Ζένια Λασιθίου ... αν μπορούσατε να κοιτάξετε στην φωτεινή, ίδια με φάτνη χριστουγεννιάτικου δέντρου, καμαρούλα, θα αντικρίζατε αγκαλιασμένους εκείνη την βαρυχείμωνη, χριστουγεννιάτικη νύχτα δίπλα στην ξυλόσομπα τον 107χρονο Μπροκομανώλη και την εκατοχρονίτισσα κυρά του Έλενα. Σαν πολύτιμο φυλαχτό κρατούσαμε αυτή την εικόνα για να τους ευχηθούμε σήμερα, ανήμερα της γιορτής του κυρ Μανώλη, να τα χιλιάσουν ... μα ο άτιμος ο χρόνος μας πρόλαβε ... αγκαλιασμένοι φύγανε κι οι δυο τους πριν δυο μήνες, αγκαλια στην ζωή, αγκαλιά και στον θάνατο ... Ευχή μας να βιώσει όλος ο κόσμος τα χρόνια τους και κυρίως την αγάπη που έθρεφαν μέχρι τέλους ο ένας για τον άλλο ...
"Τι είναι η αγάπη;
Δεν είναι συμπόνια μήτε καλοσύνη.
Στη συμπόνια είναι δύο, αυτός που πονάει κι αυτός που συμπονάει.
Στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει κι αυτός που δέχεται.
Μα στην αγάπη είναι ένας.
Σμίγουν οι δύο και γίνονται ένα.
Δεν ξεχωρίζουν.
Το εγώ κι εσύ αφανίζονται.
ΑΓΑΠΩ ΘΑ ΠΕΙ ΧΑΝΟΜΑΙ..."
(Νίκος Καζαντζάκης)
ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Θα σας κάνω μια ιστορία γυρίζοντας τον χρόνο πίσω στα 1979 έτσι στη μνήμη αυτών των ανθρώπων που τυχαία τους συνάντησα τότε.
Ανέβαινα στο οροπέδιο του Λασιθίου με μια φιλική μου οικογένεια από την Γερμανία, την οικογένειαRueb και τον αδελφό μου. Στην διαδρομή η μικρή Καρολίνα κουράστηκε και είπαμε να κάνουμε μια στάση να ξεκουραστούμε. Σταματήσαμε στο καφενείο της Έλενας Μπρόκου και παραγγείλαμε ελληνικούς καφέδες και λεμονάδες για την Καρολίνα και τον αδελφό μου.
Η κα Έλενα και ο σύζυγός της μας έφεραν μαζί με τους καφέδες μια πιατέλα με φρούτα καθώς και ξηρούς καρπούς χωρίς να τα παραγγείλουμε. Ο Καρλ γύρισε και μου είπε : «Μα τι κάνουν Κώστα, εμείς δεν τα παραγγείλαμε αυτά». Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι αυτά συμβαίνουν σε κάποια μικρά μη τουριστικά χωριά της Κρήτης και του είπα να μην ανησυχεί αφού άλλωστε είχα την πρόθεση να πληρώσω εγώ τον λογαριασμό.
Λίγο πριν φύγουμε για να συνεχίσουμε την πορεία μας ζήτησα από την κα Έλενα τον λογαριασμό. Μου είπε ένα ποσό που ούτε και εγώ δεν πίστευα στα αυτιά μου. Ήταν δεν ήταν 2,ή 2,5 δραχμές. Όταν έβγαλα να τις τα δώσω ο Καρλ έκπληκτος μου είπε. «Μα δεν είναι δυνατό για όλα αυτά να πληρώσουμε 2,5 δραχμές» και έβγαλε ένα δεκάρικο για να της το δώσει. Η κυρά Έλενα που μέχρι τότε χαμογελούσε συνοφρυώθηκε και γυρίζοντας σε μένα μου είπε. «Πες στον κύριο ότι με προσβάλλει». Όταν προσπάθησα να της εξηγήσω ότι όλα αυτά που μας έφερε του φάνηκαν πολλά και αισθάνθηκε αμήχανα μου απάντησε. «Πες στον κύριο ότι ετσά είμαστε εμείς στην Κρήτη. Πέρασε ξένος, ήλθε και κάθισε στο μαγαζί μου και να μην τον φιλέψουμε; Άντε καλό δρόμο νάχετε» .
Καθώς φεύγαμε με ένα έκπληκτο Καρλ και την εξίσου έκπληκτη Ρενάτε η κα Έλενα μας κουνούσε το χέρι της σε αποχαιρετισμό.
Σε όλη την διαδρομή ο Καρλ και η Ρενάτε δεν συζητούσαν τίποτε άλλο παρά την συμπεριφορά της Έλενας και τους συζύγου της.
Όταν γυρίσαμε σπίτι και συνέχιζαν να το συζητούν τους είπα ότι αυτό ήταν απλά ένα δείγμα της κρητικής φιλοξενίας και του κρητικού φιλότιμου.
Δεν τους ξανασυνάντησα από τότε αλλά χάρηκα, διαβάζοντας το παραπάνω κειμενάκι, στην αρχή της ανάρτησης αυτής, ότι ο Μανώλης και η Έλενα Μπρόκου έφυγαν αγκαλιασμένοι και πλήρεις ημερών.
Ας είναι ελαφρό το χώμα της κρητικής γης που τους σκέπασε. Θα τους θυμάμαι πάντα με ιδιαίτερη αγάπη.
Κωνσταντίνος Γραικιώτης.