Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

Λαός μου, τί εποίησά σοι ή τί σοι παρηνώχλησα;


(ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ. Αντίφωνον ιβ’. Ήχος πλ.δ’)

Πελασγός ο Μιλήσιος, προσψαυόμενος λόγον

 Η Προδοσία
Θεοφάνης ο Κρης
Ιερά Μονή Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους
Δοκιμαστήριον οι ψυχές κατά την μακρά νηστεία, καθότι ο Δεσπότης Χριστός, νέμει τοις δούλοις τον πλούτον.
Ο μεν σοφίαν κομιείτω δι έργων αγαθών,
ο δε λειτουργίαν λαμπρότητος επιτελείτω,
κοινωνείτω δε του λόγου πιστός τω αμυήτω
και σκορπιζέτω τον πλούτον πένησιν άλλος.
Ο ένας να προσπορίσει σοφία με τα αγαθά του έργα,
ο άλλος να επιτελέσει λαμπρό λειτούργημα,
ο πιστός να μεταλαμπαδεύσει τον λόγο του Θεού στον αμύητο
και κάποιος άλλος να διαμοιράσει τον πλούτο στους πεινώντες.
Άπαντα, Δωρήματα Δεσποτικής χαράς.
Και η Μεγάλη Εβδομάδα, η κορύφωση και Ταμιευτήρ των ψυχών της Εσοδείας της Νηστείας.
Χαρμολύπης αισθήματα, αναβλύζει της Μεγάλης των Παθών Εβδομάδος η Ανάμνηση.
Έσοπτρον της ψυχής η στέρηση των νηστευτών, το νόστο εκζητούντες!
Τί Μυστήριο! Τό νόστο της Αναστάσεως του Προσώπου από τις Πτώσεις του. Αντιφέγγισμα της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως του Κυρίου.
Της Σταυρώσεως προοίμιο η Προδοσία. Καθότι “ο άνομος αρνείται τον Διδάσκαλον. μαθητής γενόμενος, Δεσπότην παρέδωκεν”, όπως σπαράσσει ο Υμνωδός σε ήχο βαρύ, στο Αντίφωνο στ’.
Το Μαρτύριο του Κυρίου, στου λαού μας τα εσώψυχα, ξεχωριστά στον καθένα και στου Γένους τα Πάθη. Αυτό το συναίσθημα, απότοκο της Μετάνοιας, κενώνουν τα μνημεία του μετα Βυζαντινού μεγαλείου της Αγιορείτικης Αγιογραφίας. Από την Πτώση της Βασιλεύουσας μέχρι σήμερα.
Όπως η “Προδοσία” του Θεοφάνους του Κρητός στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα.
Η χαρμολύπη, η Σταύρωση και η Ανάσταση της ψυχής, εκζητούσα τον νόστο της Παλλιγγενεσίας, διότι πάσχει η κτίσις εν Σταυρώ καθορώσα τον Κύριον.
Εν τη επισκοπή, διότι “Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν”.(Εβρ. Ιγ,14).
Η μένουσα, των Παθών αποκύημα, και η μέλλουσα, της Αναστάσεως απαύγασμα.
Ο νεφέλαις τον πόλον περιβάλλων, ζώννυται λέντιον και κάμπτει γόνυ, δούλων εκπλύναι πόδας,
υποδεικνύων τύπον ταπεινώσεως τοις Μαθηταίς Του και
Νόμου φιλίας ο δυσώνυμος Ισκαριώτης γνώμη επιλαθόμενος, ούς ενίψατο ηυτρέπισεν εις προδοσίαν πόδας“.Και σπαράσσει ο Μελωδός στην Υμνωδία, σε ήχο βαρύ:
Ιούδας ο παράνομος, Κύριε, ο βάψας εν τώ δείπνω την χείρα εν τω τρυβλίω μετά Σού,
εξέτεινεν ανόμως τας χείρας του λαβείν αργύρια.
και ο του μύρου λογισάμενος τιμήν, Σέ τον Ατίμητον ούκ έφριξε πωλήσαι“.Και γοερώς ο Μελωδός οικτίρει τον Ιούδα καθότι “το της φιλοπτωχείας κρύπτει προσωπείον και της πλεονεξίας ανακαλύπτει την μορφήν. ουκέτι των πενήτων φροντίζει. ουκέτι το μύρον πιπράσκει (πωλεί) το της αμαρτωλού, αλλά το ουράνιον μύρον διότι νοσφίζεται τα αργύρια!
Ώ! συμπιλήματα της του Ιούδα Προδοσίας ! Προδοσίας και παραδόσεως!
Και τον παραδίδομε, οι οιονεί Ιούδες, κάθε στιγμή, τοις παγκοσμίοις παρανόμοις, τα λύτρα εκζητούντες επί αντικαταβολή ψάλλοντες, προς τον Οικτίρμονα Ιησού:
“Εξέδυσάν με τα ιμάτια μου και ενέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην…” και “τον νώτον μου έδωκα εις μαστίγωσιν, το δε πρόσωπόν μου ουκ απεστράφη από εμπτυσμάτων…”
Ο Δεσπότης της Κτίσεως, ήλοις προσπήγνυται, και τω σπόγγω προσψαύεται ο μάννα επομβρήσας! Τιμώντες την Ανάμνησιν ο επιλήσμων λαός, αενάωςΚαθότι “τους τυφλούς σου εφώτισα, τους λεπρούς σου εκαθάρισα, άνδρα όντα επί κλίνης ηνωρθωσάμην”.
Των δυσεβών το πλήθος, το “φαγόντων το μάννα εν τη ερήμω, και γογγυζόντων κατά του τροφέως“, καιμιαιφονίας έγκλημα κληρωσάμενοι“, της σπείρας συναξάμενοι της “μή αιδεσθείσης τας ευεργεσίας“, αίτιοι πουήλοις προσηλώθη ο Νυμφίος της Εκκλησίας.
Και ο Ιωσήφ ο Ευσχήμων, ο αποκαθηλών τον Νυμφίον της Εκκλησίας, τας αμαρτίας των ασχημονούντων ασχημόνων βουλευτών προδιετύπωσε, οι των ιερών συμβόλων μας καθ’εκάστην αποκαθηλούντων!
 Γι’ αυτό μεταμελούμεθα, και εξόδιον ύμνον και επιτάφιον ωδήν ασόμεθα.Γιαυτό Αλαζών Ισραήλ, μιαιφόνε λαέ:
Δός μοι τούτον τον ξένον, όν ξενίζομαι βλέπων του θανάτου το ξένον.
δός μοι τούτον τον ξένον, όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους.
δός μοι τούτον τον ξένον, όν Εβραίοι τω φθόνω αποξένωσαν κόσμω.
δός μοι τούτον τον ξένον, ίνα κρύψω εν τάφω,
ός ως ξένος ούκ εχει την κεφαλήν πού κλίνη.
Ίνα οδηγηθώμεν εις την προδιατυπουμένην ημέραν την εβδόμην παρά του Μωυσέως.
Τούτο γαρ εστί το ευλογημένον Σάββατον,
η της καταπαύσεως ημέρα, δια της κατά τον θάνατον οικονομίας τη σαρκί σαββατίσας,
και εις ό ήν πάλιν επανελθών δια της Αναστάσεως.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
στους απανταχού του Γένους των Ελλήνων
Πελασγός ο Μιλήσιος