Στα τέλη του 2012, ο Σαμαράς φιλοδοξούσε η κυβέρνησή του να φτάσει μέχρι αυτό το φθινόπωρο. Στο Μαξίμου προεξοφλούσαν ότι μετά τις γερμανικές εκλογές θα γίνουν κινήσεις που θα μεταστρέψουν το κλίμα στην οικονομία και κατ’ επέκταση θα τους ενισχύσουν πολιτικοεκλογικά. Για την ακρίβεια, προεξοφλούσαν ότι το Βερολίνο θα δεχόταν το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους που έχουν στα χέρια τους οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Θεωρούσαν ότι μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα έδινε μια ριζική λύση στο πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους, αλλά θα άλλαζε και την εικόνα για την ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα να δρομολογήσει αναπτυξιακή δυναμική.Αν κρίνουμε από τις επανειλημμένες επίσημες δηλώσεις, το ενδεχόμενο ενός τέτοιου «κουρέματος» έχει αποκλειστεί από το Βερολίνο. Όλα δείχνουν ότι αντί αυτού θα επιλεγεί τελικά ο μηδενισμός του επιτοκίου για τα επόμενα χρόνια και η επιμήκυνση του χρόνου πληρωμής των ομολόγων. Ο τρόπος αυτός ανακουφίζει, αλλά δεν λύνει οριστικά το πρόβλημα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παραμείνει για τα επόμενα χρόνια στα γόνατα, ανίκανη να ορθοποδήσει. Αυτό φαίνεται όχι μόνο να μην ενοχλεί, αλλά και να βολεύει τη γερμανική στρατηγική για την Ευρωζώνη.
Προς το παρόν, ο Σαμαράς προσπαθεί να αποσπάσει από την τρόικα το «πράσινο φως» για να δώσει κάποια ασήμαντα «δωράκια» στους δοκιμαζόμενους Έλληνες. Ακόμα και στην καθόλου σίγουρη περίπτωση που τα καταφέρει, η δραματική κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί αισθητά. Όλα δείχνουν, άλλωστε, ότι το επόμενο διάστημα η πίεση στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά θα ενταθεί.
Ορισμένοι συνδέουν την προσπάθεια του πρωθυπουργού με την πρόθεσή του να προκηρύξει εκλογές. Στην πραγματικότητα, η προσπάθειά του έχει να κάνει με την ανάγκη της κυβέρνησής του να μπορεί να πουλήσει κάτι στην κοινή γνώμη. Θέλει να επαναλάβει την προπαγανδιστική διαχείριση της δοκιμαστικής μείωσης του ΦΠΑ για την εστίαση, όταν ένα δευτερεύουσας σημασίας ζήτημα για την εθνική οικονομία αναδείχθηκε από τον επικοινωνιακό μηχανισμό της κυβέρνησης σε κεντρικό θέμα.
Το ενδεχόμενο να στηθούν κάλπες, ωστόσο, δεν είναι απίθανο. Ένας τρόπος που αυτό μπορεί να προκύψει είναι να σημειωθεί ρήγμα στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ο Βενιζέλος είναι αποφασισμένος να βαδίσει μέχρι το τέλος την οδό του Μνημονίου, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι το ίδιο ισχύει για όλους τους βουλευτές του.
Παρά την απεγνωσμένη προσπάθεια να δημιουργηθεί μια δυναμική επανασυσπείρωσης, είναι εξόφθαλμο ότι ο «πράσινος ήλιος» βαίνει προς τη δύση του. Η συνεχιζόμενη πολιτική απαξίωση και η εκλογική αιμορραγία του ΠΑΣΟΚ καθιστούν την προοπτική του σκοτεινή. Το γεγονός αυτό παροξύνει τις εσωτερικές αντιθέσεις και τροφοδοτεί τις υποφώσκουσες διαλυτικές τάσεις. Ο ετεροβαρής κυβερνητικός συνεταιρισμός με τη ΝΔ, άλλωστε, βιώνεται τραυματικά από το σκληρό πυρήνα της «πράσινης φυλής».
Η ώρα της κρίσης θα έρθει όταν οι βουλευτές της συμπολίτευσης θα κληθούν να ψηφίσουν νέα μέτρα. Αυτό ισχύει για «γαλάζιους», αλλά πολύ περισσότερο για «πράσινους» βουλευτές. Ασφαλείς προβλέψεις δεν μπορούν να γίνουν, αλλά είναι προφανές ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ο αδύναμος κρίκος του κυβερνητικού συνασπισμού.
Κάλπες, όμως, μπορεί να στηθούν κι αν ο Σαμαράς συνειδητοποιήσει ότι είναι αδύνατον πια να κυβερνήσει και ότι αν συνεχίσει κινδυνεύει να τα χάσει όλα. Ο ίδιος έχει επανειλημμένως πει σε κλειστό κύκλο ότι εάν τον πιέσουν ασφυκτικά θα τα παρατήσει και η τρόικα ας πάει να τα βρει με τον Τσίπρα. Τέτοια λόγια, βεβαίως, λέγονται εύκολα και πολύ δύσκολα μετατρέπονται σε πράξη. Τίποτα, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί, παρότι το ευρωιερατείο είναι κατηγορηματικά αντίθετο με την προκήρυξη εκλογών.
Αυτό που αποκλείεται είναι ο Σαμαράς να προκηρύξει εκλογές με σκοπό να τις κερδίσει. Το κλίμα γίνεται συνεχώς πιο δυσμενές για τη ΝΔ. Ο βασικός λόγος που ακόμα διατηρείται η ασταθής ισορροπία δυνάμεων είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κεφαλαιοποιεί πολιτικοεκλογικά την καταγραφόμενη στις δημοσκοπήσεις αρνητική στάση της μεγάλης πλειονότητας των ψηφοφόρων έναντι της ασκούμενης πολιτικής. Και δεν την κεφαλαιοποιεί, λόγω της αδυναμίας του να πείσει ότι διαθέτει ένα ρεαλιστικό σχέδιο εξόδου από την κρίση.
Ακόμα, λοιπόν, και στην όχι πολύ πιθανή περίπτωση που η ΝΔ έρθει πρώτο κόμμα, δεν θα έχει δυνατότητες να βρεθεί σε καλύτερη θέση απ’ό,τι είναι σήμερα. Με τα οικονομικά ερείπια να συσσωρεύονται και με τις αντοχές της κοινωνίας να εξαντλούνται, η ΝΔ δείχνει να αντέχει εκλογικά, επειδή ο συρρικνούμενος χώρος του Μνημονίου συσπειρώνεται γύρω της. Με άλλα λόγια, συντηρεί το ποσοστό της, απομυζώντας εκλογικά το ΠΑΣΟΚ και τη μνημονιακή πτέρυγα της ΔΗΜΑΡ. Το πολιτικό πρόβλημα της «παράταξης του Μνημονίου» είναι ότι δεν διαθέτει πια εφεδρείες και ως εκ τούτου ο Σαμαράς δεν έχει εναλλακτικές.
Επίκαιρα