Πέρα από τις χρόνιες παθογένειες του νεοελληνικού κράτους όπως τα δημοσιονομικά, ή η αγροτική μεταρρύθμιση, ένας από τους πλέον πολύπαθους τομείς δράσης και επίδρασης είναι η Παιδεία. Δεν θα διαφωνήσει κανείς σ’ αυτό. Δεν θα μπούμε στις λεπτομέρειες, και τα επιμέρους, αλλά θα δούμε το θέμα της Παιδείας, μέσα από το πρίσμα των σημερινών προβλημάτων, και θα προσπαθήσουμε όχι να βρούμε λύσεις, -υπάρχουν άλλοι πολύ πιο ειδικοί σ’ αυτό- αλλά να διατυπώσουμε ένα όραμα.
Συνοπτικά και εν είδει προοιμίου, τα προβλήματα της Παιδείας είναι πάμπολλα, τόσο θεωρητικά, όσο και πρακτικά, μεθοδολογικά ή υλικοτεχνικά.
Πολλαπλές, ημιτελείς και άστοχες μεταρρυθμίσεις, έχουν αποπροσανατολίσει επί σειρά ετών μαθητές, γονείς και διδάσκοντες, χωρίς καμία εξ αυτών να εξιολογηθεί επαρκώς ως προς την αποτελεσματικότητά της.
Πολλαπλοί υπουργοί θέλησαν να αφήσουν το “στίγμα” τους κάνοντας βαρύγδουπες προγραμματικές δηλώσεις και άγαρμπους πειραματισμούς στα κεφάλια και το μέλλον των μαθητών.
Σύμβουλοι, παρατρεχάμενοι, εμπειρογνώμονες και ειδικοί, με το αζημίωτο πάντα, να αντιλαμβάνονται το θέμα της Παιδείας κατά το δοκούν.
Δάσκαλοι και καθηγητές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντίστοιχα, κακοπληρωμένοι, χωρίς κίνητρα, ενίοτε κυνικοί από το “σύστημα” των οποίων υπήρξαν ή εξακολουθούν κι αυτοί να πέφτουν θύμα, αδυνατούν να δώσουν αυτό που μπορούν, ενώ οι λίγοι που επιμένουν ακόμη, συνήθως νεοδιόριστοι και φρέσκοι, γρήγορα “προσαρμόζονται” στο να κάνουν οικονομία δυνάμεων. Κακώς εννοούμενος συνδικαλισμός, συντεχνιασμός και κομματοκρατία.
Τυχάρπαστα, σπασμωδικά μέτρα εκσυγχρονισμού με εισαγωγή υπολογιστών, εισαγωγή καινοφανών, ή αδόκιμων, σε κάθε περίπτωση ξενικών ή αποξενωτικών νεολλογισμών, ελέω ΠΑΣΟΚ κυρίως: “το νέο σχολείο”, “δια βίου μάθηση”, και πολλά άλλα τέτοια “μοσχεύματα” απ’ το εξωτερικό, εκεί που σπούδασαν οι κανακάρηδες του πολιτικού κατεστημένου.
Πανεπιστήμια – άντρα απειθαρχίας ή και αναρχίας, βρώμικα, με ελλιπείς υποδομές σε βιβλιοθήκες και εργαστήρια ή με ανεπαρκείς πόρους. Κι εδώ κομματισμός, ευνοιοκρατία, σκανδαλώδεις προαγωγές στις πρυτανείες, υφαρπαγή πνευματικής ιδιοκτησίας, αντιγραφές, συγγράμματα κόπυ πέιστ, βαθμολογητική αυθαιρεσία, απουσία έρευνας και καινοτομίας. Και πάλι θύμα, πρωτίστως και εντέλει, ο φοιτητής. Ο οποίος πλέον δεν γνωρίζει καν αν θα μπορέσει να βρει δουλειά. Η Παιδεία νοσεί. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως εάν το κράτος έριχνε περισσότερα χρήματα στον τομέα της Παιδείας θα έλυνε και πολλά απ’ τα ανωτέρω προβλήματα. Σήμερα, ο κρατικός προυπολογισμός προβλέπει ένα πενιχρό 2,6 τοις εκατό ενώ το σύμφωνα με το Μνημόνιο, αυτό το ποσοστό πρέπει να μειωθεί κι άλλο. Πόσο ακόμη;
Τα προβλήματα όμως της Παιδείας, δεν σχετίζονται αποκλειστικά με την σημερινή οικονομική συγκυρία. Αυτά που περιγράφουμε πιο πάνω προυπήρχαν και του Μνημονίου, και της κρίσης, και της εισαγωγής του ευρώ. Διότι είναι τυπικά προβλήματα ….παιδείας, δηλαδή τρόπου σκέπτεσθαι και ενεργείν.
Η ανοργανωσιά, η προχειρότητα, οι περιστασιακές σκοπιμότητες, η κουφιομυαλοσύνη, η μικροσυμφεροντολογία είναι μερικές απ’ τις βαθύτερες αιτίες, συνιστούν το κέντρο του σεισμού, όχι το επίκεντρο.
Σε τί διαφέρει η παιδεία απ’ τη μόρφωση και την εκπαίδευση; Εκπαιδευτικός δεν είμαι, έχω όμως μια εμπειρική, απλή και πρακτική άποψη και αυτή θα διατυπώσω για τον προβληματισμό σας. Η εκπαίδευση είναι η χρηστική μόρφωση, η δημιουργία/απόκτηση δεξιοτήτων για την εξεύρεση εργασίας αύριο. Εκπαιδεύομαι πχ υδραυλικός, γιατρός, μάγειρας, μοδίστρα. Η μόρφωση είναι ευρύτερο πεδίο, και περιλαμβάνει χρηστικές, αλλά και μη χρηστικές γνώσεις. Πρακτικά ειδωμένο, ένας δεινός σταυρολεξολύτης θα μπορούσε να περάσει για ιδιαιτέρως μορφωμένο άτομο. Η Παιδεία όμως είναι η ανώτερη στάθμη και βαθμίδα ενός νοήμονος πολίτη με συνειδητή ταυτότητα. Είναι το σύνολο των γνώσεων, των δεξιοτήτων, αλλά και των αξιών, των πιστεύω, του τρόπου σκέπτεσθαι, και δραν. Παιδεία είναι πλέον το συνώνυμο του λατινικού κουλτούρα, και είναι αυτό που οδηγεί στη δημιουργία του πολιτισμού. Σας είπα, ειδήμων δεν είμαι.
Ποιος ο σκοπός του σχολείου -κι εννοώ και τις τρεις βαθμίδες μ’ αυτόν τον όρο- λοιπόν; Κατά ποια έννοια υπηρετεί κι εξυπηρετεί τους στόχους της εκπαίδευσης, της μόρφωσης και της παιδείας; Είναι αποκλειστικός ο ρόλος ή πολλαπλός;
Το ελληνικό σχολείο ακόμη και σήμερα, μέσα σε όλα τα δεινά και τις κακοτυχίες του, εξακολουθεί να μην υστερεί ιδιαίτερα σε σχέση με άλλα σχολεία του κόσμου. Και υδραυλικούς βγάζει, και γιατρούς, και μάγειρες και μοδίστρες. Βγάζει όμως Έλληνες; Βγάζει Πολίτες; Βγάζει σκεπτόμενα άτομα; Φοβάμαι πώς όχι. Πατάει πάνω σε κάποιο εθνικό όραμα η Παιδεία; Δημιουργεί όραμα η ίδια στους Έλληνες μαθητές, και αυριανούς πολίτες; Φοβάμαι πως όχι.
Η παπαγαλία, η αποστήθιση, η μη διαλεκτική ανάγνωση, η παθητική γνώση, η αδυναμία έκφρασης και σκέψης ήταν και εξακολουθούν να είναι κυρίαρχα χαρακτηριστικά της κρατικής παιδείας εδώ και δεκαετίες. Δεν είναι τυχαίο. Οι ελίτ δεν θέλουν σκεπτόμενους ανθρώπους, διότι αυτοί είναι οιωνεί επικίνδυνοι.
Αν διαβάσετε την Πολιτεία του Πλάτωνα, μέγας ποιητής και φιλόσοφος ο ίδιος, θα διαπιστώσετε πως κυριολεκτικά “εξορίζει” απ’ την ιδανική πολιτεία του τους ποιητές και τους φιλοσόφους. Είναι υπηρέτες του Λόγου, έξοχοι χειριστές της γλώσσας, της στιβαρής και συγκροτημένης σκέψης, του ελεύθερου και ατρόμητου πνεύματος, εραστές της τόλμης και του θάρρους, και τέτοιους η άρχουσα ελίτ τους φοβάται. Από την εποχή του Πλάτωνα μέχρι σήμερα, περνώντας από τον Μακιαβέλι, τον υπαρκτό σοσιαλισμό του Λένιν ή την κάθε δικτατορία, διαπιστώνουμε πως οι ποιητές, οι φιλόσοφοι, οι δάσκαλοι, οι πνευματικοί άνθρωποι κυνηγήθηκαν.
Και το σημερινό “ελληνικό” σχολείο, προιόν ενός κράτους δέσμιου σάπιων πολιτικών, αργυρώνητων ταγών, πουλημένων ηγετών, τυχάρπαστων “εκπαιδευτικών”, φυγόπονων μαθητών έχει στήσει στον τοίχο 4 χαρακτηριστικά μαθήματα: τη γλώσσα, τα θρησκευτικά, τη λογική/φιλοσοφία και την αγωγή του πολίτη.
Κι όμως, αυτά τα 4 είναι οι θεμέλιοι λίθοι του πολιτισμού μας, και οι θεμέλιες λύσεις όλων των υπολοίπων σημερινών προβλημάτων μας.
Επί τροχάδην: και τα 4 μαθήματα υπήρχαν και υπάρχουν και προφανώς θα υπάρχουν στη “διδακτέα ύλη”. Είτε ως βασικά, είτε ως επιλογής. Είτε ως κύρια μαθήματα κατεύθυνσης, όταν πια ο τελειόφοιτος λυκειόπαις ετοιμάζεται να επιλέξει ανάμεσα σε θεωρητικές ή πρακτικές επιστήμες, είτε ως γενικά επιστητά. Και αργότερα ως πανεπιστημιακά μαθήματα, είτε ως κύρια, είτε ως επιλογής.
Αυτή τη στιγμή όμως, θα δώσουμε έμφαση όχι σε λύσεις και μεθοδολογικά ζητήματα, ούτε θα αναλωθούμε σε τεχνικές λεπτομέρειες, αλλά θα διατυπώσουμε ένα όραμα, το όραμα μιας Ελληνικής Παιδείας, δηλαδή θα περιγράψουμε τα εκ των ων ουκ άνευ εργαλεία για τη δημιουργία ελληνικής συνείδησης. Αυτή είναι σήμερα το μεγάλο ελλειματικό μας ισοζύγιο.
Τα μαθήματα αυτά είναι τα κατ’ εξοχήν μαθήματα η διδαχή των οποίων μπορεί να δημιουργήσει ταυτότητα, στοχασμό, κριτική σκέψη, έρευνα, περιέργεια, φιλομάθεια, αγάπη για τη αλήθεια, την δικαιοσύνη, τη γνώση, αφοσίωση στην ευνομία, την φιλοπατρία, την κοινωνική αλληλεγγύη. Είναι μαθήματα μέσω της εφαρμογής των οποίων, το άτομο μαθαίνει να σκέπτεται και να δρα μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Δεν μας λείπουν οι στείρες γνώσεις, μας λείπει η επίγνωση της Γνώσης, η συνείδηση, το εθνικό όραμα. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο μιας κοινωνίας είναι τα κεφάλια των παιδιών της, όπως λέει κι ο Καργάκος.
Έχουμε καταντήσει μια κοινωνία κατακερματισμένη, “ασύνδετη”, συντεχνιακή με την πιο φτωχή έννοια του όρου, μια κοινωνία αντίπαλη του εαυτού της, και αυτό πολύ πριν τα μνημόνια και τις δανειακές. Θα έλεγα μάλιστα ότι αυτά είναι το αποτέλεσμα των ανωτέρω φαινομένων κι όχι η αιτία. Δεν θα είχαμε φτάσει εδώ, εάν είχαμε μια άλλη Παιδεία. Κι αυτό κάποτε πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά και σε βάθος. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, η οικονομική κρίση, είναι σαν συθέμελος σεισμός. Έχουν ανοίξει οι τάφοι και ανέβηκαν τα οστά στην επιφάνεια, ορατά δια γυμνού οφθαλμού. Είναι πολιτιστική πλέον η κρίση που βιώνουμε. Και μπορεί να επιχειρηματολογήσει κανείς πάνω στο ομόγλωσσον, το ομότροπον, το ομόαιμον και το ομόθρησκον, αλλά δυστυχώς δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε την ομόνοια ούτε την ομοψυχία.
Τα σπουδαία αυτά μαθήματα παραδοσιακά διδάσκονταν με τον ίδιο τρόπο που διδάσκονταν και όλα τα υπόλοιπα. Την παθητική παπαγαλία. Στα μάτια μαθητών αλλά και δασκάλων -όχι όλων, αλλά οι φωτεινές εξαιρέσεις προκαλούσαν θλίψη, τόσο σπάνιες ήταν- τα μαθήματα αυτά δεν ήταν παρά ένα …βιβλίο με κεφάλαια, που έπρεπε να μαθευτεί απ’ έξω απ’ τους μεν, να διδαχθεί από τους δε. Ανά τρίμηνο, διαγώνισμα τάξης και “έλεγχος”. Τελικές προαγωγικές εξετάσεις προς Ιούνιο μεριά. Τελικός βαθμός στο ενδεικτικό. Εγγραφή το επόμενο σχολικό έτος, στην επόμενη τάξη.
Κι όμως η Γραμματεία μας είναι από τις πλέον πλούσιες παγκοσμίως, ευρείες, στιβαρές και επίκαιρες για τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, τόσο η “κοσμική” όσο και η θεολογική. Και τελικά είναι να αναρωτιέται κανείς: η ανεπάρκεια της Παιδείας των εκπαιδευτικών δημιουργεί ανεπάρκεια στην παιδεία των μαθητών ή το αντίστροφο; Τα ανεπαρκή θεμέλια ξεκινώντας από το δημοτικό φτάνουν μέχρι το πανεπιστήμιο όπου πια να βγάζουν ανεπαρκείς δασκάλους, οι οποίοι δεν αποδίδουν στην τάξη; Ή συμβαίνει κάτι συνθετότερο που δημιουργεί αυτά τα αποτελέσματα;
Μήπως τελικά το πρόβλημα εστιάζεται στην μεθοδολογία και στην ανύπαρκτη διασύνδεσή του με την έννοια του εθνικού οράματος; Διότι πρόκειται περί δύο διαφορετικών εννοιών. Η μεθοδολογία προσιδιάζει στην στρατηγική, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται το εθνικό όραμα.
Μια άλλη μεθοδολογία, αντί του φυγόπονου ψιττακισμού: η κοπιώδης διαλεκτική. Η διαλεκτική του κειμένου με τον αναγνώστη, του εκπαιδευτικού με τον μαθητή, του κειμένου με τον εαυτό του, την εποχή του, την κοινωνία του, την εποχή μας και την κοινωνία μας.
Ένα διττό όραμα: πορεία του Έθνους στο μέλλον μέσα από την γόνιμη κατάκτηση, ήτοι και τη γνώση και την επίγνωση του παρελθόντος. Και πολιτειακή, θεσμική αναγέννηση του Κράτους μέσα από τη Δημοκρατία. Όπου Δημοκρατία σημαίνει οριοθέτηση, γνώση και τήρηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, σ’ ένα κράτος ευνομίας, ένα κράτος δικαίου. Oσο πιο πεπαιδευμένη είναι μία κοινωνία, τόσο πιο πραγματική, πιο απτή η δημοκρατία της.
Εάν δεν μπολιαστούν μ’ αυτές τις ιδέες, τα ιδανικά, τα πιστεύω και τις αξίες τα παιδιά, οι έφηβοι και οι νέοι, στο Δημοτικό, το Γυμνάσιο, και το Λύκειο, με τί θα μπολιαστούν; Στα 18 έχουν ήδη δικαίωμα ψήφου. Με ποια κριτική σκέψη, με ποια κριτήρια θα αξιολογήσουν σε ποιον θα αναθέσουν να καθορίσει το μέλλον τους μέσα από τις κρατικές πολιτικές; Πώς θα διακρίνουν το δημαγωγό και τον ψεύτη, από τον ευεργετικό δωρητή; Πώς θα διακρίνουν το κλειστό, οπισθοχωρητικό πνεύμα από το ανοιχτό, που θέλει να τρέξει μπροστά; Κι όταν λέω δωρητή, εννοώ τον οποιονδήποτε θα ενεργήσει με κριτήριο το συμφέρον του έθνους και όχι το προσωπικό του ή της τσέπης του. Αυτόν που θα προσφέρει, όχι αυτόν που θα βουτήξει.
Το ΠΑΣΟΚ εισήγαγε ένα νεολλογισμό, την έκφραση “δια βίου μάθηση”. Αγγλικούρα στην πραγματικότητα, που στα ελληνικά δεν σημαίνει τίποτε. Και γιατί να μην χρησιμοποιήσουμε το “γηράσκω αεί διδασκόμενος”; Σημειολογικά είναι απείρως συνθετότερο και βαθύτερο. Ο δάσκαλος δεν διδάσκει. Μαθαίνει, δια της διδασκαλίας. Και σ’ αυτό τον εκ-παιδεύει ο μαθητής.
Αλλά έχω κάτι διαφορετικό κατά νου, εδώ. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη χώρα είναι η ανυπαρξία βιβλιοθηκών πάσης βαθμίδας, είτε είναι σχολικές, είτε πανεπιστημιακές, είτε δημόσιες. Και δεν φτάνει μόνο αυτό. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, είναι κλειστές το …καλοκαίρι με το σκεπτικό ότι δεν θα πατήσει κανείς, ή ότι οι υπάλληλοί τους θα λείπουν ούτως ή άλλως διακοπές. Σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης κι αν το πει κανείς αυτό, θα τον κοιτάξουν με απορία. Πώς είναι δυνατόν να κλείνει μια βιβλιοθήκη; Κι όμως είμαστε όλοι μαθητές, και όλοι δάσκαλοι ταυτόχρονα, καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής μας.
Πόσο σύγχρονοι δεν ήταν οι Πτολεμαίοι όταν φιλοδόξησαν να κάνουν την βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας τη μεγαλύτερη πηγή γνώσης όλου του κόσμου και της της εποχής τους; Τί άλλο θέλουμε να κατανοήσουμε όταν έχουμε τέτοια παραδείγμα “λογικής” μέσα στην ίδια μας την Ιστορία; Είναι δυνατόν να κλείνουν οι βιβλιοθήκες; Πόσο δίκιο δεν είχε πάλι ο Πλάτων όταν διαπίστωνε πως το πάθος της γνώσης είναι ακόρεστο, και πως όσο το ταίζεις τόσο εντείνεται η αίσθηση της πείνας που σου δημιουργεί;
Είναι δυνατόν να αδυνατεί ένας ενήλικος να σπουδάσει; Ή ένας συνταξιούχος; Αυτά είναι απτή πραγματικότητα στην βάρβαρη Δύση, και αποδεικνύεται αυτό από τα πολλαπλά προγράμματα των κολλεγίων και των πανεπιστημίων που προβλέπουν ώρες διδασκαλίας πρωινές ή απογευματινές, ή βραδυνές. Ή προβλέπουν σπουδές άνευ πτυχίου ή εξετάσεων, με την έκδοση ενός απλού πιστοποιητικού παρακολούθησης του κύκλου των μαθημάτων.
Φυσικά και δεν μπορούν να σπουδάσουν όλοι, δεν είναι όλοι του διαβάσματος, δεν έχουν την υπομονή, κατάκοποι από τη συνεχή βιοπάλη. Δεκτόν. Αλλά επειδή εδώ μιλάμε για οράματα και Πολιτισμό, είναι λυπηρή η διαπίστωση ότι με το Βιβλίο ο Έλληνας έχει την τραυματική σχέση του καταναγκαστικού ψιττακισμού. Δεν είναι του διαβάσματος, δεν το απολαμβάνει, δεν ηδονίζεται με το Βιβλίο. Ο μέσος Έλληνας φοβάμαι πώς είναι της τηλεόρασης και όχι του βιβλίου. Είναι της αίσθησης και όχι της σκέψης. Είναι του στιγμιαίου και όχι της διάρκειας.
Δεν θα ενέπιπτε στον ευρύτερο ρόλο διάπλασης συνείδησης, χαρακτήρα και πνεύματος της κρατικής Παιδείας να εμφυσήσει την αξία της γνώσης και της ανάγνωσης στον σημερινό Έλληνα;
Και μιας και μιλάμε για κρατική Παιδεία, τί να σκεφτούμε για την ιδιωτική Παιδεία; Την θέλουμε ή όχι; Την χρειαζόμαστε ή όχι; Θα βοηθούσε την κρατική Παιδεία να βγει από τη νωχέλεια και τη νιρβάνα της δημοσιουπαλληλικής λογικής και του μονοπωλείου; Έχουμε ιδιωτικά δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, αλλά όχι πανεπιστήμια. Γιατί;
Άλλη σημαντική πτυχή και ακανθώδες θέμα σχετικό με το όραμα που θα υπηρετούσε η Παιδεία. Οι απαντήσεις δεν θα είναι εύκολες όταν το ίδιο το ερώτημα δεν έχει διασαφηνιστεί και το πρόβλημα οριοθετηθεί: δεδομένης της υπαρκτής πλέον παρουσίας παιδιών μεταναστών στα ελληνικά σχολεία, η κρατική Παιδεία μεριμνά για τον εξελληνισμό του ξενικού στοιχείου; Ίσως να σκεφθούν πολλοί “όλοι αυτοί να ξεκουμπιστούν και να φύγουν”. Γιατί όχι; Να φύγουν, αλλά μέχρι να φύγουν τί θα κάνει το σχολείο με τα παιδιά των μεταναστών; Δεν θα έπρεπε να υπάρχει μέριμνα, και σχέδιο να εξελληνισθούν, ή έστω εκείνες οι περιπτώσεις που “προσφέρονται” για κάτι τέτοιο ή είναι δεκτικές σε κάτι τέτοιο; Και δεν αναφέρομαι στις γελοιότητες του λαθρονόμου του Ραγκούση για συνοπτικές ελληνοποιήσεις μεταναστών μετά από 3 ή 5 χρόνια. Το σχολείο δεν διαρκεί ούτε 3 ούτε 5, αλλά 12 χρόνια. Αναφέρομαι στις πιο τρυφερές και άρα πιο εύκολα διαπλάσιμες ηλικίες.
Το σχολείο είναι ένας ισχυρός θεσμός κοινωνικοποίησης του ατόμου, και δημιουργίας ταυτότητας και συνείδησης. Ποιο είναι το ζητούμενο, ποθούμενο όραμα ελληνικής Παιδείας μέσα απ’ το σχολείο;
Πιο πρακτικό ζήτημα το επόμενο: ειδωμένο υπό την στενότερη έννοια της εκπαίδευσης, το σχολείο πρέπει να συνδεθεί με τις οικονομικές ανάγκες της χώρας ή όχι και γιατί; Δεν είναι παράδοξο που όλη η Ελλάδα είναι γεμάτη σχολές …διοίκησης επιχειρήσεων, και μάλιστα μοιράζουν μάστερ και διδακτορικά, ενώ είναι κοινή γνώση πώς οι δομές της ελληνικής οικονομίας ήταν πάντα στραμμένες στην ιδιοκατανάλωση, τον μικρό αγροτικό κλήρο και τις ΜΜΕ;
Είναι μήπως τυχαίο που κυβερνήσεις επί κυβερνήσεων είδαν το Πανεπιστήμιο όχι σαν εθνική πηγή δημιουργίας υπεραξίας μέσα από την έρευνα και την καινοτομία, αλλά ώς πρόχειρη μικροκομματική λύση τόνωσης της ζήτησης κατοικίας και της καταναλωτικής κίνησης της περιφέρειας μέσα από την τεχνιέντως δημιουργηθείσα “εσωτερική μετανάστευση” των φοιτητών; Δεν αποδείχθηκε αυτό μια κοντόθωρη, καιροσκοπική και αντεθνική εντέλει πολιτική. που σήμερα οδηγεί στο κλείσιμο τη μία μετά την άλλη σχολή, ενώ δεν κατάφερε να αναχαιτίσει την αποψίλωση της επαρχίας από τους ντόπιους πληθυσμούς, είτε λόγω υπογεννητικότητας, είτε λόγω ανεργείας;
Δεν είναι επίσης τραγικό το γεγονός που πλείστοι όσοι φοιτητές μας διαπρέπουν σε μεταπτυχιακά ερευνητικά προγράμματα του εξωτερικού, και οι εκεί κοινωνίες τους αρπάζουν απ’ τα μαλιά κυριολεκτικά να μην τους χάσουν, προσφέροντάς τους δουλειά και απρόσκοπτο πεδίο ανάπτυξης του αντικειμένου σπουδών τους, και εμείς γυρνάμε την πλάτη στην έρευνα και την καινοτομία;
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά ακόμη, και θα επανέλθουμε σίγουρα. Σε κάθε περίπτωση είναι επιτακτική η ανάγκη να βγεί η Παιδεία από τη στενή κομματική αντιπαράθεση, και να καταστεί υπερκομματική. Δεν νοείται πλέον τα κόμματα προεκλογικά να διαφοροποιούνται στα της Παιδείας. Πρέπει να υπάρξει ένας καθολικός διάλογος και συμφωνία όλων, κομμάτων αλλά και κοινωνίας, να αντιμετωπιστεί η Παιδεία ως άμεση προτεραιότητα και απόλυτη σπουδαιότητα τόσο σε επίπεδο εθνικού οράματος, όσο και σε επίπεδο πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης.