Της Μαρίας Βουργάνα
Φορολογουμένους πολλών ταχυτήτων δημιουργεί το νέο σύστημα φορολόγησης των εισοδημάτων που θεσπίζεται με το φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή. Φορολογούμενοι με τα ίδια ακριβώς εισοδήματα και την ίδια οικογενειακή κατάσταση θα πληρώνουν πλέον φόρους διαφορετικού ύψους. Οι φόροι θα καθορίζονται ανάλογα με την πηγή προέλευσης του εισοδήματος. Αυτό σημαίνει ότι για το ίδιο ύψος εισοδήματος, διαφορετικό φόρο θα πληρώνει ο μισθωτός, διαφορετικό ο ελεύθερος επαγγελματίας και άλλο ο ιδιοκτήτης ακινήτων που εισπράττει ενοίκια. Πολλοί θα δουν το φορολογικό «λογαριασμό» τους να «φουσκώνει» σημαντικά, ενώ άλλοι θα διαπιστώσουν φορο-ελαφρύνσεις.
Αυτές οι πρωτοφανείς στρεβλώσεις θα προκύψουν επειδή με τις νέες φορολογικές ρυθμίσεις κάθε κατηγορία εισοδήματος θα φορολογείται πλέον αυτοτελώς με ξεχωριστή κλίμακα φορολογικών συντελεστών. Ειδικότερα:
Μισθωτοί - συνταξιούχοι: Το ετήσιο εισόδημά τους θα φορολογείται με κλίμακα τριών συντελεστών φόρου: 22% για τα πρώτα 25.000 ευρώ, 32% για τα επόμενα 17.000 ευρώ, από τις 25.001 έως τις 42.000 ευρώ, και 42% για το επιπλέον ποσό, πέραν των 42.000 ευρώ. Το ποσό φόρου που προκύπτει από την κλίμακα αυτή θα μειώνεται κατά 2.100 ευρώ, εφόσον το ετήσιο εισόδημα είναι μέχρι 21.000 ευρώ. Για εισοδήματα πάνω από 21.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ θα μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε επιπλέον 1.000 ευρώ εισοδήματος και μέχρι το επίπεδο εισοδήματος των 42.000 ευρώ, στο οποίο η έκπτωση θα μηδενίζεται.
Αγρότες: Το γεωργικό εισόδημα του 2013 θα φορολογηθεί αυτοτελώς, με την κλίμακα και την έκπτωση φόρου που θα ισχύει για τα εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες.
Ελεύθεροι επαγγελματίες - ατομικές επιχειρήσεις: Το εισόδημα από ατομικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα θα φορολογείται με 26% για τα πρώτα 50.000 ευρώ και με 33% για τυχόν επιπλέον ποσό πέραν των 50.000 ευρώ.
Ενοίκια: Το εισόδημα από ενοίκια θα φορολογείται με 10% για τα πρώτα 12.000 ευρώ και με 33% για τυχόν επιπλέον ποσό πέραν των 12.000 ευρώ. Εξαιτίας των διαφορετικών αυτών τρόπων φορολόγησης που ισχύουν ανάλογα με τις πηγές προέλευσης των εισοδημάτων:
1. Ένας μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ θα πληρώσει φόρο 2.300 ευρώ. Ελεύθερος επαγγελματίες με το ίδιο ακριβώς εισόδημα, δηλαδή 20.000 ευρώ θα επιβαρυνθεί με φόρο 5.200 ευρώ, ενώ ένας φορολογούμενος που αποκτά αποκλειστικά εισοδήματα ύψος 20.000 ευρώ από την εκμίσθωση ακινήτων θα πληρώσει φόρο 3.840 ευρώ. Δηλαδή, φορολογούμενοι με το ίδιο ακριβώς εισόδημα θα πληρώσουν διαφορετικό φόρο.
2 .Ένας συνταξιούχος με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ προερχόμενο αποκλειστικά από συντάξεις θα πληρώσει φόρο 2.300 ευρώ. Ένας άλλος φορολογούμενος με συνολικό εισόδημα 25.000 ευρώ, από το οποίο, όμως, τα 12.000 ευρώ προέρχονται από ενοίκια και τα υπόλοιπα 13.000 ευρώ προέρχονται από συντάξεις θα πληρώσει συνολικό φόρο 1.960 ευρώ (1.200 ευρώ για το εισόδημα από ενοίκια και 760 ευρώ για το εισόδημα από συντάξεις). Δηλαδή ο φορολογούμενος με το συνολικό εισόδημα των 25.000 ευρώ θα πληρώσει φόρο χαμηλότερο κατά 340 ευρώ από τον φορολογούμενο με το εισόδημα των 20.000 ευρώ.
3. Κάθε μισθωτός με ετήσιο εισόδημα πάνω από 40.000 ευρώ θα πληρώνει για ίδιο ποσό εισοδήματος περισσότερο φόρο από έναν ελεύθερο επαγγελματία, εμποροβιοτέχνη ή φορολογούμενο που εισπράττει ενοίκια. Για παράδειγμα, για ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ, ο μισθωτός θα πληρώνει φόρο 14.300 ευρώ, ο ελεύθερος επαγγελματίας 13.000 ευρώ (λιγότερο κατά 1.300 ευρώ από τον μισθωτό) κι ο φορολογούμενος με εισόδημα προερχόμενο μόνο από ενοίκια) θα πληρώνει φόρο 13.740 ευρώ (560 ευρώ λιγότερα από τον μισθωτό).
Το συμπέρασμα που προκύπτει λοιπόν είναι ότι, με τις νέες φορολογικές ρυθμίσεις καθιερώνονται φόροι διαφορετικών «ταχυτήτων» ανάλογα με τις κατηγορίες των εισοδημάτων που δηλώνονται (από μισθωτές υπηρεσίες, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από γεωργικές εκμεταλλεύσεις ή από ακίνητα), εξέλιξη η οποία θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τις στρεβλώσεις και τις αδικίες που ήδη προκαλούνται από το υφιστάμενο σύστημα.
Για εισοδήματα πάνω από 21.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ θα μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε επιπλέον 1.000 ευρώ εισοδήματος και μέχρι το επίπεδο εισοδήματος των 42.000 ευρώ, στο οποίο η έκπτωση θα μηδενίζεται
imerisia.gr