Οι συνένοχοι του Γιώργου και τα τερατώδη ψέματα
Την αντιμετώπιση του «λεπρού» έχει πλέον ο Γιώργος Παπανδρέου από όλους στο ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και εκείνοι που το 2009 στήριζαν με πάθος τον ίδιο και τις επιλογές του, τώρα όχι μόνο τον απαρνούνται πλήρως, αλλά –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- του επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες για τη μεγάλη «αρρώστια» που έπληξε τη χώρα με την προσφυγή στο ΔΝΤ και το Μνημόνιο.
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ανδρέα Λοβέρδου –ο οποίος «πυροβόλησε» κι αυτός τον πρώην πρωθυπουργό- περισσότερο από την όποια ιστορική αλήθεια συνεισέφεραν, έδωσαν το έναυσμα για να αρχίσουν το ένα μετά το άλλο τα στελέχη του (τότε) ΠΑΣΟΚ να νίπτουν τας χείρας και να μεταλλάσσονται σε όψιμους αντιμνημονιακούς.
Η «επιστροφή» στα προ τριετίας δεδομένα αποκαλύπτει το μεγάλο ψέμα και δείχνει πόσο διαφορετική υπήρξε η πραγματικότητα. Τότε, παραμονές εκλογών, είχαν σχηματιστεί τρεις μεγάλες κατηγορίες στελεχών στα ρετιρέ του ΠΑΣΟΚ.
Τη μία αποτελούσαν οι έμπιστοι του κ. Παπανδρέου, που αργότερα απέκτησαν και τον χαρακτηρισμό «κηπουροί». Ανάμεσά τους ήταν οι Γ. Ραγκούσης, Γ. Παπακωνσταντίνου, Λ. Κατσέλη, αλλά και οι Π. Γερουλάνος, Τ. Μπιρμπίλη, Δ. Δρούτσας, Χ. Παμπούκης, που βρέθηκαν αμέσως μετά με υπουργικούς θώκους.
Τη δεύτερη κατηγορία σχημάτιζαν τα στελέχη που είχαν στηρίξει μέχρι τότε τον κ. Παπανδρέου, αλλά δεν είχαν κερδίσει την πραγματική εμπιστοσύνη του, όπως οι Μιχ. Χρυσοχοΐδης, Α. Διαμαντοπούλου, Δημ. Ρέππας, Χ. Καστανίδης, Π. Ευθυμίου, Χρ. Παπουτσής.
Και την Τρίτη αποτελούσαν όσοι είχαν βρεθεί αντίπαλοί του στην εσωκομματική αναμέτρηση του 2007, με κυριότερους τους Ευ. Βενιζέλο, Α. Λοβέρδο, Κ. Σκανδαλίδη.
Οι πρώτοι, μαζί με τον Ν. Αθανασάκη και τη Ρ. Βάρτζελη, αποτελούσαν τον πιο στενό πυρήνα εξουσίας, με τον οποίο ο Γ. Παπανδρέου συζητούσε όσες από τις σημαντικές αποφάσεις δεν λαμβάνονταν σε οικογενειακό επίπεδο. Δεδομένου και του χαοτικού χαρακτήρα του, οι περισσότερες κρίσιμες συσκέψεις δεν είχαν θεσμικό χαρακτήρα. Οι άτυπες, αλλά ουσιώδεις συναντήσεις γίνονταν στο σπίτι του στο Καστρί, ενώ τις πιο πολλές φορές είχε προηγηθεί η ανταλλαγή e-mails (ακόμη και με άτυπους συμβούλους του), ενώ οι συσκέψεις απλώς αποσκοπούσαν στην επικύρωση των αποφάσεων. Γι αυτό έως σήμερα επικρατεί σύγχυση ως προς το τι αποφασιζόταν που, κάτι που επιτρέπει στον καθένα να προβάλει την δική του εκδοχή. Λέγεται δε ότι συνήθιζε να γράφει (όπως έκανε και για το θέμα του ΔΝΤ) σε έναν πίνακα τις εναλλακτικές λύσεις που υπήρχαν και με την εις άτοπον απαγωγή να καταλήγει με τους συνομιλητές του σε αυτήν που ήθελε.
Η ουσία είναι ότι τότε πρώτο μέλημα για όλους –ακόμη και για εκείνους που σήμερα εμφανίζονται ως διαφωνούντες- ήταν η νομή της εξουσίας. Ακόμη και σε αυτόν τον στενό κύκλο συνεργατών οι ανταγωνισμοί ήταν πάντως υπαρκτοί. Οι κ. Ραγκούσης και Παπακωνσταντίνου έβλεπαν από τότε τον εαυτό τους, ο καθένας, ως διάδοχο του κ. Παπανδρέου, η κυρία Κατσέλη είχε εμφανή σύγκρουση για την ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών με τον μετέπειτα «τσάρο» και οι προσωπικοί φίλοι του τότε πρωθυπουργού επένδυαν στην φθορά όλων των υπολοίπων.
Η Λ. Κατσέλη ήταν μάλιστα η πρώτη που είχε ταχθεί –και δημοσίως- υπέρ της προσφυγής στο ΔΝΤ, προτού ακόμη οι εξελίξεις οδηγήσουν στο Καστελλόριζο.
Από την δεύτερη κατηγορία, των «συμμάχων», οι κ. Χρυσοχοΐδης και Δαμαντοπούλου ασπάστηκαν αμέσως και απολύτως την πολιτική Παπανδρέου, θεωρώντας ότι αυτό θα ενίσχυε και τους ίδιους, αφού η ακολουθούμενη τότε ρητορική προσέγγιζε τις δικές τους «εκσυγχρονιστικές» καταβολές.
Κυρίως όμως ήλπιζαν σε μία μελλοντική αναβάθμισή τους στο σύστημα εξουσίας του κ. Παπανδρέου, αφού σε πρώτη φάση δεν τους είχε δώσει τους θώκους και τις εξουσίες που επιθυμούσαν.
Οι κ. Παπουτσής και Ευθυμίου, που είχαν αποκλειστεί από την πρώτη φάση διακυβέρνησης, έγιναν κι αυτοί γρήγορα –εν αναμονή της «ανταμοιβής» τους- δημόσιοι χειροκροτητές του κ. Παπανδρέου, κρατώντας κάποια προσχήματα για να μπορούν να αυτό-αποκαλούνται, μαζί με τους άλλους, «κοινωνιστές». Μέχρι και ο κ. Πάγκαλος με το «μαζί τα φάγαμε» εξασφάλισε την παραμονή του στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης.
Από τους εσωκομματικούς αντιπάλους του κ. Παπανδρέου, ο κ. Βενιζέλος συνθηκολόγησε, αποδεχόμενος τον διακοσμητικό ρόλο του υπουργού Εθνικής Άμυνας και «παραδίδοντας» όλες τις κύριες αρμοδιότητες στον αναπληρωτή του Π. Μπεγλίτη. Υπήρξε απόλυτα συνεργάσιμος με τον τότε πρωθυπουργό και μάλιστα άρχισε να ορέγεται το υπουργείο Οικονομικών πολύ νωρίτερα από το καλοκαίρι του 2011, οπότε τελικά το ανέλαβε.
Τότε ήταν που άρχισε και η ραγδαία μεταβολή συσχετισμών εντός του ΠΑΣΟΚ, με τον κ. Παπανδρέου να «αδειάζει» κατ’ ουσίαν τους αυλικούς του προκειμένου να διασωθεί ο ίδιος.
Ο κ. Λοβέρδος στην αρχή είχε αντιμετωπίσει -και ορθώς- την τοποθέτησή του στο υπουργείο Εργασίας ως «εξορία» στην οποία τον έστειλε ο κ. Παπανδρέου προκειμένου να τον εξοντώσει πολιτικά. Με την έλευση της τρόικας όμως μεταβλήθηκε σε έναν από τους πιο πιστούς μνημονιακούς υπουργούς, με αποτέλεσμα να ανταμειφθεί αργότερα από τον κ. Παπανδρέου με την αναβάθμισή του στο υπουργείο Υγείας.
Σε όλη αυτή την φάση, παρά τις τριβές που υπήρχαν, ο κ. Λοβέρδος πίστευε ότι με την απόλυτη ευθυγράμμισή του στην πολιτική των δανειστών και των ξένων, δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για να ικανοποιήσει μεσοπρόθεσμα τις αρχηγικές φιλοδοξίες του.
Όσο για τον κ. Σκανδαλίδη, ήταν κοινό μυστικό ότι εκλιπαρούσε για μία θέση στο υπουργικό συμβούλιο κι ας ήταν τελικά «β’ διαλογής», όπως το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.
Όταν το δράμα είχε αρχίσει να αποκαλύπτεται, οι συνοδοιπόροι έκαναν στροφή
Για τους γνωρίζοντες τα παρασκήνια αυτής της τριετίας, το συμπέρασμα είναι ότι άπαντες τότε έγιναν εν μία νυκτί ακραιφνείς μνημονιακοί, μόλις ο κ. Παπανδρέου ανακοίνωσε τις αποφάσεις του. Ανεξάρτητα από το αν είχαν είτε «σοσιαλιστικές» καταβολές, είτε «φιλελευθερίζουσες» ενοράσεις ή ήταν «νεοεισερχόμενοι» στα άδυτα της εξουσίας. Και έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή στους δανειστές, πιστεύοντας ότι ξεκινούσε μία νέα εποχή κατά την οποία θα μπορούσαν ως συνεργάτες και πειθήνια όργανά τους να παίξουν ρόλο, ακόμη και στην «μετα-Παπανδρέου» εποχή.
Η κατάσταση άρχισε όμως να αλλάζει μετά τον πρώτο χρόνο, όταν πια γινόταν εμφανής η αποτυχία του Μνημονίου, διαψεύδονταν οι βαρύγδουπες υποσχέσεις περί σύντομης επανόδου στις αγορές και οι εσωτερικές συγκρούσεις στην κυβέρνηση διαρκώς αυξάνονταν.
Η κατάρρευση του κ. Παπανδρέου και η αποχώρησή του από την πρωθυπουργία σηματοδότησαν και την ανάγκη όλων των μέχρι τότε «συνοδοιπόρων» του να αλλάξουν στρατηγική για να ξεχαστεί το παρελθόν τους.
Η κυρία Κατσέλη, που ήταν ήδη εκτός κυβέρνησης πια, έκανε την δική της ρήξη, ο κ. Καστανίδης ξιφουλκούσε κατά των μνημονιακών πολιτικών, ο Δημ. Ρέππας υπερηφανευόταν για τις αντιρρήσεις του προς την τρόικα, ο Μ. Χρυσοχοΐδης δήλωνε ότι δεν είχε διαβάσει το μνημόνιο, ο Γ. Ραγκούσης ανακάλυπτε με ιερή οργή ότι αν και δεξί χέρι του κ. Παπανδρέου δεν γνώριζε για την «λίστα Λαγκάρντ», ο Ευ. Βενιζέλος επιχειρούσε να τραβήξει διαχωριστική γραμμή από ντον προκάτοχό του.
Και τώρα τελευταία ο Α. Λοβέρδος, ένας ακόμη όψιμος αντιμνημονιακός, θυμήθηκε ότι είχε διαφωνήσει με αυτό που και ο ίδιος υπηρέτησε με πάθος, ερεθίζοντας τον Π. Ευθυμίου, που έσπευσε να διορθώσει ότι μόνος εκείνος είχε αντιταχθεί σθεναρώς στην προσφυγή στο ΔΝΤ…
Πηγή «Κυριακάτικη Δημοκρατία»
http://kostasxan.blogspot.gr/2013/01/blog-post_1247.html