Αποφασισμένη να δώσει συνολική λύση στο πρόβλημα των «κόκκινων δανείων», των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και της πιστωτικής ασφυξίας στις επιχειρήσεις λόγω του «Τειρεσία» είναι η κυβέρνηση.
Και παρά τις αντεγκλήσεις ή τις διαφωνίες με τις τράπεζες, το Μέγαρο Μαξίμου έχει δώσει σαφή εντολή στην ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης να βρει το πλαίσιο εκείνο ώστε και τα νοικοκυριά που πραγματικά βρίσκονται σε οικονομικό αδιέξοδο να πάρουν «ανάσες» και οι υγιείς επιχειρήσεις να βγουν από το σκόπελο της «μαύρης λίστας» του «Τειρεσία» και οι τράπεζες να αντιμετωπίσουν το θέμα των επισφαλειών που απειλεί να τινάξει στον αέρα τα προγράμματα κεφαλαιακής αποκατάστασης.
Οι αναφορές του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά την Τετάρτη το βράδυ από το βήμα της Βουλής για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ήταν ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, και στην πλευρά των τραπεζών.
Το σχέδιο που προωθεί εκ νέου η κυβέρνηση, σύμφωνα με απόλυτα επιβεβαιωμένες πληροφορίες του «ΤτΚ», κινείται σε τρεις κομβικούς άξονες για να καλύπτει τις ανάγκες επιχειρήσεων και νοικοκυριών: Πρώτον, κατάργηση του «Τειρεσία», όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, και αντικατάστασή του από ένα σύστημα «βαθμολόγησης» των συναλλασσόμενων με τις τράπεζες. Δεύτερον, ουσιαστικές ρυθμίσεις δανείων για στεγαστικά και καταναλωτικά και, τρίτον, αλλαγές στο «νόμο Κατσέλη» ώστε να λειτουργήσει καλύτερα ο εξωδικαστικός συμβιβασμός. Νεότερα στο μέτωπο των πλειστηριασμών ακινήτων δεν υπάρχουν για την ώρα, με την κυβέρνηση να έχει αποφασίσει την παράταση της απαγόρευσής τους για ακόμη ένα έτος.
Σε συνεργασία με το Μέγαρο Μαξίμου, ο υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Θανάσης Σκορδάς και ο πολιτικός προϊστάμενός του κ. Κωστής Χατζηδάκης επιμένουν στο να δοθεί συνολική λύση-πακέτο είτε με μορφή νόμου είτε σαν τροπολογία, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για τη ρύθμιση των δανείων και τις αλλαγές στον «Τειρεσία».
Και υπό αυτό το πρίσμα, τις τελευταίες ημέρες έχει επανεκκινήσει ο διάλογος με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών για να συμφωνηθούν οι παράμετροι των ρυθμίσεων. Μάλιστα, οι τραπεζίτες αναμένεται τις επόμενες ημέρες να αποστείλουν στο υπουργείο το «κοστολόγιο» αυτών των πρωτοβουλιών ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή που δεν θα «καίει» κεφάλαια, όπως υποστηρίζουν οι τραπεζίτες. Από το υπουργείο Ανάπτυξης άφηναν να εννοηθεί ότι το κόστος στα κεφάλαια των τραπεζών είναι ελέγξιμο γιατί θα επιφέρουν ένα σημαντικό όφελος: να αποπληρώνονται τα δάνεια.
Αυτό που επισημαίνουν αρμόδια κυβερνητικά στελέχη είναι ότι τα περιθώρια χρόνου για τα πιστωτικά ιδρύματα στενεύουν και αυτό θα πρέπει να το αντιληφθούν, καθώς τα «κόκκινα δάνεια» εξελίσσονται σε Αρμαγεδδώνα, που μπορεί να απειλήσει ακόμη και τα αποτελέσματα της ανακεφαλαιοποίησης. Και αυτό γιατί, για να καλυφθούν οι επισφάλειες, τα πιστωτικά ιδρύματα «δεσμεύουν» κεφάλαια μέσω των προβλέψεων που εγγράφουν και πλέον αυτές οι προβλέψεις κινούνται σε δυσθεώρητα ύψη, «τρώγοντας» στην ουσία από τα εποπτικά κεφάλαια.
Επιπλέον, όσο μετατίθεται χρονικά η ρύθμιση τόσο αυξάνονται οι καθυστερήσεις πληρωμών από δανειολήπτες που περιμένουν να δουν το νόμο και πώς θα υπαχθούν σε αυτόν, ενώ και τα νέα μέτρα θα φέρουν περισσότερα νοικοκυριά σε θέση αδυναμίας πληρωμής.
«Βαθμολόγιο»
Την κατάργηση του συστήματος «Τειρεσίας» με τη μορφή που έχει σήμερα έχει προτείνει το υπουργείο Ανάπτυξης στους τραπεζίτες και την αντικατάστασή του από ένα σύστημα αξιολόγησης της συναλλακτικής συμπεριφοράς των πολιτών με τις τράπεζες στα πρότυπα του βρετανικού μοντέλου.
Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα σύστημα που θα απεικονίζει όλους τους δανειολήπτες και τις σχέσεις τους με κάθε τράπεζα (δηλαδή όλα τα δάνεια και τις κάρτες που έχει σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα), θεσπίζοντας… βαθμολόγιο (point system) με βάση τη συμπεριφορά τους και σειρά άλλων κριτηρίων (π.χ. επάγγελμα, ηλικία κ.λπ.). Έτσι η κάθε τράπεζα θα αναλαμβάνει η ίδια την ευθύνη της συναλλαγής-συνεργασίας με έναν πελάτη, κρίνοντας αν και πού είναι συνεπής και αξιολογώντας την πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη της.
Στο νέου τύπου «Τειρεσία» θα μπορούσαν να καταγραφούν και οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες, δίνοντας πραγματική εικόνα για το ποιος, ενώ διαθέτει σημαντικά κεφάλαια στο εγχώριο πιστωτικό σύστημα, δεν πληρώνει τα δάνειά του, επικαλούμενος οικονομική ένδεια.
«Με τις υφιστάμενες διαδικασίες και λειτουργία, ο “Τειρεσίας” “πνίγει” την υγιή επιχειρηματικότητα. Θέλουμε το σύστημα να λειτουργεί ως αξιολόγηση των δανειοληπτών και των επιχειρήσεων όχι σαν απαγόρευση της τραπεζικής πρόσβασης», σχολίαζαν αρμόδια κυβερνητικά στελέχη. Και εξηγούσαν ότι, αν κάποιος προμηθευτής του Δημοσίου σήμερα έχει ακάλυπτες επιταγές, οφείλεται στο ότι το Δημόσιο δεν προβαίνει σε πληρωμές. Αυτός ο επιχειρηματίας, όμως, είναι πια εγγεγραμμένος στη «μαύρη λίστα» του «Τειρεσία».
Σήμερα υπολογίζεται ότι καταχωρισμένα στη «μαύρη λίστα» είναι περί τα 1,6 εκατ. φυσικά -και νομικά- πρόσωπα, επειδή δεν πλήρωσαν τις επιταγές ή τις δόσεις των δανείων τους.
Ωστόσο, ο αριθμός των δυσμενών στοιχείων που υπάρχει στο σύστημα είναι πολύ μεγαλύτερος, αφού ένας καταναλωτής -ως δανειολήπτης ή επιχειρηματίας- μπορεί να έχει περισσότερες από μία εγγραφές στα δυσμενή στοιχεία του «Τειρεσία».
Μόνο στο 9μηνο του 2012, τα «φέσια» από ακάλυπτες επιταγές και απλήρωτες συναλλαγματικές έφτασαν το 1,25 δισ. ευρώ. Το ίδιο διάστημα, η «μαύρη λίστα» του «Τειρεσία» υπολογίζεται ότι «εμπλουτίστηκε» με 199.623 νέες καταχωρίσεις φυσικών και νομικών προσώπων.
Τα δυσμενή στοιχεία αναγράφονται για διάστημα από 2 χρόνια όταν πρόκειται για επιταγές- συναλλαγματικές, 3 χρόνια για διαταγές πληρωμής, 4 χρόνια για πλειστηριασμούς και φτάνουν τα 10 χρόνια για πτωχεύσεις.
Δόση ίση με το 30% του εισοδήματος και κριτήρια για υπαγωγή στη ρύθμιση
Το υπουργείο Ανάπτυξης σκοπεύει να υιοθετήσει τις προγραμματικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης για αντιστοιχία της δόσης από στεγαστικά ή και καταναλωτικά δάνεια στο 30% του οικογενειακού φορολογητέου εισοδήματος, αν και η πλευρά των τραπεζών δεν συμφωνεί με αυτή την οριζόντια ρύθμιση.
Γι’ αυτό και παραμένει στο πλαίσιο του διαλόγου η εφαρμογή ενός «πλαφόν» στο ύψος των δανείων που θα μπαίνουν στη διαδικασία ρύθμισης, συνδέοντάς το και με εισοδηματικά κριτήρια (π.χ. έως 20.000 ευρώ).
Για το υπόλοιπο ποσό προτείνεται να υπάρξει μια άτοκη περίοδος, π.χ., 3-4 ετών με ετήσια αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης του δανειολήπτη.
«Πρέπει να προχωρήσουμε σε πραγματικές ρυθμίσεις που να αντιμετωπίζουν συνολικά αυτό το κοινωνικό πρόβλημα και όχι να θεσμοθετήσουμε κινήσεις που, ούτως ή άλλως, κάνουν από μόνες τους οι τράπεζες», σημείωναν σχετικά από το υπουργείο Ανάπτυξης.
Ένα από τα κριτήρια για την υπαγωγή ενός δανειολήπτη σε ρύθμιση θα είναι και το ποσοστό μείωσης των αποδοχών του, αλλά και η… αφετηρία αυτής. «Αν κάποιος έχει εισοδήματα 200.000 ευρώ το χρόνο και μειώθηκαν στις 100.000 μπορεί να έχασε το 50%, αλλά θα πρέπει να δικαιούται ρύθμισης ως υπερχρεωμένος;», ήταν το ερώτημα κορυφαίων στελεχών του υπουργείου Ανάπτυξης. Και αν, αντίστοιχα, κάποιος από τις 25.000 ετησίως «έπεσε» στις 20.000 ευρώ με τη μείωση του 25%, είναι πιο βασικό να βοηθηθεί ώστε να συνεχίσει να εξοφλεί τα χρέη του προς τις τράπεζες κανονικά…
Επίσης, οι ίδιες πηγές έφερναν ως παράδειγμα τις υφιστάμενες ρυθμίσεις των τραπεζών. Και σημείωναν ότι, αν κάποιος είχε 2.000 ευρώ μισθό το μήνα και πλήρωνε 700 ευρώ δόση στο στεγαστικό, αν σήμερα οι αποδοχές του είναι 800 ευρώ δεν μπορεί εξ ορισμού μετά από ρύθμιση να πληρώνει 500 ευρώ το μήνα στην τράπεζα. Άρα, αν και ρυθμισμένο με πρωτοβουλία από το πιστωτικό ίδρυμα, αυτό το δάνειο θα «κοκκινίσει».
Γι’ αυτό και μελετάται να υπάρξει και χρονικό όριο για την ένταξη δανείων σε ρύθμιση με έτος-ορόσημο την εκταμίευσή του το 2010. Αυτό σημαίνει ότι άλλη αντιμετώπιση θα έχει ένα στεγαστικό που «κοκκίνισε» το 2006 ή το 2007 και άλλη αυτό που παρουσιάζει πρόβλημα την τελευταία διετία της βαθιάς ύφεσης.
Επίσης, η κυβέρνηση θέλει να υπάρξουν σαφείς και χωρίς ψιλά γράμματα διευκολύνσεις για ευπαθείς ομάδες, όπως οι άνεργοι, οι χρόνια πάσχοντες και όσοι αντιμετωπίζουν πραγματικά συνθήκες φτώχειας, γι’ αυτό και έχει εισηγηθεί να υπάρξει περίοδος χάριτος με μηδενική καταβολή δόσεων για περίοδο 4-5 ετών. Για αυτές τις ομάδες πολιτών θα υπάρχει ετήσια εξέταση της οικονομικής και περιουσιακής τους κατάστασης.
Αλλαγές στο νόμο Κατσέλη για περισσότερους εξωδικαστικούς συμβιβασμούς
Σάρκα και οστά στον εξωδικαστικό συμβιβασμό επιδιώκει να δώσει η κυβέρνηση, σχεδιάζοντας αλλαγές στον νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Η εν λόγω διαδικασία δεν έχει «προχωρήσει» μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα πλέον οι αιτήσεις δικαστικής ρύθμισης τραπεζικών χρεών να λαμβάνει ημερομηνία δικάσιμου ακόμη και μετά από 6 χρόνια!
Το υπουργείο Ανάπτυξης έχει προτείνει στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών να λειτουργήσει ένας νομικός διαμεσολαβητής, ο οποίος, λαμβάνοντας για παράδειγμα την αμοιβή του παραβόλου, θα αναλαμβάνει να συμβιβάσει τράπεζα και δανειολήπτη, ρυθμίζοντας το δάνειο στο βαθμό που να μπορεί να εξυπηρετείται, ώστε να μην φτάνει η υπόθεση στην… έδρα του Ειρηνοδικείου.
Εκτός από δικηγόρους, αυτόν το ρόλο θα μπορούσαν να αναλάβουν και οικονομολόγοι-στελέχη των τραπεζών, ρυθμίζοντας τα δάνεια σε ρεαλιστική βάση.
Η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης θεωρεί πως με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό οι οφειλέτες μπορούν να επιτύχουν πιο ευέλικτη και ταχύτερη ρύθμιση για τη μείωση των χρεών.
Ουσιαστικά, αυτές οι ρυθμίσεις αφορούν στα φυσικά πρόσωπα, αφού οι επιχειρήσεις που μπορούν να υπαχθούν στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα δεν εντάσσονται στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου Κατσέλη. Ωστόσο, εξετάζεται η ρύθμιση οφειλών για όσους αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και τεκμαίρεται η εξαρτημένη εργασία τους (π.χ. ασφαλιστές, μεσίτες, μηχανικοί κ.ά.)
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο υφυπουργός Ανάπτυξης, κ. Σκορδάς, στη Βουλή, σε σύνολο 40.000 αιτήσεων για εξωδικαστικό συμβιβασμό, οι 27.000 έχουν τελικά οδηγηθεί στα δικαστήρια και από αυτές 5.000 υποθέσεις έχουν συζητηθεί. Ήδη 3.000 αποφάσεις έχουν δημοσιευθεί, εκ των οποίων το 50% οδήγησε σε ρυθμίσεις και από αυτές μόλις το 0,1% των υποθέσεων κατέληξε σε ολική διαγραφή χρέους.
Στο «κόκκινο» το 25% των συνολικών χορηγήσεων
Τέσσερα στα δέκα καταναλωτικά δάνεια και πάνω από 20% των στεγαστικών δανείων έχουν μπει πλέον στην «κόκκινη» ζώνη και δεν αποπληρώνονται.
Τα μεγέθη είναι εκρηκτικά, καθιστώντας ξεπερασμένη την καταγραφή της BlackRock, η οποία ολοκληρώθηκε το 2011 και ακόμη τα αποτελέσματά της δεν έχουν ανακοινωθεί επισήμως.
Η εικόνα είναι λίγο ως πολύ ίδια στις τράπεζες, τα στελέχη των οποίων «βλέπουν» ότι οι ρυθμίσεις που κάνουν -συνήθως επιμήκυνση διάρκειας- πέφτουν στο κενό, αφού οι δανειολήπτες αδυνατούν να αποπληρώσουν ακόμη και «κουρεμένες» δόσεις. Από τις αρχές του έτους οι τράπεζες έχουν προβεί σε περισσότερες από 200.000 τέτοιες ρυθμίσεις-διευθετήσεις.
Οι «κόκκινες» οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες εκτιμώνται πλέον στα 55-60 δισ. ευρώ, σε συνολικά υπόλοιπα 232 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας σχεδόν στο 25% των χορηγήσεων.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες, από τις αρχές του 2012 μέχρι σήμερα, έχουν καταγγελθεί περισσότερα από 1,6 εκατ. χορηγητικά προϊόντα κάθε κατηγορίας (καταναλωτικά, στεγαστικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, επιχειρηματικά). Μόνο για τις πιστωτικές έχουν σχεδόν διπλασιαστεί οι καταγγελίες από το 2009, ανεβάζοντας τον αριθμό των «κόκκινων» καρτών στις 450.000, ενώ πάνω από μισό εκατομμύριο καταναλωτικά δάνεια ανακηρύχθηκαν επισφαλή. Οι εκτιμήσεις για τα στεγαστικά που δεν αποπληρώνονται είναι εξίσου δυσοίωνες και ήδη υπολογίζεται ότι μέσα το τρέχον έτος έχουν καταγγελθεί πάνω από 150.000 δάνεια αυτής της κατηγορίας.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι στο διάστημα 2 Σεπτεμβρίου-2 Οκτωβρίου 2012 μόνο το Ειρηνοδικείο Αθήνας εξέδωσε 7.500 διαταγές πληρωμής για χρέη δανειοληπτών από καταναλωτικά και πιστωτικές κάρτες, για ποσά κάτω από 20.000 ευρώ.
Η δε άνοδος στα καθυστερούμενα δάνεια τους τελευταίους μήνες πραγματοποιείται με «εκρηκτικούς» ρυθμούς. Υπολογίζεται ότι αυξάνονται με ρυθμό 1% το μήνα, όταν πέρυσι ο ρυθμός αυτός ήταν 1,5% στο τρίμηνο.
Ρόη Χάϊκου, στον Τύπο της Κυριακής
http://www.lykavitos.gr/2012/11/blog-post_9615.html