδη βρισκόμαστε προ των συγχρόνων κρεματορίων του Δ΄ Ράϊχ, μετά την μετάλλαξη της Ευρώπης και τον επιβληθέντα ολοκληρωτισμόν.
Ποιος αμφιβάλλει ότι η πατρίδα μας βρίσκεται υπό κατοχή; Ότι στόχος των Γερμανών είναι ό,τι πολύτιμο της κάθε χώρας στην Ευρώπη, κι αυτό επιτυγχάνεται μέσω της εξαθλίωσης των χωρών, στην πρώτη γραμμή των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος, που έχασε τα πάντα μέσα σε μια μόνο ημέρα με απόφαση του Γούρνογκρουπ ήτοι του ομίλου των γουρουνιών; Σε καταλήστεψη ολόκληρων λαών με τον πλέον ωμό τρόπο. Σε ομαδική παραγωγή δούλων, και οι ιστορικότεροι λαοί υποχρεώνονται στον δια λιμοκτονίας και δι’ ασφυξίας θάνατον. Κι όλα έχουν την αφετηρία τους στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, για να φτάσουμε στα άλλα αέρια τα δηλητηριώδη και θανατηφόρα με συμμετοχή στο «παιχνίδι», της Τουρκίας – εγκρίσει Σόϊμπλε ομιλήσαντος περί «δικαίων αξιώσεών της» και της ίδιας ότι «τα κέρδη απ’ το φυσικό αέριο δεν είναι δικά της» (της Κύπρου). Του Σαμαρά με τους «ευρωπαϊκούς υδρογονάνθρακες» προηγηθέντος. (Άραγε οι Γερμανικοί και Βελγικοί γαιάνθρακες είναι και ελληνικοί;)
Και θα μείνουν στην Ιστορία ως λαός των κρεματορίων. Μόνοι αυτοί απ’ όλους. Και τους περιμένει βαριά τιμωρία. Διότι διέπραξαν την ύβρη των ύβρεων. Πίστεψαν ότι μπορούν να υποκαταστήσουν και το Θεό.
Μίλησαν για υπεροχή της δικής τους άριας φυλής. Κι απ’ αυτή τη μεγαλαυχία απέναντι του πλάσματος του Θεού που λέγεται άνθρωπος διακατέχονται και σήμερα. Και μολονότι μεγάλα πνεύματα (Νίτσε, Χέγκελ, Σέλινγκ, κ.ά) μίλησαν για την ύβρη, δεν άκουσαν. Έτσι και η τιμωρία τους θά ‘χει μοναδικότητα. Διότι «τολμούν τα δεινότατα» (= διαπράττουν τα τερατωδέστερα), όπως λέει ο Θουκυδίδης. Καταχρώμενοι ό,τι οι θεοί επιτρέπουν, στέλνουν στους λαούς συμφορές. Σκληρά επομένως επικρεμά γι’ αυτούς η Νέμεσις αμοιβήν.