Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Η Κομισιόν διαψεύδει τον πρωθυπουργό! Δεν υπήρχε καμία ρήτρα με την τρόικα ότι τα μέτρα του Δεκεμβρίου ήταν τα τελευταία


995A67D9EE93EE43ED75678E3F3CADCBΕνώ το ΔΝΤ προωθεί «νέες παρεμβάσεις στους μισθούς», «μονιμοποίηση της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης», κλπ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαψεύδει και επισήμως πλέον, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, που μέσα στη Βουλή, την ημέρα που ψηφιζόταν το μνημόνιο, δήλωνε ότι υπήρχε ρήτρα στη συμφωνία ότι, τα μέτρα του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2012 θα ήταν τα τελευταία.

Αυτό προκύπτει από απάντηση του Όλι Ρενπρος τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Χουντή, ο οποίος σε γραπτή ερώτησή του, παρέθετε απόσπασμα από την ομιλία του Έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος στις 7/11/2012, μέσα στη Βουλή, τόνιζε ότι, «προβλέπεται ότι αυτά τα µέτρα είναι τα τελευταία επώδυνα µέτρα, δηλαδή τα τελευταία που αφορούν περικοπές µισθών, συντάξεων και κοινωνικών επιδοµάτων. Τα τελευταία. Κι όποια πρόσθετη διόρθωση χρειαστεί στο µέλλον, θα προκύψει από πάταξη της φοροδιαφυγής και από µείωση της δηµόσιας σπατάλης. Είναι επίσης η πρώτη φορά που µπαίνει τέτοια ρήτρα στη δανειακή συµφωνία».  Ο Έλληνας ευρωβουλευτής, καλούσε την Κομισιόν να αποφανθεί αν πράγματι «Υπάρχει ρήτρα στη συμφωνία ότι δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα, πέρα από αυτά που ψηφίστηκαν με το τρίτο μνημόνιο στις 7/11/2012, και ότι οποιαδήποτε μελλοντική προσαρμογή θα γίνει μόνο από την πάταξη της φοροδιαφυγής».

Στην απάντησή του, ο Όλι Ρεν «αδειάζει» τον Έλληνα πρωθυπουργό, τονίζοντας ότι, «σε περίπτωση μεταβολής των περιστάσεων, οι ελληνικές αρχές είναι έτοιμες να λάβουν μέτρα που ενδεχομένως ενδείκνυνται για τον σκοπό αυτό (σσ: επίτευξη των στόχων του προγράμματος)» και παράλληλα παραπέμπει στη δεσμευτική επιστολή της 7/12/2012 (Letter of Intent), που υπογράφουν εκτός από τον πρωθυπουργό, ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας και ο Πρόεδρος της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιώργος Προβόπουλος. Στην επιστολή αυτή, προς τους επικεφαλής των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει κανενός είδους ρήτρα που να ορίζει ότι, τυχόν προσαρμογές στο μέλλον θα γίνουν μόνο με την πάταξη της φοροδιαφυγής, όπως έλεγε ο πρωθυπουργός στην ομιλία του. Αντίθετα, με την επιστολή αυτή, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται ότι σε περίπτωση αποκλίσεων θα ληφθεί κάθε μέτρο που μπορεί να είναι κατάλληλο για το σκοπό αυτό, μετά από διαβούλευση με την Τρόικα.

Πιο συγκεκριμένα, στο Letter of Intent, οι σχετικές παράγραφοι αναφέρουν τα εξής:

«Πιστεύουμε ότι οι πολιτικές που παρατίθενται στα συνημμένα μνημόνια είναι επαρκείς για την επίτευξη των στόχων στο πλαίσιο του προγράμματος και είμαστε έτοιμοι να λάβουμε κάθε μέτρο που μπορεί να είναι κατάλληλο για το σκοπό αυτό, ανάλογα με τις περιστάσειςΘα διαβουλευθούμε με την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ, πριν υιοθετήσουμε οποιαδήποτε τέτοια δράση και πριν από τις αναθεωρήσεις των πολιτικών που περιέχονται στα μνημόνια αυτά […]Οι τριμηνιαίες εκθέσεις θα αξιολογούν την πρόοδο στην εφαρμογή του Προγράμματος και θα αναδεικνύουν (reach understandings) κάθε πρόσθετο μέτρο που μπορεί να απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του».

Η πλήρης ερώτηση του Νίκου Χουντή καθώς και η απάντηση του Όλι Ρεν, μαζί με την παραπομπή στο Letter of Intent, έχουν ως εξής:

Ερώτηση Νίκου Χουντή:

 

«Στην Ελληνική Βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το νέο μνημόνιο, σε μία θυελλώδη συνεδρίαση, όπου υιοθετήθηκαν εξαιρετικά επώδυνα μέτρα σε βάρος του ελληνικού λαού, ειπώθηκε από κυβερνητικά χείλη ότι: «Αυτά είναι τα τελευταία μέτρα… Τα τελευταία. Όποια βελτίωση χρειαστεί στο μέλλον θα γίνει από την πάταξη της φοροδιαφυγής. Είναι η πρώτη φορά που μπαίνει τέτοια ρήτρα στη συμφωνία».

Ερωτάται η Επιτροπή:

Υπάρχει ρήτρα στη συμφωνία ότι δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα, πέρα από αυτά που ψηφίστηκαν με το τρίτο μνημόνιο στις 7.11.2012, και ότι οποιαδήποτε μελλοντική προσαρμογή θα γίνει μόνο από την πάταξη της φοροδιαφυγής;»

Απάντηση Όλι Ρεν:

«Το μνημόνιο συμφωνίας (ΜΣ) υπογράφηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2012. Οι πολιτικές που ορίζονται στο ΜΣ, με την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστούν πλήρως, θεωρούνται επαρκείς για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος και οι ελληνικές αρχές είναι έτοιμες να λάβουν μέτρα που ενδεχομένως ενδείκνυνται για τον σκοπό αυτό σε περίπτωση μεταβολής των περιστάσεων».