Ξεκίνησε η Ελλάς, το 2010, γεμάτη ενοχές, υπό τον κ. Γιώργο Παπανδρέου, προσκυνηματική πορεία εξαγνισμού,
προς τις Βρυξέλλες, διότι πολύ αμάρτησε κατά το παρελθόν. Το πλήθος
ακολούθησε προετοιμασμένο να αποδεχθεί όποιες ευθύνες του αναλογούσαν,
αλλά σταδιακώς άρχισε εμφανώς να δυσπιστεί, για την επάρκεια των
ηγητόρων του.
Σε μία ατμόσφαιρα συγχύσεως, ερασιτεχνισμού και απειρίας, η κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου προσπάθησε να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Μνημονίου, που έσπευσε να συνομολογήσει δίχως διαπραγμάτευση, ενσπείροντας τρόμο και διχασμό στην κοινωνία και στρέφοντας τη μία παραγωγική τάξη εναντίον της άλλης. Εγχείρημα ίσως ολέθριο.
Σε πρώτη φάση φρόντισε να απαξιώσει τους δημοσίους υπαλλήλους, συλλήβδην, ως ανικάνους και ως τους κυρίως υπονομευτές της εθνικής οικονομίας. Ενίσχυσε τον φθόνο των υπολοίπων κοινωνικών ομάδων και οι μειώσεις των μισθών του Δημοσίου δεν προκάλεσαν παρά αντιδράσεις τυπικές και μόνον. Ο στόχος επετεύχθη, εύκολα, και αναθάρρησε η «εκσυγχρονιστική» ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο δημόσιος τομέας ήταν ιδιαίτερα επιβαρυμένος. Σε μία χώρα, όπου ακόμη και η επιχειρηματικότητα είναι συχνά κρατικοδίαιτη, το Δημόσιο καθίσταται παρά φύσιν ο κατ’ εξοχήν εργοδότης. Δίχως δημόσιο τομέα, όμως, το Κράτος δεν υφίσταται. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Ενωση, σημείο αναφοράς του ελληνικού κατεστημένου, είναι επί της ουσίας ένας τεράστιος γραφειοκρατικός μηχανισμός, προκλητικά αμειβόμενος, και ιδιαίτερα αντιπαθής στους Αγγλοσάξονες και στους πραγματικούς θιασώτες της φιλελεύθερης οικονομίας.
Περιορίσθηκε, λοιπόν, «το λίπος» -έκφραση φρικτή πλην όμως του συρμού- στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους. Τα ήδη απισχνασθέντα κοινωνικά στρώματα αναμένουν τώρα και αυτά τον περιορισμό των προνομίων των υπολοίπων παραγωγικών τάξεων, του λεγομένου μεσαίου στρώματος της κοινωνίας και όλοι μαζί στο τέλος θα απαιτήσουν την απηνή δίωξη όλων αδιακρίτως των πλουσίων. Αναπότρεπτον, αφού η ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε ότι ο πλούτος -όλων των τάξεων- εκτήθη περίπου με απάτη.
Περίμεναν ορισμένοι κοινωνικές εκρήξεις και ανακουφίσθηκαν διότι δεν υπήρξαν έως τώρα. Απλώς συγχέουν τη συναίνεση με την απάθεια και τη μοιρολατρία, που έχουν ως συνέπεια την πτώση των ανακλαστικών, την αδιαφορία ακόμη και στις περιπτώσεις βιαίων εκδηλώσεων. Πρόγευση αυτής της τάσεως υπήρξε η παθητικότητα με την οποία αντιμετώπισε η κοινή γνώμη την πρόσφατη βομβιστική ενέργεια στο Πρωτοδικείο. Εχουμε πλέον μία κοινωνία σε απόσυρση και ως εκ τούτου παθητική.
Ουδείς αμφισβητεί ότι έπρεπε να γίνουν όντως επαναστατικές αλλαγές, ασχέτως Μνημονίου, τρόικας ή εμμονών της Γερμανίας και της κ. Αγκελα Μέρκελ. Αλλά η τέχνη της πολιτικής είναι να συνεγείρει τους πολίτες. Ο τελευταίος που το επέτυχε ήταν ατυχώς ένας δικτάτορας, ο Ιωάννης Μεταξάς. Ο δημοκρατικά εκλεγμένος κ. Γ. Παπανδρέου δεν μπόρεσε να εμπνεύσει. Στρέφει απλώς την μία κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης. Ίσως να είναι μία νέα τεχνοκρατική προσέγγιση της πολιτικής δράσεως. Πιθανόν, όμως, πρόκειται για έναν θλιβερό ερασιτεχνισμό, μία ασυναρτησία.
Το άρθρο του Κώστα Ιορδανίδη δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή της Κυριακής», στις 9 Ιανουαρίου 2011
http://www.statesmen.gr
Σε μία ατμόσφαιρα συγχύσεως, ερασιτεχνισμού και απειρίας, η κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου προσπάθησε να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Μνημονίου, που έσπευσε να συνομολογήσει δίχως διαπραγμάτευση, ενσπείροντας τρόμο και διχασμό στην κοινωνία και στρέφοντας τη μία παραγωγική τάξη εναντίον της άλλης. Εγχείρημα ίσως ολέθριο.
Σε πρώτη φάση φρόντισε να απαξιώσει τους δημοσίους υπαλλήλους, συλλήβδην, ως ανικάνους και ως τους κυρίως υπονομευτές της εθνικής οικονομίας. Ενίσχυσε τον φθόνο των υπολοίπων κοινωνικών ομάδων και οι μειώσεις των μισθών του Δημοσίου δεν προκάλεσαν παρά αντιδράσεις τυπικές και μόνον. Ο στόχος επετεύχθη, εύκολα, και αναθάρρησε η «εκσυγχρονιστική» ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο δημόσιος τομέας ήταν ιδιαίτερα επιβαρυμένος. Σε μία χώρα, όπου ακόμη και η επιχειρηματικότητα είναι συχνά κρατικοδίαιτη, το Δημόσιο καθίσταται παρά φύσιν ο κατ’ εξοχήν εργοδότης. Δίχως δημόσιο τομέα, όμως, το Κράτος δεν υφίσταται. Ακόμη και η Ευρωπαϊκή Ενωση, σημείο αναφοράς του ελληνικού κατεστημένου, είναι επί της ουσίας ένας τεράστιος γραφειοκρατικός μηχανισμός, προκλητικά αμειβόμενος, και ιδιαίτερα αντιπαθής στους Αγγλοσάξονες και στους πραγματικούς θιασώτες της φιλελεύθερης οικονομίας.
Περιορίσθηκε, λοιπόν, «το λίπος» -έκφραση φρικτή πλην όμως του συρμού- στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους. Τα ήδη απισχνασθέντα κοινωνικά στρώματα αναμένουν τώρα και αυτά τον περιορισμό των προνομίων των υπολοίπων παραγωγικών τάξεων, του λεγομένου μεσαίου στρώματος της κοινωνίας και όλοι μαζί στο τέλος θα απαιτήσουν την απηνή δίωξη όλων αδιακρίτως των πλουσίων. Αναπότρεπτον, αφού η ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε ότι ο πλούτος -όλων των τάξεων- εκτήθη περίπου με απάτη.
Περίμεναν ορισμένοι κοινωνικές εκρήξεις και ανακουφίσθηκαν διότι δεν υπήρξαν έως τώρα. Απλώς συγχέουν τη συναίνεση με την απάθεια και τη μοιρολατρία, που έχουν ως συνέπεια την πτώση των ανακλαστικών, την αδιαφορία ακόμη και στις περιπτώσεις βιαίων εκδηλώσεων. Πρόγευση αυτής της τάσεως υπήρξε η παθητικότητα με την οποία αντιμετώπισε η κοινή γνώμη την πρόσφατη βομβιστική ενέργεια στο Πρωτοδικείο. Εχουμε πλέον μία κοινωνία σε απόσυρση και ως εκ τούτου παθητική.
Ουδείς αμφισβητεί ότι έπρεπε να γίνουν όντως επαναστατικές αλλαγές, ασχέτως Μνημονίου, τρόικας ή εμμονών της Γερμανίας και της κ. Αγκελα Μέρκελ. Αλλά η τέχνη της πολιτικής είναι να συνεγείρει τους πολίτες. Ο τελευταίος που το επέτυχε ήταν ατυχώς ένας δικτάτορας, ο Ιωάννης Μεταξάς. Ο δημοκρατικά εκλεγμένος κ. Γ. Παπανδρέου δεν μπόρεσε να εμπνεύσει. Στρέφει απλώς την μία κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης. Ίσως να είναι μία νέα τεχνοκρατική προσέγγιση της πολιτικής δράσεως. Πιθανόν, όμως, πρόκειται για έναν θλιβερό ερασιτεχνισμό, μία ασυναρτησία.
Το άρθρο του Κώστα Ιορδανίδη δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή της Κυριακής», στις 9 Ιανουαρίου 2011
http://www.statesmen.gr