Ένας απ’ τους μεγαλύτερους και θλιβερότετους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας είναι το εμπόριο ναρκωτικών. Χάνονται ζωές, διαλύονται οικογένειες, γεννιούνται μωρά ήδη εξαρτημένα από ναρκωτικές ουσίες εφόσον η μητέρα τους είναι χρήστης. Θα δούμε σήμερα το παράδειγμα των μεξικανικών καρτέλ κοκκαίνης, θεωρώντας πως αντίστοιχα κινούνται όλα τα καρτέλ ναρκωτικών ουσιών, είτε πρόκειται για όπιο, είτε για ηρωίνη και λοιπές άλλες ουσίες αυτής της κατηγορίας. Μάλιστα, βασικό στοιχείο της αντικειμενικής θεώρησης είναι να αντιληφθούμε πως πέρα από τις όποιες επιφανειακές ηθικολογίες του τύπου “δεν είναι σωστό”, ή τυχόν παράπλευρα χαρακτηριστικά όπως λόγου χάρη η αδίστακτη βία και ο βαρύς οπλισμός, τα καρτέλ των ναρκωτικών αποτελούν επιχειρήσεις που αντιλαμβάνονται τις δραστηριότητές τους με όρους αγοράς, προσφοράς και ζήτησης, και φυσικά, κέρδους.
Υπάρχουν αρκετές διακριτές πτυχές επιχειρηματικής φύσεως που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά των μεξικανικών καρτέλ κοκκαίνης. Μια τέτοια πτυχή είναι ο κύκλος καλλιέργειας και μαζέματος της μαριχουάνας στην δυτική Σιέρα Μάδρε. Μια άλλη πτυχή είναι η εκβιομηχάνιση της παραγωγής μεθαμφεταμίνης στο Μεξικό, και τα τεράστια κέρδη που έχει αποφέρει στα καρτέλ τα τελευταία χρόνια. Εάν όμως θέλουμε να μελετήσουμε την δια-συνοριακή συμπεριφορά των μεξικανικών καρτέλ, τότε μπαίνουμε για τα καλά στην οικονομία της κοκκαίνης.
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ
Η κοκκαίνη προέρχεται/εξάγεται από τα φύλλα του φυτού της κόκας και τρεις χώρες αποτελούν την πηγή καλλιέργειάς της: Περού, Κολομβία και Βολιβία. Το να μετατραπούν τα φύλλα της κόκας –που οι χωρικοί αυτών των κρατών μασούν όλη μέρα- σε κοκκαίνη είναι μια σχετικά απλή διαδικασία σε τρεις φάσεις: πρώτα συλλέγονται τα φύλλα, μετά μετατρέπονται σε κοκαόμαζα και στη συνέχεια σε κοκκαίνη μέσα από μια σειρά χημικών πρόσθετων κι επεξεργασίας όπως το υδροχλωρικό οξύ, η ακετόνη, το θειικό οξύ κλπ. Τα περισσότερα απ’ αυτά τα χημικά πρόσθετα βρίσκονται εύκολα, ενώ οι αρχές αδυνατούν να τα ελέγξουν.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ (UN Office on Drugs and Crime), οι Κολομβιανοί χωρικοί πληρώνονται με 1,3 δολλάρια ανά κιλό φρέσκων φύλλων κόκας, ενώ στο Περού και τη Βολιβία όπου τα φύλλα αποξηραίνονται στον αέρα πρώτα, η τιμή φτάνει τα 3 δολλάρια το κιλό. Χρειάζονται περίπου 450-600 κιλά φρέσκων φύλλων κόκας για την Παρασκευή ενός κιλού κοκαόμαζας, ανάλογα την ποικιλία του φυτού (καθότι ορισμένες ποικιλίες έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε αλκαλοειδή της κοκαίνης). Αυτό σημαίνει πως με τιμή τα 1,3 δολλάρια ανά κιλό φρέσκων φύλλων, η παρασκευή ενός κιλού κοκαόμαζας κοστίζει 585 – 780 δολ. Στη συνέχεια ένα κιλό κοκαόμαζας μετατρέπεται σε περίπου ένα κιλό της γνωστής κοκαίνης.
Καθ’ οδόν από τις καλλιέργειες προς τον τελικό χρήστη, η τιμή του ναρκωτικού αυξάνεται, μέσα από μια σειρά μεσαζόντων, όπως ακριβώς συμβαίνει και με οποιοδήποτε άλλο προιόν, πχ τα λαχανικά! Σύμφωνα με την κολομβιανή αστυνομία, ένα κιλό κοκαίνης κοστίζει στην χονδρική περί τα 2.200 δολλάρια, αν αγοραστεί στην “πηγή”, δηλαδή στα άδυτα της κολομβιανής ζούγκλας, και 5.500-7.000 δολλάρια αν αγοραστεί από εμπόρους που κινούνται στα λιμάνια της χώρας. Η τιμή της κοκαίνης συνεχίζει να αυξάνεται όταν μετατρέπεται σε εξαγώγιμο προιόν: έχοντας φύγει από την Κολομβία, πουλιέται στην Κεντρική Αμερική γύρω στις 10.000 δολλ., ενώ στα σύνορα με το Μεξικό πια αγγίζει τις 12.000 το κιλό. Στο βόρειο Μεξικό η τιμή χονδρικής φτάνει τις 16.000 το κιλό και όταν πια περάσει τα αμερικανικά σύνορα κυμαίνεται μεταξύ 24.000-27.000 ανάλογα την πολιτεία. Στην Ευρώπη οι τιμές χονδρικής πάντα είναι μεταξύ 53.000-55.000 ενώ ξεπερνούν τις 200.000 στην Αυστραλία.
Αντίστοιχα ψηλές είναι και οι τιμές λιανικής (με το γραμμάριο): ΗΠΑ 100-150 δολλ. Ευρώπη 130-185 δολλ. και Αυστραλία, 250-500 δολλ.
Επιπροσθέτως τα κέρδη αυτά γίνονται ακόμη μεγαλύτερα αν συνυπολογίσει κανείς τα ποσοστά νοθείας. Όταν η κοκαίνη εξάγεται χονδρικά από την Κολομβία, η καθαρότητά της είναι περίπου 85%, όταν φτάνει στην Ευρώπη το ποσοστό πέφτει στο 60%, ενώ σε επίπεδο λιανικής, επίπεδο δηλαδή τελικού χρήστη, η καθαρότητα είναι μόλις 30%, σύμφωνα με τον ΟΗΕ (στοιχεία 2012).
ΤΟ ΚΑΡΤΕΛ ΚΟΚΑΙΝΗΣ
Το λαθρεμπόριο στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού αναπτύχθηκε ευθύς μόλις οριοθετήθηκαν τα σύνορα ανάμεσα στις δύο χώρες τον 19ο αιώνα. Το μεξικανικό οργανωμένο έγκλημα εισήγαγε παράνομα μαριχουάνα ήδη από το 1900, ενώ αργότερα κατάφερε να πολλαπλασιάσει κέρδη και “επενδυτικές ευκαιρίες” κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης. Όταν η αμερικανική ζήτηση για ναρκωτικά αυξήθηκε στα μέσα του 20ου αιώνα, το μεξικανικό ναρκοκαρτέλ δραστηριοποιήθηκαν και σε άλλες ναρκωτικές ουσίες, φυσικές ή συνθετικές όπως η ηρωίνη. Η καλλιέργεια της ινδικής κανάβεως ξεκίνησε γύρω στο 1930.
Το μεξικανικο ναρκοκαρτέλ, γνωστό και ως καρτέλ της Γκουανταλαχάρα, ξεκίνησε να εφοδιάζει αυτόνομα με κοκαίνη τις ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του 1970, αλλά μέχρι τότε αποτελούσε τον μικρό συνεταίρο των πολύ ισχυρότερων καρτέλ της Κολαμβίας, στο Μεντεγίν και το Κάλι. Κι αυτό διότι το Μεξικό ήταν “εναλλακτικός” εμπορικός δρόμος της κοκαίνης, με πρωτεύοντα θαλάσσιο άξονα την Καραιβική. Οι Κολομβιανοί είχαν τη μερίδα του λέοντος στα κέρδη από τη διακίνηση και το εμπόριο, ενώ οι Μεξικάνοι είχαν ποσοστά για κάθε κιλό κοκαίνης που διακόμιζαν μέσω της χώρας τους προς τις ΗΠΑ. Στις δεκαετίες του 70 και του 80 (στην πρώιμη φάση δηλαδή της ενεργοποίησης του μεξικανικού ναρκοκαρτέλ στη διακίνηση κοκαίνης προς τις ΗΠΑ), διάφοροι κεντροαμερικανοί “μεσάζοντες” κοκαίνης, όπως ο Χουάν Μάττα-Μπαλεστέρος, έκαναν τεράστιες περιουσίες μέσα από το λαθρεμπόριο της κοκαίνης από τη Νότια Αμερική προς το Μεξικό. Όμως η συστηματικοποίηση των προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων πάταξης των ναρκωτικών από τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την καλύτερη και τεχνολογικά αποτελεσματικότερη φύλαξη από θαλάσσης και αέρος, και τη διάλυση του μεγαλύτερου μέρους του κολομβιανού καρτέλ από τις αρχές, εξέτρεψαν το λαθρεμπόριο κοκαίνης σε νέους, χερσαίους άξονες στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Είναι πολύ πιο δύσκολο να εντοπισθούν τα ναρκωτικά κατά μήκος των συνόρων, μέσα σε όλα τα άλλα εμπορεύματα, σε σχέση με ένα καράβι που διαπλέει την Καραιβική.
Η αλλαγή της “σπουδαιότητας” του Μεξικού στους δρόμους της κοκαίνης επέτρεψε στο μεξικανικό ναρκοκαρτέλ να διαπραγματευτεί τη θέση του, τα κέρδη του και φυσικά το μερίδιό του από θέση ισχύος, απέναντι στους παραδοσιακούς του συναιτέρους, τα κολομβιανά και τα υπόλοιπα κεντρο-αμερικανικά καρτέλ. Για την ακρίβεια, απ’ τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα, το μεξικανικό ναρκοκαρτέλ έχει γίνει ο κύριος συνέταιρος. Οι μεξικανοί δεν επαναπαύθηκαν στις “δάφνες” τους.
· Σε μια προσπάθεια να αυξήσουν ακόμη περισσότερο μερίδιο αγοράς και κέρδη, έχουν βγάλει απ’ τη μέση πολλούς κεντρο-αμερικανούς ναρκομεσάζοντες και σήμερα ελέγχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό το συνολικό δίκτυο διακίνησης της κοκαίνης από την εξαγωγή της από την Κολομβία μέχρι την εισαγωγή της στις ΗΠΑ. Σε απλά μαθηματικά, το μεξικανικό ναρκοκαρτέλ αγοράζει κατευθείαν στην κολομβιανή χονδρική ένα κιλό κοκαίνης για περίπου 1000 δολλάρια και το πουλάει στους αμερικανούς συναιτέρους του για 24.000 δολ.
· Επιπλέον, το καρτέλ έχει επεκταθεί πλέον και σε Κολομβία, Περού και Βολιβία, στην διαδικασία επεξεργασίας των φύλλων κόκας σε κοκαόμαζα και μετά κοκαίνη. Υπάρχουν αστυνομικές αναφορές κατάσχεσης κοκαόμαζας καθ’ οδόν προς παράνομα εργαστήρια επεξεργασίας στις Ονδούρες και τη Γουατεμάλα. Εκτιμάται από τις αρχές πως αυτά τα εργαστήρια, όλα ιδιοκτησίας του μεξικανικού ναρκοκαρτέλ, είναι μια κίνηση να αντιμετωπισθούν τα όλο και σκληρότερα μέτρα εξάρθρωσης των παράνομων χημικών (που είναι απαραίτητα για την παρασκευή της κοκαίνης) και πάταξης των ναρκωτικών από τις κολομβιανές αστυνομικές αρχές.
Σύμφωνα με τις Αρχές Δίωξης Ναρκωτικών των ΗΠΑ, το μεξικανικό ναρκοκαρτέλ είναι ο μεγαλύτερος παίκτης στο παγκόσμιο εμπόριο κοκαίνης, ενώ καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για περαιτέρω κυριαρχία κι έλεγχο των δικτύων λαθρεμπορίου προς ΗΠΑ, μέσω πχ της Δομινικανής Δημοκρατίας και της Αιτής. Σε παγκόσμιο επίπεδο, δραστηριοποιούνται πλέον άμεσα στη διακίνηση κοκαίνης και προς Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Αν και η μαριχουάνα ήταν η βασική πηγή εσόδων του μεξικανικού ναρκοκαρτέλ, είναι τα τεράστια κέρδη της κοκαίνης που τους επέτρεψαν να γίνουν τόσο ισχυροί σήμερα. Δισεκατομμύρια δολλάρια κέρδη “ανακυκλώθηκαν”, “επενδύθηκαν” ταίζοντας την όρεξη για περαιτέρω κυριαρχία, και καθιστώντας την πραγματικότητα. Σήμερα το μεξικάνικο ναρκοκαρτέλ έχει τη δυνατότητα να αγοράζει πλοία και αεροπλάνα με πολεμικές δυνατότητες και τεχνολογία, να συντηρεί στρατούς λαθρεμπόρων, να στρατολογεί δολοφόνους (σικάριους) και να εξαγοράζει πολιτικές και αστυνομικές αρχές χωρών στις οποίες έχει ήδη ή θέλει να εισβάλει.
Η κόκα είναι ένα φυτό με πολύ οριοθετημένο τόπο παραγωγής/καλλιέργειας. Κατά συνέπεια, το μεγαλύτερο βάρος των αστυνομικών αρχών πρέπει να πέσει στην εξάρθρωση του τεράστιου και δαιδαλώδους δικτύου λαθροδιακίνησης και λαθρεμπορίου που “ενώνει” τον τόπο καλλιέργειας του φυτού με τους τελικούς χρήστες κοκαίνης σ’ όλον τον πλανήτη.
ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η παπαρούνα του οπίου είναι και η πηγή των οποιοειδών, που περιλαμβάνουν το όπιο, την μορφίνη, την ηρωίνη και κωδείνη. Ήταν γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων για την ικανότητα τους να ανακουφίζουν τον πόνο και να προκαλούν αίσθηση ευφορίας. Έχουν βρεθεί πήλινες σουμεριακές πλάκες που χρονολογούνται περίπου στο 4000 π.Χ. κι αναφέρονται στη παπαρούνα ως το φυτό της χαράς. Περίπου την ίδια εποχή οι αρχαίοι Ίνκας στις Άνδεις μασούσαν φύλλα κόκας για να κάνουν τις καρδιές τους και την αναπνοή τους να λειτουργούν γρηγορότερα καθώς ζούσαν σε μεγάλα υψόμετρα, όπου το οξυγόνο είναι λιγότερο. Οι ιθαγενείς του Περού μασούσαν φύλλα κόκας μόνο κατά τις θρησκευτικές τελετές τους. Αυτό το ταμπού έσπασε όταν εισέβαλαν οι Ισπανοί στο Περού το 1532. Ανάγκαζαν τους Ινδιάνους να εργάζονται στα Ισπανικά ορυχεία ασημιού και τους προμήθευαν φύλλα κόκας γιατί έκαναν ευκολότερο τον έλεγχο και την εκμετάλλευσή τους.
Ο 19ος αιώνας κέρδισε το τίτλο του ως ο παράδεισος του ναρκομανή, γιατί τα οποιειδή ήταν φθηνά, νόμιμα και ευρέως διαθέσιμα. Πολλοί άνθρωποι τον19ο αιώνα βασίζονταν στα οπιοειδή ως αναλγητικά-παυσίπονα, και γιατροί και φαρμακοποιοί συνταγογραφούσαν το λάβδανο, ένα μείγμα οπίου και αλκοόλ, ως “μαγικό ελιξήριο” για πολλά προβλήματα φυσιολογικής και ψυχολογικής μορφής. Το λάβδανο σταματούσε τον πόνο και έκανε το χρήστη να ανακουφίζεται, και να χαλαρώνει από τα προβλήματα του χωρίς όμως να τα λύνει. Επειδή μια αρκετά μεγάλη δόση του λάβδανου μπορούσε να είναι θανατηφόρα, ήταν ευρέως διαδεδομένο στις αυτοκτονίες του 19ου αιώνα στην Αγγλία.
Στις αρχές του 1860, φυσικοθεραπευτές χρησιμοποιούσαν τη μορφίνη, το κυρίως δραστικό συστατικό στο όπιο, για να εξαλείψουν τον πόνο στους τραυματίες του Αμερικανικού εμφυλίου. Η ονομασία της μορφίνης προερχόταν από το όνομα του Μορφέα, του αρχαίου Έλληνα θεού των ονείρων, επειδή προκαλούσε μια κατάσταση ευτυχισμένης ανεμελιάς. Κατά τη διάρκεια του 1898, επιστήμονες χρησιμοποίησαν το όπιο για να δημιουργήσουν ένα δυνατότερο παράγωγο, την ηρωίνη. Η ηρωίνη σχετίζεται με τη λέξη “ήρωας” γιατί ήταν ευπρόσδεκτη ως θεραπεία για την εξάρτηση της μορφίνης.
Η κοκαΐνη απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1859 από έναν 24χρονο Γερμανό φοιτητή χημείας, ονόματι Albert Niemann, που περιέγραψε τη μεθοδολογία του στη διδακτορική διατριβή του Über eine neue organische Base in den Cocablättern : νέα οργανική βάση στα φύλλα κόκας. Η νέα ανακάλυψη βρήκε σχεδόν αμέσως “ιατρικές” εφαρμογές. Το 1879 ένας από τους πρωτοπόρους της τοπικής αναισθησίας, ο ευπατρίδης Vassili von Anrep, κατέδειξε τις αναλγητικές ιδιότητες της κοκαίνης ενώ λίγα μόλις χρόνια νωρίτερα ο ιταλός γιατρός Paolo Mantegazza γυρνώντας απ’ το Περού, έγραψε πραγματεία σύμφωνα με την οποία η κοκαίνη ήταν χρήσιμη φαρμακευτικά σε πολλά επίπεδα πέρα από την αντοχή και την ευφορία, όπως στη …λεύκανση των δοντιών, την …πρωινή ξηροστομία και στην καταπολέμιση των… πορδών! Μεταξύ όλων των άλλων, κι ο πατέρας της ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόιντ έκανε ο ίδιος χρήση κοκαΐνης, ενώ τη θεωρούσε τονωτική για τη θεραπεία της κατάθλιψης και της σεξουαλικής ανικανότητας. Κατά μια έννοια οι Ιταλοί επιστήμονες της εποχής αποδείχθηκαν πιο ευφάνταστοι. Ένας άλλος Ιταλός χημικός, ο Angelo Mariani που είχε διαβάσει την πραγματία του Mantegazza, διέβλεψε τις επιχειρηματικές ευκαιρίες της κοκαίνης, και άρχισε να λανσάρει το κρασί Μαριάνι, το οποίο περιείχε 6mg κοκκαίνης ανά ουγκιά οίνου. Ο ίδιος ο πάπας Λέων ο ΧΙΙΙ είχε περιστασιακά μαζί του ένα φλασκί τέτοιο κρασί, ενώ δεν παρέλειψε να παρασημοφορήσει τον Ιταλό χημικό με το χρυσό μετάλλιο του Βατικανού.
Λίγο αργότερα, το 1886, η αρχική συνταγή του κατασκευαστή της γνωστής μας Κόκα Κόλα John Styth Pemberton, περιείχε μια “πρέζα φύλλων κόκας”, αλλά αυτό σταμάτησε το 1906, μετά στη σχετική απαγορευτική νομοθεσία που πέρασε στο αμερικανικό κονγκρέσο. Το πόση ποσότητα κοκαίνης περιείχε το αναψυκτικό τα πρώτα 20 χρόνια της παρασκευής του είναι σήμερα αδύνατον να εκτιμηθεί…