Βασιλική Μπλιούμη
Δασκάλα στο Δημοτικό σχολείο "Χαρίσιος Μούκας" Κοζάνης
Δασκάλα στο Δημοτικό σχολείο "Χαρίσιος Μούκας" Κοζάνης
Γιορτάζουμε
σήμερα την 28η Οκτωβρίου 1940.
Κάθε χρόνο προσπαθούμε με τα φτωχά και χιλιοειπωμένα λόγια μας να
μιλήσουμε για τη σημασία αυτής της μέρας της νεότερης ιστορίας μας. Τι να πούμε
λοιπόν; Να μιλήσουμε για την ιστορία της 28ης Οκτωβρίου; Να
αραδιάσουμε ονόματα, χρονολογίες; Να αναφέρουμε βουνά και πολιτείες ή να
ζητήσουμε τη βοήθεια των αριθμών; Τόσοι εμείς, τόσοι οι εχθροί, τόσα τα δικά
μας τουφέκια, τόσα τα δικά τους πολυβόλα, τα τανκ, τα κανόνια, τα
βομβαρδιστικά…
Μα το ’40 δεν είναι μονάχα αριθμοί. Ίσα ίσα, αν κάτι εξευτελίστηκε,
καταφρονέθηκε και περιγελάστηκε πιο πολύ είναι οι αριθμοί και η λογική τους.
Δεν ήταν οι αριθμοί που ξεσήκωσαν το λαό μας, που έκαναν όλο τον κόσμο να
μιλάει για θαύμα. Κάτι άλλο ήταν! Ήταν αυτό που λέμε ελληνική ψυχή!
Στο τέλος της τρίτης δεκαετίας του 1900, βαριά ατμόσφαιρα επικρατεί στην
Ευρώπη. Η σκιά του πολέμου πλανιέται απειλητική στον ορίζοντα των κρατών. Ο
άξονας, του Χίτλερ και του Μουσολίνι, ετοιμάζεται πυρετωδώς. Οι πρώτες νίκες
του χαρίζουν αλαζονεία και τρέφουν τα όνειρα και τις ελπίδες μιας
αυτοκρατορίας. Αντίθετα, σ’ όλους τους άλλους πλανιέται ο φόβος και η
απογοήτευση. Πολύ γρήγορα, το ένα μετά το άλλο, τα ευρωπαϊκά κράτη, υποκύπτουν
στο φοβερό κατακτητή. Πολωνία, Βέλγιο, Ολλανδία, Γαλλία χάνουν την κυριαρχία
τους...
Απόμεινε όμως μια άκρη γης, που δεν είχε ακόμη προσκυνήσει. Μια άκρη
μικρής και φτωχικής γης, που την κατοικούσαν μια χούφτα άνθρωποι. Αυτή τη γη,
τη μικρή, την ασήμαντη γι’ αυτούς, αυτοί οι παντοδύναμοι, οι χορτασμένοι, αυτοί
που σώριασαν βουνά τους νεκρούς κι έκαψαν και γκρέμισαν και βασάνισαν θέλησαν
να την κατακτήσουν.
Έτσι, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην
Ελλάδα έδωσε στον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας Ιωάννη Μεταξά το τελεσίγραφο με
το οποίο ο Μουσολίνι ζητούσε την κατοχή ορισμένων ελληνικών περιοχών. Αν η
Ελλάδα δε δεχόταν, τότε θα τις καταλάμβανε με τα όπλα.
Και τότε έγινε αυτό που κανείς δεν περίμενε! ΟΧΙ είπαν μια χούφτα Έλληνες
και με τα ελάχιστα πολεμοφόδιά τους τόλμησαν να ορθώσουν ανάστημα και να
αντισταθούν στις σιδερόφραχτες στρατιές, άρτια εξοπλισμένων κρατών.
Και δεν είχαν ν’ αντιμετωπίσουν μόνο τις σφαίρες και τα κανόνια των
εχθρών. Χειμώνας βαρύς τους βρήκε, με ελάχιστα εφόδια, στις παγωμένες κορφές
της Ηπείρου. Ο ανεφοδιασμός δύσκολος, πολλές φορές αδύνατος. Οι Ελληνίδες,
όμως, είναι εκεί! Αψηφώντας κακουχίες και κρύο κουβαλούσαν στην πλάτη σφαίρες,
τρόφιμα και ζεστά ρούχα.
Και εκεί, στα βουνά της Πίνδου, έγινε το θαύμα! Ο περίπατος που πίστευαν
ότι θα έκαναν οι Ιταλοί μετατράπηκε σε εφιάλτη καταστροφικό γι' αυτούς, αφού οι
νίκες του ελληνικού στρατού διαδέχονταν η μία την άλλη.
Υπερασπίστηκαν τα σύνορά τους και ανάγκασαν τους Ιταλούς να υποχωρήσουν
και να ζητήσουν βοήθεια από τους συμμάχους τους Γερμανούς. Έξι μήνες πάλεψαν οι
Έλληνες και δε δείλιασαν ούτε λεπτό. Τώρα όμως οι στρατιές γίνονται δύο. Τα
φοβερά γερμανικά Στούκας σπέρνουν τον όλεθρο και την καταστροφή στις μεγάλες
ελληνικές πόλεις. Οι εχθροί πατούν τα αιματοβαμμένα χώματα της πατρίδας μας τον
αξέχαστο εκείνο Απρίλη του ’41.
Όμως δεν ήταν ήττα αυτή. Ήταν νίκη και μάλιστα ένδοξη και λαμπρή! Νίκη με
τεράστια σημασία για την εξέλιξη του πολέμου. Η ελληνική θυσία ήταν το πρώτο
χτύπημα στη ναζιστική αλαζονεία. Οι μικροί, οι ασήμαντοι, κατά τους αντιπάλους
τους, έδωσαν στις μεγάλες δυνάμεις το χρόνο να αναδιοργανωθούν και να πάρουν
θάρρος για ν’ αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό.
Στα βουνά της Αλβανίας οι Έλληνες έδειξαν στην ανθρωπότητα ότι ο Άξονας
δεν είναι ανίκητος, ότι η υπεροχή δεν ανήκει στο πλήθος! Ανήκει σ’ εκείνους που
λατρεύουν τη λευτεριά, σ’ αυτούς που αγαπούν και υπερασπίζονται την πατρίδα
τους, σ’ αυτούς που πιστεύουν στα αγνά ιδανικά, σ’ αυτούς που αψηφούν το θάνατο
και τους κινδύνους. Σ’ αυτούς που έγιναν αιτία με τη δύναμη της ψυχής τους να
ειπωθεί το περίφημο: «Οι Έλληνες δεν πολεμούν σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες πολεμούν
σαν Έλληνες».
Το ελληνικό φρόνημα δεν κάμφθηκε ούτε με τη σκληρή Κατοχή. Η πείνα, η
εξαθλίωση, ο θάνατος, έκανε τους Έλληνες πιο δυνατούς, πιο αποφασιστικούς και
οι κατακτητές δεν πήραν ούτε για μια στιγμή ανάσα. Μαχητικές διαδηλώσεις στις
πόλεις, οργανώσεις για την αντιμετώπιση της πείνας και τη φυγάδευση
καταδιωκόμενων αγωνιστών, σκληρός αντάρτικος αγώνας στα βουνά, ήταν μερικές
μορφές πάλης της Εθνικής Αντίστασης. Αντίστασης που κράτησε μέχρι την ώρα της
απελευθέρωσης.
Πέρασε μπόρες φοβερές η πατρίδα μας. Πλησίασε πολλές φορές στο χείλος της
καταστροφής και τον αφανισμό. Όμως είχε τη δύναμη από την τέφρα της να
αναγεννάται. Πάντα, όσο μεγάλη κι αν ήταν η καταστροφή, όσο βαρύ κι αν ήταν το
πλήγμα, όσο βάρβαρος κι αν ήταν ο κατακτητής, η ελληνική ψυχή κατάφερνε να
επιβιώσει, να σηκωθεί, να δυναμώσει, ν' αντισταθεί.
Καθένας από μας ας παρακολουθήσει για λίγο, σιωπηλά και ευλαβικά, τη
μεγάλη πομπή των γενναίων, που περνάει σήμερα μπροστά μας. Αυτούς, τους
γνωστούς και αγνώστους, που θυσιάστηκαν για τη λευτεριά και έδειξαν σε όλους
ότι η Ελλάδα είναι ιδέα και ο Έλληνας ψυχή ακατάβλητη από την αρχαιότητα ως
σήμερα. Αυτούς, που δίδαξαν στους φίλους το σεβασμό και στους εχθρούς το φόβο.
Σ’ αυτούς, λοιπόν, που έκαναν πραγματικότητα ένα θαύμα μοναδικό κι
ανεπανάληπτο και τόσο γνήσια ελληνικό, οφείλουμε να φανούμε αντάξιοι
συνεχιστές, προχωρώντας προς ένα άγνωστο, αλλά κοσμογονικό μέλλον, όπου οι
εχθροί πια είναι ύπουλοι και αόρατοι, κρυμμένοι κάτω από τα διπλωματικά
τραπέζια, εκεί που παίζονται, σήμερα, οι τύχες των λαών.