Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Κυβέρνηση, ΗΠΑ και ΕΕ κατά των Ρώσων επενδυτών


Οι Αμερικανοί εκβιάζουν την κυβέρνηση ότι, αν δώσει στους Ρώσους ΔΕΠΑ ή ΔΕΣΦΑ, θα υπονομεύσουν την ανακήρυξη ΑΟΖ της Ελλάδας
Γράφει ο Γιώργος Δελαστίκ

Οργιάζουν οι υπονομευτικές κινήσεις στο παρασκήνιο προκειμένου να αποτραπεί πάση θυσία η πώληση της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ) και της θυγατρικής της, του Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος του Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ), στους εντυπωσιακά πλειοδοτούντες ενδιαφερόμενους Ρώσους επενδυτές.
Βυσσοδομούν στο παρασκήνιο και ενίοτε στο προσκήνιο οι Αμερικανοί, οι Γερμανοί, η κυβέρνηση Σαμαρά, Βενιζέλου, Κουβέλη και Ελληνες επιχειρηματίες σε ένα σύνθετο γεωπολιτικό, οικονομικό και επιχειρηματικό παιχνίδι. Οι εκβιασμοί, οι ωμές παρεμβάσεις, η παντελής αδιαφορία για το τίμημα που θα καταβληθεί αποδεικνύουν με θεαματικό τρόπο πόσο γελοία, διάτρητη και ιδιοτελής είναι η δήθεν «σωτήρια» διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων που επέβαλαν οι δανειστές της ΕΕ και του ΔΝΤ με την ενθουσιωδώς σύμφωνη γνώμη της συγκυβέρνησης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ.
Το άκρως διαφωτιστικό στοιχείο στην υπόθεση είναι ότι, ενώ οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι επικαλούνται μύρια όσα λογικοφανή, φαιδρά ή σωστά επιχειρήματα γιατί δεν πρέπει να δοθούν η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ στις ρωσικές εταιρείες, δεν θέλουν κατά κανέναν τρόπο να κάνουν το αυτονόητο: να δώσουν οι εταιρείες που αυτοί στηρίζουν περισσότερα λεφτά, να κάνουν δηλαδή καλύτερη προσφορά από τους Ρώσους! Το αποτέλεσμα είναι στις μέχρι στιγμής ενδεικτικές, μη δεσμευτικές προσφορές, βάσει των υπαρχουσών πληροφοριών που θεωρούνται έγκυρες, οι Ρώσοι να έχουν προσφέρει σχεδόν διπλάσια λεφτά από τους υπόλοιπους διεκδικητές!
Αυτή η στάση των Αμερικανών και των Ευρωπαίων αποδεικνύει εμπράκτως ότι ο στόχος των ιδιωτικοποιήσεων που επέβαλαν μέσω του Μνημονίου δεν είναι να συγκεντρώσει το ελληνικό κράτος όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα για να καλύψει τμήμα των χρεών του. Στόχος τους είναι να πάρουν οι ίδιοι ή άνθρωποί τους «φιλέτα» της ελληνικής κρατικής περιουσίας έναντι εξευτελιστικού τιμήματος. Κυριολεκτικό ξεπούλημα δηλαδή χωρίς προσχήματα και αναστολές.
Οι αριθμοί μιλούν μόνοι τους. Μόνο για τη ΔΕΠΑ, η ρωσική κρατική εταιρεία Γκαζπρόμ, η μεγαλύτερη του κόσμου στο φυσικό αέριο, προσφέρει βάσει των πληροφοριών που δημοσιεύθηκαν για τις ενδεικτικές, μη δεσμευτικές, επαναλαμβάνουμε προσφορές 900 εκατ. ευρώ. Αντιθέτως, η κοινοπραξία Μυτιληναίου – Βαρδινογιάννη προσφέρει για τη ΔΕΠΑ σχεδόν τα μισά, μόλις 500 εκατ. Για τον ΔΕΣΦΑ η αζερινή κρατική εταιρεία Σοκάρ -πίσω από την οποία κρύβεται αμερικανική εταιρεία, όπως φημολογείται στην αγορά- δίνει 750 εκατ. ευρώ. Πώς να συγκριθεί το ποσό αυτό με την προσφορά και για τον ΔΕΣΦΑ και για τη ΔΕΠΑ της ιδιωτικής ρωσικής εταιρείας Νέγκουσνεφτ, θυγατρικής του ομίλου Σιντέζ του Ρώσου ολιγάρχη Λεονίντ Λεμπέντεφ, η οποία ανέρχεται στο 1,9 δισ. ευρώ και είναι μάλιστα η μοναδική και για τις δύο υπό ιδιωτικοποίηση εταιρείες – δηλαδή και για τη ΔΕΠΑ και για τον ΔΕΣΦΑ μαζί;
Επειδή οι ρωσικές προσφορές στο οικονομικό επίπεδο είναι ασυναγώνιστες, οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι μετέφεραν το παιχνίδι στον τομέα των πολιτικών πιέσεων. Επισήμως οι αμερικανικές ενστάσεις εστιάζονται στην υποτιθέμενη «ανησυχία» των ΗΠΑ για το ενδεχόμενο «ενεργειακής ομηρείας» της Ελλάδας από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Τα πράγματα είναι πολύ σκληρότερα στο παρασκήνιο. Οι Αμερικανοί εκβιάζουν ωμά την κυβέρνηση ότι, αν δώσει στους Ρώσους τη ΔΕΠΑ ή τον ΔΕΣΦΑ, τότε η Ουάσιγκτον θα υπονομεύσει κάθε σχέδιο ανακήρυξης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) εκ μέρους της Ελλάδας.
Διαμηνύουν με λιγότερο ή περισσότερο ευθύ τρόπο ότι δεν θα προσπαθήσουν να «πείσουν» την Τουρκία να μην αντιδράσει στο ενδεχόμενο ελληνικής ΑΟΖ -πράγμα που σημαίνει στη διπλωματική γλώσσα ότι θα ενθαρρύνουν την Αγκυρα να αντιδράσει βίαια, έχοντας «πράσινο φως» από τις ΗΠΑ. Οσο για τους Ευρωπαίους, είναι διασκεδαστικό το γεγονός ότι όλες οι εταιρείες από χώρες της Ευρωζώνης που είχαν ενδιαφερθεί αρχικά για την αγορά ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ -οι κολοσσοί ΕΝΙ και Εντισον από την Ιταλία, η Φοπάκ από την Ολλανδία, οι Εναγκάς και Γκας Νατουράλ από την Ισπανία- απομακρύνθηκαν τρέχοντας μόλις είδαν τις ρωσικές προσφορές. Τώρα η κυβέρνηση προσπαθεί με πλάγια μέσα να τις επαναφέρει σε συμπράξεις με τις πέντε εταιρείες που απέμειναν στην τελική φάση.
ethnos.gr