Tου Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Για πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης, ένας ευρωπαϊκός λαός, ο ευάριθμος κυπριακός, αν και ανοιχτά προδομένος από τον πρόεδρό του, έχει -μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές- εμποδίσει τη συμμαχία των ανώτερων τάξεων της Ευρωγερμανίας και των αγορών να επιβάλλουν στην Κύπρο την επόμενη φάση του ευρωπαϊκού «Σοκ και Δέους». Από τη νύχτα της περασμένης Παρασκευής, η κυπριακή κοινωνία και το κυπριακό κράτος δέχονται έναν πόλεμο λιγότερο δραματικό μεν, αλλά πολύ πιο απειλητικό από την τουρκική εισβολή του 1974. ‘Έναν πόλεμο όχι με στρατιωτικά, αλλά με πολιτικά και οικονομικά μέσα...
Πόλεμο που εμμέσως πλην σαφώς ολοκληρώνει την επίθεση κατά της Ελλάδας του Μαίου 2010 και οδηγεί στην τελική φάση της καταστροφής του ελληνικού λαού στο σύνολό του και των δύο κρατών, Κύπρου και Ελλάδας.
Στην περίπτωση των δύο κρατών είναι σαφές ότι έχουμε να κάνουμε με διπλή επίθεση, οικονομικής και γεωπολιτικής στόχευσης. Τα μέτρα που επιβλήθηκαν σε Ελλάδα και Κύπρο ξεχωρίζουν από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, γιατί πάνε μεν στην ίδια κατεύθυνση, αλλά με πολύ μεγαλύτερη δριμύτητα, υπονομεύοντας άμεσα τη δυνατότητα αναπαραγωγής των δύο κοινωνιών και των δύο κρατών, τα οποία μεταβάλλονται σε καταστρεφόμενες αποικίες χρέους. Η τελευταία απόφαση για την Κύπρο «βγάζει μάτι», γιατί πλήττει αποκλειστικά ελληνικά, κυπριακά και ρωσικά συμφέροντα υπονομεύοντας τη σχέση του ελληνικού χώρου με τη Μόσχα (αλλά και τη σχέση Βερολίνου-Μόσχας!).
Με την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η Ευρώπη έβαλε για πρώτη φορά «πόδι» στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν και Ελλάδα και Κύπρος παρέμειναν πάντα υπό την υψηλή στρατηγική εποπτεία των ΗΠΑ, όπως εδόθη στον κ. Σημίτη να καταλάβει καλά με την κρίση των Ιμίων και στον κ. Καραμανλή με την υπόθεση της Ρωσίας. Υπήρξε ένας καταμερισμός ηγεμονίας, οικονομικής υπό την Ευρώπη, στρατηγικής υπό τις ΗΠΑ. Οι αποφάσεις του Eurogroup, είτε εκ προθέσεως, είτε εκ συνεπειών, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πιθανώς το Βερολίνο έχει αποφασίσει να «πετάξει σαβούρα» στη Μεσόγειο, αναδιπλούμενο στρατηγικά στην Κεντρική Ευρώπη και αφήνοντας Ελλάδα και Κύπρο στον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ.
Υφίσταται σήμερα αντικειμενική σύγκλιση μεταξύ της πιο πρωτόγονης και επαρχιακής εκδοχής γερμανικού εθνικισμού και των πιο ριζοσπαστικών ομάδων της Αυτοκρατορίας του Χρήματος. Το φαινόμενο είναι πολύ παληό κι αυτό περιγράφει στην ουσία ο Φάουστ του Γκαίτε!
Είτε γιατί είναι η κρυφή ατζέντα ορισμένων από τις δυνάμεις που επιτίθενται, είτε γιατί προκύπτει ως αποτέλεσμα του χαώδους χαρακτήρα των ασκούμενων πολιτικών, οι αποφάσεις για την Κύπρο επιβεβαιώνουν ότι η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση έχει μπει πιθανώς στην οδό που θα την οδηγήσει στον τελικό εκφυλισμό ή και την πλήρη διάλυση. ‘Οσο συνεχίζεται αυτή η κρίση χωρίς να εμφανίζονται αξιόπιστες εναλλακτικές, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες μιας ευρωπαϊκής αποσύνθεσης μέσα στο χάος και τον ανταγωνισμό όλων εναντίον όλων.
Τι πρέπει να κάνουμε
Αν αυτή η ανάλυση είναι σωστή προκύπτουν δύο συμπεράσματα. Πρώτον, ότι πρέπει οι εθνικές δυνάμεις στην Ελλάδα και Κύπρο, αυτές δηλαδή που θέλουν να υπερασπιστούν τον ελληνικό λαό, να μεταφέρουν άμεσα τη σύγκρουση σε όλη την Ευρώπη, κάτι που «εγκληματικώς» έχουν αμελήσει να πράξουν. Οι «αντιμνημονιακές» δυνάμεις στην Ελλάδα και οι πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο έχουν μέχρι τώρα κινηθεί με πάρα πολύ «επαρχιακό» τρόπο, είτε μην αναγνωρίζοντας τη σημασία της διεθνούς κινητοποίησης, είτε μην ξέροντας πώς να την κάνουν.
Ανεξαρτήτως του τι θα γίνει με την Ευρώπη, η εξέλιξη επιβάλλει και την αναζήτηση συμμαχιών εκτός Ευρώπης. Δεν θα επιμείνουμε στην, κατανοητή και από τον τελευταίο ‘Ελληνα (πλην διαφόρων «παπαγάλων» μιας αξιοθρήνητης ελίτ), σημασία της Ρωσίας για την Ελλάδα. Επισημαίνουμε μόνο ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, το ελληνικό και το κυπριακό κράτος κινδυνεύουν κυριολεκτικά με αφανισμό, οι δύο χώρες προοπτικά με διαμελισμό, αν επιτρέψουν την παραμικρή περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεών τους με τη Μόσχα. Η Κύπρος το γνωρίζει εξ εμπειρίας, αφού ήταν η Ρωσία που στήριξε τον Μακάριο, απέτρεψε μαζί με τις ΗΠΑ την τουρκική εισβολή το 1964, ήταν η φωνή της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας και έδωσε στη Λευκωσία τα όπλα που ζήτησε.
«Ελλάς – Ρωσία – συμμαχία»
Η σχέση είναι ζωτικής σημασίας για τον ελληνισμό και για τη Ρωσία. Η Μόσχα διέλυσε με πρωτοβουλία της το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και την ΕΣΣΔ, διαπιστώνοντας ότι πήρε σε αντάλλαγμα μια προφανή προσπάθεια περικύκλωσης και απειλής. Ο ψυχρός πόλεμος, που εκείνη τελείωσε μονομερώς, το 1989-91, ξανάρχισε με άλλα μέσα, όχι από το Βερολίνο και την Καμπούλ, αλλά από το Κίεβο, την Τασκένδη και το Γκρόζνι! Η απόφαση του Eurogroup συνιστά μνημείο ταυτόχρονης ανοησίας και θράσους, από την πλευρά του κ. Σόιμπλε, Υπουργού Οικονομικών μιας χώρας που δεν θα είχε ενωθεί ποτέ, αν δεν το είχε θελήσει το Κρεμλίνο.
Αν η Ρωσία επιτρέψει στον ελληνικό χώρο, την πιο φιλική δύναμη προς τη Ρωσία σε όλη τη δυτική Ευρώπη, να αποκοπεί οριστικά από τη Μόσχα, αν ο ελληνικός κόσμος χάσει τα δύο κυρίαρχα σήμερα κράτη του, αν καταστραφεί ο ελληνικός χώρος, που κρατάει σε μεγάλο βαθμό την πρόσβαση της Ρωσίας στις «θερμές θάλασσες», τότε οι στρατηγικές συνέπειες για τη Μόσχα θα είναι πολύ μεγάλες.
Η Ρωσία είναι σήμερα η μεγαλύτερη δύναμη εκτός ΕΕ που μπορεί να βοηθήσει την Κύπρο να αντιμετωπίσει το τεράστιο πλήγμα στην εμπιστοσύνη στον τραπεζικό της τομέα και το κυπριακό κράτος που ήδη προέκυψε από την ανακοίνωση των αποφάσεων του Eurogroup, έναντι μάλιστα σχετικά ασήμαντων κεφαλαίων. Η Κύπρος οφείλει να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες σε αυτή την κατεύθυνση.
Σήμερα η Λευκωσία κρατάει ακόμα στα χέρια της ένα «πυρηνικό όπλο» - τις κλειστές τράπεζές της. Πρέπει να τις ανοίξει μόνο όταν έχει εξασφαλίσει βιώσιμο χρέος και κράτος, στοιχειώδη αποκατάσταση της διεθνούς αξιοπιστίας της, είτε από Ρωσία, είτε από Γερμανία και ΕΕ. Μέχρι τώρα μας λέγανε ότι είμαστε πολύ μικροί για να πούμε ‘Όχι. Αξίζει να δούμε τώρα, αυτοί πόσο μεγάλοι είναι απέναντι στο δικό μας ‘Όχι.
Σώστε τη Δημοκρατία
Τεράστιο θέμα εγείρει, όπως είναι φυσικό, η συμπεριφορά του Νίκου Αναστασιάδη που ξεπέρασε το προηγούμενο ρεκόρ εξαπάτησης του Γιώργου Παπανδρέου. Η προδοσία του νεοεκλεγέντος Προέδρου είναι τόσο συγκλονιστική, έγινε τόσο γρήγορα, που πολλοί Κύπριοι δεν την πιστεύουν – γιατί αν την πιστέψουν θα πρέπει να διερωτηθούν τι στο καλό σκέφτονταν όταν έκαναν όλα αυτά που τον οδήγησαν τελικά να εκλεγεί Πρόεδρος.
Σε ένα στοιχειωδώς ευνομούμενο κράτος, ένας Πρόεδρος που είχε πλήξει κατά τέτοιο τρόπο τα συμφέροντα του κράτους του, αλλά και δεν είχε σεβαστεί τις ρητές υποσχέσεις επί τη βάσει των οποίων εξελέγη Πρόεδρος, θα είχε καθαιρεθεί ή υποχρεωθεί σε παραίτηση. Επειδή η Κυπριακή Δημοκρατία είναι αδύνατο να επιβιώσει του συγκεκριμένου Προέδρου, είναι απαραίτητο το σύνολο των κομμάτων, των προεδρικών υποψηφίων και η Βουλή να επιβάλλουν σε αυτό το άτομο αν μη τι άλλο την από κοινού διαχείριση της εθνικής υπόθεσης.
Είναι προφανές ότι το κυπριακό κράτος και η ΕΕ οφείλει να προστατεύσει κατά προτεραιότητα τους καταθέτες έως 100.000 ευρώ. Αλλά δεν φτάνει. Πρέπει να προστατευθεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ταυτόχρονα το κυπριακό κράτος. Υποθέτουμε ότι η ΕΚΤ θα παράσχει ρευστότητα όταν ανοίξουν οι τράπεζες για να μην καταρρεύσουν αμέσως. Σε αντάλλαγμα όμως θα αποκτήσει την πλήρη κυριότητα όλου του τραπεζικού τομέα και των σημαντικών πληροφοριών για ολόκληρη την άρχουσα τάξη της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ρωσίας που διαθέτει. Υπενθυμίζουμε ότι είναι η Blackrock, συμφερόντων Goldman Sachs, που έχει αναλάβει για λογαριασμό της «Ευρώπης» τον έλεγχο των τραπεζών της. Από το κυπριακό κράτος θα απομείνει ένα κουφάρι που θα εκτελεί πειθήνια τις εντολές των πραγματικών ιδιοκτητών του. Οι οποίοι απέφυγαν καν να μας πουν τους όρους τους, γιατί στη συμφωνία του Γιούρογκρουπ δεν υπάρχει καν το Μνημόνιο. Αυτό θα έρθει μετά και μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα προβλέπει. Καμία λύση δεν πρέπει να εφαρμοστεί αν δεν είναι ολοκληρωμένη και δεν αφήνει βιώσιμο κυπριακό κράτος.
ΥΓ. Υπάρχουν βέβαια όσοι λένε ότι η σωτηρία μας βρίσκεται στον άξονα Ισραήλ-Κύπρος-Ελλάδα. Καμία αντίρρηση. Τώρα έχουμε την ανάγκη του Ισραήλ. Αυτή η χώρα έχει κολοσσιαία επιρροή στην ΕΕ και την ίδια τη Γερμανία, στις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου, στην παγκόσμια οικονομική και πολιτική ελίτ, στα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα και το ΔΝΤ. Ας πάνε λοιπόν τώρα, αμέσως, οι οπαδοί της ελληνοισραηλινής προσέγγισης να ζητήσουν από το Τελ Αβίβ βοήθεια. Στην ανάγκη φαίνονται οι φίλοι...