Γράφει ο Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Οι κομματοκύνες, κοινώς κομματόσκυλα, άλλως αλυσοδεμένα μυαλά είναι πολυπληθής πολιτική ομάδα η οποία επιχωριάζει στον ελληνισμό. Για να γίνεις μέλος της θα πρέπει να υποστείς πολιτική, ενίοτε και εθνική λοβοτομή, δηλαδή να απολέσεις την ανεξάρτητη αξιολογική κρίση. Βασική αρχή της πολιτικής συμπεριφοράς των κομματοκυνών είναι να θεωρείς αμαρτία οποιαδήποτε κριτική διάθεση προς το κόμμα που υπηρετείς. Αν μισήσεις το κόμμα τότε το κόμμα θα μισήσει εσένα, άρα καταρρέεις, παύεις να υπάρχεις. Η δε τυφλή
υποταγή και σταθερή αφοσίωση στο κόμμα προβάλλεται ως η μόνη τους αρετή, η οποία βαφτίζεται ως εντιμότητα και τεκμήριο πολιτικής γνησιότητας. Προσφιλείς τους φράσεις: «Πάνω απ’ όλα το κόμμα!» και εναβρυνόμενοι, «Είμαι του τάδε κόμματος μέχρι το κόκαλο!».
Συζητούν με αυτιστική διάθεση και με ακατέργαστες πολιτικά απόψεις πιστεύοντας ότι τεκμαίρουν το αλάθητο, κάνοντας την τρίχα τριχιά, όταν πρόκειται για το κόμμα τους, και ψειρίζοντας την μαϊμού όταν πρόκειται για τους αντιπάλους. Έτσι ψευδαισθάνονται ότι μονοπωλούν την αλήθεια, είτε επαγωγικώς είτε απαγωγικώς, αλλά στην ουσία, τοξικώς για την κοινωνία.
Όταν βρίσκεται το κόμμα τους στην εξουσία, την οποία υπεραγαπούν μόνο και μόνο για να την εναρίζουν, είναι βυθισμένοι στη νιρβάνα της πολιτικής ευτυχίας, ευρισκόμενοι όμως στην αντιπολίτευση, ως κομματικώς ορθόδοξοι, γίνονται αυθωρεί και παραχρήμα καθολικώς διαμαρτυρόμενοι και θυμούνται την καημένη τη Δημοκρατία.
Ποτέ ανώνυμοι και ουδέποτε αξιοπρεπώς επώνυμοι αλλά πάντοτε κομματικώς φερώνυμοι, γιατί στην προσωπική τους ταυτότητα υπερέχει το όνομα του κόμματος τους και όχι η προσωπικότητά τους. Διαβαθμίζονται σ’ αυτούς που ικανοποιούνται με ένα κοκαλάκι από τα αποφάγια που τους ρίχνουν οι πιο υψηλά ιστάμενοι και στους πιο «ικανούς» και προνομιούχους, οι οποίοι απαιτούν σωστή μπριζόλα. Τα πλήρη γεύματα είναι για άλλο είδος της δημοσίας μας κονίστρας, τους επαγγελματίες της πολιτικής, αυτούς που ξέρουν οι κομματοκύνες πιστώς να υπηρετούν.
Υποφέρουν, και μαζί τους όλοι μας, από κομματική λογόρροια που εκφέρεται με χαρακτηριστικό πεφυσιωμένο ύφος. Λαμποκοπούν βλακεία και σε πονά το μυαλό να συζητάς μαζί τους. Ό,τι και να πουν εξικνούνται στο ίδιο σημείο… την ωραιοποίηση και απολυτοποίηση του κόμματος. Όταν συναντήσουν κανένα αδήωτο από το κομματικό κατεστημένο και εκλάβουν τα υπονοούμενα και τις νοηματικές προεκτάσεις ως ενάντια του κόμματος, τότε αρχίζουν να τον βλέπουν υπό γωνία. Αν πάλι γίνει πιο ευθύς ασκώντας καυστική κριτική για τις επιλογές του κόμματος, τότε αναλόγως της στιγμιαίας ή μόνιμης σχέσης μαζί του θα υποστεί τις συνέπειες της αυθαιρεσίας τους. Αν τυγχάνει να είναι συνδαιτυμόνας θα γίνουν κακέμφατοι και θα εισπράξει την περιφρόνηση και τη χλεύη για το υπόλοιπο της ώρας. Αν τυγχάνει όμως να είναι στην ίδια κοινωνική συνομάδωση ή στον ίδιο εργασιακό χώρο, αφού πρώτα τον διαβάλουν ως προβληματικό, θα τον περάσουν από καυδιανά δίκρανα.
Τους βλέπουμε να περιφέρονται άλλοτε ως εκθέματα σε κομματικές συγκεντρώσεις, αγαλλιάζοντας σε έξαλλους πανηγυρισμούς, όταν οι ηγέτες τους αρχίζουν τους αφορισμούς και τα «θα», και άλλοτε ως αδέσποτοι σκύλοι στα καφενεία και στις παρέες επιδεικτικώς γαβγίζοντας, οικειοποιούμενοι αυθαιρέτως τις συζητήσεις, το χώρο και το χρόνο. Όσο, όμως, και να φαίνονται κομματικά σκυλιά στην ουσία πρόκειται για διαβουκολούμενα προβατάκια και στην πραγματικότητα κομπάρσοι βουλιαγμένοι στην ψευδαίσθηση ότι απολαμβάνουν ένα δίλεπτο πρωταγωνιστικό ρόλο τον οποίο τους εκχωρούν οι υψηλοί σεναριογράφοι από τα κόμματα που υπηρετούν.
Αναπόσπαστο μέρος του κομματικού τους έργου είναι οι «ιερές» και εργολαβικές αποστολές, τουτέστιν τα άγια τοις κομματοκυσί. Υπενθυμίζουν σε προεκλογικές περιόδους τους ψηφοφόρους το ρουσφέτι για το οποίο μερίμνησαν να μεσολαβήσουν, υποδεικνύοντας εν κατακλείδι ότι ήρθε η ώρα να αποπληρώσουν τα γραμμάτια. Οι πιο θρασείς εξ αυτών προχωρούν να γαργαλήσουν απροθύμους ψηφοφόρους τανταλίζοντας υποσχέσεις για μελλοντικό βόλεμα. Έτσι, απέκτησαν τη διπλή ιδιότητα του πλασιέ της ελπίδας για αδαείς ή επιτήδειους ψηφοφόρους και του εκτελωνιστή συμφερόντων, φιλοδοξιών ή ματαιοδοξιών καιροσκόπων πολιτικών. Η πιο βρόμικη αλλά θελκτική αποστολή από όλες είναι αυτή της δολοφονίας χαρακτήρων των μη «ημετέρων». Είναι άλλωστε γι’ αυτούς φυσιολογικό γιατί όποιος ξέρει να κολακεύει ξέρει και να συκοφαντεί ή καλύτερα «ει χολώ παροικήσει και συ υποσκάζειν μαθήσει».
Υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά μεταξύ των κομματοκυνών και των σφουγγοκωλάριων, ενός άλλου ρόλου του δημοσίου μας θεάτρου. Οι πρώτοι συνειδητά στρατεύονται στην υπηρεσία του κόμματος, το οποίο υπηρετούν με φανατισμό ενώ οι δεύτεροι κινούνται μονίμως τυχοδιωκτικά και τους βρίσκεις να παρασιτούν στις παρυφές της εκάστοτε εξουσίας, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας. Οι κομματοκύνες κινούνται στο φως, γι’ αυτό είναι ευδιάκριτοι, ενώ οι σφουγγοκωλάριοι προτιμούν την αμφιλύκη για να κινούνται ιεροκρυφίως και για να μπορούν να ξεγλιστρούν όταν η πυξίδα του συμφέροντος δείχνει άλλη κατεύθυνση.
Έτυχε να συναντήσω κάποτε ένα κομματοκύνα, απ’ αυτούς που επιθυμούν να πεθάνουν πιο γρήγορα από τον αρχηγό του κόμματός τους, μόνο και μόνο για να τους εκφωνήσει τον επικήδειο. Μπήκαμε σε πολιτική συζήτηση και στο τέλος συμφώνησε μαζί μου. Όταν όμως ευγενικώς του υπέδειξα ότι αν συμφωνεί μαζί μου θα πρέπει να διαφωνεί με το κόμμα του, αφού σκοτείνιασε το πρόσωπό του και για μερικά δευτερόλεπτα περιπλανήθηκε το βλέμμα του στο άπειρο, συνειδητοποιώντας τη γκάφα που έπαθε και προσπαθώντας να περισώσει τα υπολείμματα κομματικής «αξιοπρέπειας», σαστισμένος μου είπε: «Καλά, αυτό δε σημαίνει ότι συμφωνώ με όλα όσα λες». Τότε τον ρώτησα που ακριβώς διαφωνεί και εμφανώς ταραγμένος κοίταξε το ρολόι και είπε: «Είμαι βιαστικός. Θα τα πούμε μία άλλη φορά». Έβλεπα ατάραχος εκείνο το ανθρωπάκι να απομακρύνεται με την ουρά στα σκέλια επιβεβαιώνοντας εκ νέου την από μακρού διαπίστωση ότι όσο εγγύτερα έρχομαι εις τα κομματόσκυλα άλλο τόσο μικρότερα μου φαίνονται.
Στον ελληνισμό ανέκαθεν υπήρξε αναγκαία και δεόντως αιτιολογημένη η ύπαρξή τους σε περιόδους εθνικών και κοινωνικών κρίσεων, γιατί ως αλυσοδεμένα μυαλά καθίστανται οι χρήσιμοι ηλίθιοι και οι αχθοφόροι της υποτέλειας για τα ηττημένα μυαλά των ηγεσιών τους. Εξωτερικώς, λειτουργούν ως αγιογράφοι της μυθοποίησης των πολιτικών μεσσιανικών φιγούρων, αυτών που έταξαν στη ζωή τους να «σώσουν» την κοινωνία και το έθνος μας. Εσωτερικώς, λειτουργούν μονίμως ως γελωτοποιοί των αθλίων. Φανταστήκατε ποτέ τι θα έκαναν όλοι εκείνοι οι Δον Κιχώτες της πολιτικής μας ζωής, αν δεν είχαν τόσους οσφυοκάμπτες προθύμως να τους υπηρετούν και να τους καμουφλάρουν την εικόνα με τα θυμιάματά τους;
Οι κομματοκύνες, κοινώς κομματόσκυλα, άλλως αλυσοδεμένα μυαλά είναι πολυπληθής πολιτική ομάδα η οποία επιχωριάζει στον ελληνισμό. Για να γίνεις μέλος της θα πρέπει να υποστείς πολιτική, ενίοτε και εθνική λοβοτομή, δηλαδή να απολέσεις την ανεξάρτητη αξιολογική κρίση. Βασική αρχή της πολιτικής συμπεριφοράς των κομματοκυνών είναι να θεωρείς αμαρτία οποιαδήποτε κριτική διάθεση προς το κόμμα που υπηρετείς. Αν μισήσεις το κόμμα τότε το κόμμα θα μισήσει εσένα, άρα καταρρέεις, παύεις να υπάρχεις. Η δε τυφλή
υποταγή και σταθερή αφοσίωση στο κόμμα προβάλλεται ως η μόνη τους αρετή, η οποία βαφτίζεται ως εντιμότητα και τεκμήριο πολιτικής γνησιότητας. Προσφιλείς τους φράσεις: «Πάνω απ’ όλα το κόμμα!» και εναβρυνόμενοι, «Είμαι του τάδε κόμματος μέχρι το κόκαλο!».
Συζητούν με αυτιστική διάθεση και με ακατέργαστες πολιτικά απόψεις πιστεύοντας ότι τεκμαίρουν το αλάθητο, κάνοντας την τρίχα τριχιά, όταν πρόκειται για το κόμμα τους, και ψειρίζοντας την μαϊμού όταν πρόκειται για τους αντιπάλους. Έτσι ψευδαισθάνονται ότι μονοπωλούν την αλήθεια, είτε επαγωγικώς είτε απαγωγικώς, αλλά στην ουσία, τοξικώς για την κοινωνία.
Όταν βρίσκεται το κόμμα τους στην εξουσία, την οποία υπεραγαπούν μόνο και μόνο για να την εναρίζουν, είναι βυθισμένοι στη νιρβάνα της πολιτικής ευτυχίας, ευρισκόμενοι όμως στην αντιπολίτευση, ως κομματικώς ορθόδοξοι, γίνονται αυθωρεί και παραχρήμα καθολικώς διαμαρτυρόμενοι και θυμούνται την καημένη τη Δημοκρατία.
Υποφέρουν, και μαζί τους όλοι μας, από κομματική λογόρροια που εκφέρεται με χαρακτηριστικό πεφυσιωμένο ύφος. Λαμποκοπούν βλακεία και σε πονά το μυαλό να συζητάς μαζί τους. Ό,τι και να πουν εξικνούνται στο ίδιο σημείο… την ωραιοποίηση και απολυτοποίηση του κόμματος. Όταν συναντήσουν κανένα αδήωτο από το κομματικό κατεστημένο και εκλάβουν τα υπονοούμενα και τις νοηματικές προεκτάσεις ως ενάντια του κόμματος, τότε αρχίζουν να τον βλέπουν υπό γωνία. Αν πάλι γίνει πιο ευθύς ασκώντας καυστική κριτική για τις επιλογές του κόμματος, τότε αναλόγως της στιγμιαίας ή μόνιμης σχέσης μαζί του θα υποστεί τις συνέπειες της αυθαιρεσίας τους. Αν τυγχάνει να είναι συνδαιτυμόνας θα γίνουν κακέμφατοι και θα εισπράξει την περιφρόνηση και τη χλεύη για το υπόλοιπο της ώρας. Αν τυγχάνει όμως να είναι στην ίδια κοινωνική συνομάδωση ή στον ίδιο εργασιακό χώρο, αφού πρώτα τον διαβάλουν ως προβληματικό, θα τον περάσουν από καυδιανά δίκρανα.
Τους βλέπουμε να περιφέρονται άλλοτε ως εκθέματα σε κομματικές συγκεντρώσεις, αγαλλιάζοντας σε έξαλλους πανηγυρισμούς, όταν οι ηγέτες τους αρχίζουν τους αφορισμούς και τα «θα», και άλλοτε ως αδέσποτοι σκύλοι στα καφενεία και στις παρέες επιδεικτικώς γαβγίζοντας, οικειοποιούμενοι αυθαιρέτως τις συζητήσεις, το χώρο και το χρόνο. Όσο, όμως, και να φαίνονται κομματικά σκυλιά στην ουσία πρόκειται για διαβουκολούμενα προβατάκια και στην πραγματικότητα κομπάρσοι βουλιαγμένοι στην ψευδαίσθηση ότι απολαμβάνουν ένα δίλεπτο πρωταγωνιστικό ρόλο τον οποίο τους εκχωρούν οι υψηλοί σεναριογράφοι από τα κόμματα που υπηρετούν.
Αναπόσπαστο μέρος του κομματικού τους έργου είναι οι «ιερές» και εργολαβικές αποστολές, τουτέστιν τα άγια τοις κομματοκυσί. Υπενθυμίζουν σε προεκλογικές περιόδους τους ψηφοφόρους το ρουσφέτι για το οποίο μερίμνησαν να μεσολαβήσουν, υποδεικνύοντας εν κατακλείδι ότι ήρθε η ώρα να αποπληρώσουν τα γραμμάτια. Οι πιο θρασείς εξ αυτών προχωρούν να γαργαλήσουν απροθύμους ψηφοφόρους τανταλίζοντας υποσχέσεις για μελλοντικό βόλεμα. Έτσι, απέκτησαν τη διπλή ιδιότητα του πλασιέ της ελπίδας για αδαείς ή επιτήδειους ψηφοφόρους και του εκτελωνιστή συμφερόντων, φιλοδοξιών ή ματαιοδοξιών καιροσκόπων πολιτικών. Η πιο βρόμικη αλλά θελκτική αποστολή από όλες είναι αυτή της δολοφονίας χαρακτήρων των μη «ημετέρων». Είναι άλλωστε γι’ αυτούς φυσιολογικό γιατί όποιος ξέρει να κολακεύει ξέρει και να συκοφαντεί ή καλύτερα «ει χολώ παροικήσει και συ υποσκάζειν μαθήσει».
Υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά μεταξύ των κομματοκυνών και των σφουγγοκωλάριων, ενός άλλου ρόλου του δημοσίου μας θεάτρου. Οι πρώτοι συνειδητά στρατεύονται στην υπηρεσία του κόμματος, το οποίο υπηρετούν με φανατισμό ενώ οι δεύτεροι κινούνται μονίμως τυχοδιωκτικά και τους βρίσκεις να παρασιτούν στις παρυφές της εκάστοτε εξουσίας, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας. Οι κομματοκύνες κινούνται στο φως, γι’ αυτό είναι ευδιάκριτοι, ενώ οι σφουγγοκωλάριοι προτιμούν την αμφιλύκη για να κινούνται ιεροκρυφίως και για να μπορούν να ξεγλιστρούν όταν η πυξίδα του συμφέροντος δείχνει άλλη κατεύθυνση.
Έτυχε να συναντήσω κάποτε ένα κομματοκύνα, απ’ αυτούς που επιθυμούν να πεθάνουν πιο γρήγορα από τον αρχηγό του κόμματός τους, μόνο και μόνο για να τους εκφωνήσει τον επικήδειο. Μπήκαμε σε πολιτική συζήτηση και στο τέλος συμφώνησε μαζί μου. Όταν όμως ευγενικώς του υπέδειξα ότι αν συμφωνεί μαζί μου θα πρέπει να διαφωνεί με το κόμμα του, αφού σκοτείνιασε το πρόσωπό του και για μερικά δευτερόλεπτα περιπλανήθηκε το βλέμμα του στο άπειρο, συνειδητοποιώντας τη γκάφα που έπαθε και προσπαθώντας να περισώσει τα υπολείμματα κομματικής «αξιοπρέπειας», σαστισμένος μου είπε: «Καλά, αυτό δε σημαίνει ότι συμφωνώ με όλα όσα λες». Τότε τον ρώτησα που ακριβώς διαφωνεί και εμφανώς ταραγμένος κοίταξε το ρολόι και είπε: «Είμαι βιαστικός. Θα τα πούμε μία άλλη φορά». Έβλεπα ατάραχος εκείνο το ανθρωπάκι να απομακρύνεται με την ουρά στα σκέλια επιβεβαιώνοντας εκ νέου την από μακρού διαπίστωση ότι όσο εγγύτερα έρχομαι εις τα κομματόσκυλα άλλο τόσο μικρότερα μου φαίνονται.
Στον ελληνισμό ανέκαθεν υπήρξε αναγκαία και δεόντως αιτιολογημένη η ύπαρξή τους σε περιόδους εθνικών και κοινωνικών κρίσεων, γιατί ως αλυσοδεμένα μυαλά καθίστανται οι χρήσιμοι ηλίθιοι και οι αχθοφόροι της υποτέλειας για τα ηττημένα μυαλά των ηγεσιών τους. Εξωτερικώς, λειτουργούν ως αγιογράφοι της μυθοποίησης των πολιτικών μεσσιανικών φιγούρων, αυτών που έταξαν στη ζωή τους να «σώσουν» την κοινωνία και το έθνος μας. Εσωτερικώς, λειτουργούν μονίμως ως γελωτοποιοί των αθλίων. Φανταστήκατε ποτέ τι θα έκαναν όλοι εκείνοι οι Δον Κιχώτες της πολιτικής μας ζωής, αν δεν είχαν τόσους οσφυοκάμπτες προθύμως να τους υπηρετούν και να τους καμουφλάρουν την εικόνα με τα θυμιάματά τους;