ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ του περασμένου Νοεμβρίου, το γερμανικό περιοδικό «Spiegel» δημοσίευσε ρεπορτάζ με τίτλο: «Διασώζοντας τους ολιγάρχες: Η βοήθεια της Ε.Ε. προς την Κύπρο, ένα πολιτικό ναρκοπέδιο για τη Μέρκελ». Οι συντάκτες του ρεπορτάζ περιέγραφαν την Κύπρο ως έναν παράδεισο για Ρώσους, όπου ακόμα και ο δήμαρχος της Λεμεσού μιλάει άπταιστα ρωσικά και έχει σπουδάσει στη Μόσχα της σοβιετικής εποχής.
Με τη ρωσική κυβέρνηση να έχει παραχωρήσει δάνειο 2,5 δισ. ευρώ στην κυπριακή χωρίς να αντιστρέφεται η κατάσταση, το «Spiegel» αντέτεινε πως οι ευρωπαϊκές χώρες και η Γερμανία θα έπρεπε να προχωρήσουν σε βοήθεια 10 δισ. ευρώ για τη διάσωση των κυπριακών τραπεζών. Το πιο εντυπωσιακό, ίσως, κομμάτι στις αναφορές του γερμανικού περιοδικού ήταν η αποκάλυψη πως η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών (BND) είχε γνωστοποιήσει στο Βερολίνο ποιοι θα ήταν οι πραγματικοί αποδέκτες μιας τέτοιας βοήθειας: ολιγάρχες, επιχειρηματίες και μαφιόζοι, όλοι Ρώσοι, που ξέπλεναν χρήμα στην Κύπρο.
Από τότε ξεκίνησε ένα μπαράζ αναφορών στο διεθνή και ιδίως το γερμανικό Τύπο για τις σχέσεις κυπριακών τραπεζών και Ρώσων ολιγαρχών, οι οποίες έβαζαν εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια διάσωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εχοντας επιβάλει Μνημόνια σε τρεις κυβερνήσεις με πρωτοφανείς κοινωνικές αντιδράσεις, η Ευρώπη θυμήθηκε ξαφνικά τη δημοκρατία απέναντι στους Ρώσους επιχειρηματίες, που η ίδια θεωρούσε τη δεκαετία του ’90 ότι σήκωναν το βάρος της μετάβασης από τον κομμουνισμό. Οι θερμοί εναγκαλισμοί Κολ-Γέλτσιν και Σρέντερ-Πούτιν βγήκαν από το κάδρο. Με την Ευρωπαϊκή Ενωση να κερδίζει το Νόμπελ Ειρήνης για το 2012, η ατμομηχανή της Ευρώπης ξεκίνησε πόλεμο κατά της διαφθοράς και του μαύρου χρήματος.
Οταν χάνεται το μέτρο
Αναρωτιέται κανείς αν οι μυστικές υπηρεσίες της Γερμανίας γνωρίζουν ποια ποσά διοχέτευσε η Siemens και σε ποιους Ελληνες ολιγάρχες. Αν για τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι δύσκολο να καταπιεί το να πληρώσουν Γερμανοί φορολογούμενοι τις καταθέσεις Ρώσων ολιγαρχών και αν για τη Μόσχα είναι δύσκολο να καταπιεί το υπολογιζόμενο σε 2 δισ. ευρώ «κούρεμα» των ρωσικών καταθέσεων, άλλο τόσο δύσκολο είναι για τους Ελληνες φορολογούμενους να καταπιούν την προστασία που απολαμβάνει ο Μιχάλης Χριστοφοράκος στο Μόναχο.
Θα ήταν εύκολο για κάποιον να αντιτείνει ότι αυτές είναι διαφορετικές περιπτώσεις. Στην ιστοσελίδα του Bureau of International Information Programs του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, δημοσιεύεται άρθρο με τίτλο «Οταν η διαφθορά συναντά τη δικαιοσύνη: Η “μητέρα” όλων των εταιρικών σκανδάλων» (25/5/2012). Η πρώτη λέξη του άρθρου είναι η Siemens, «μια πολυεθνική που εδρεύει στη Γερμανία και αναγνώρισε ότι χρησιμοποίησε 1,3 δισ. ευρώ παράνομα σε ένα περίτεχνο σύστημα δωροδοκιών για να κερδίζει συμβόλαια ανά τον κόσμο». Η έκθεση αναφέρει ότι από το 2002 έως το 2006 μαύρα ταμεία, διπλά βιβλία και βαλίτσες με μετρητά έκαναν το γύρο του κόσμου. Τον Δεκέμβριο του 2008, η Siemens συμφώνησε να πληρώσει πρόστιμα ύψους 800 εκατ. δολαρίων στις αμερικανικές και 800 εκατ. δολαρίων στις γερμανικές αρχές. Το άρθρο τελειώνει με τη φράση «η Siemens είναι τώρα στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών καλής διακυβέρνησης».
Κατά συρροήν απάτη
Τρία χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2011, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ στοιχειοθέτησε κατηγορίες για κατά συρροήν απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ενάντια στην Αργεντινή, σε επτά πρώην στελέχη της γερμανικής εταιρείας. Οπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα της εποχής από τη «Wall Street Journal» (13/12/2011), ο βοηθός γενικός εισαγγελέας δήλωσε ότι «είναι η πρώτη φορά που μια εταιρεία στη λίστα Fortune Global-50 κατηγορείται με βάση το νόμο “Foreign Corrupt Practices Act” των ΗΠΑ».
Εως το 2010, το top-10 εταιρικών σκανδάλων με βάση τον παραπάνω νόμο περιλάμβανε και την Daimler. Τα αμερικανικά δικαστήρια επέβαλαν το 2010 στη γερμανική εταιρεία πρόστιμο 185 δισ. δολαρίων για δωροδοκία σε 22 χώρες το διάστημα 1998-2008. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι ανάμεσα στις εταιρείες που προσήλθαν για διακονισμό προστίμου ήταν η ρωσική θυγατρική Mercedes-Benz Russia και η γερμανική θυγατρική της Daimler Export and Trade Finance.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η Daimler είχε ανάμεσα σε άλλα κάνει δώρο μια θωρακισμένη Mercedes-Benz αξίας 300.000 δολαρίων σε αξιωματούχο του Τουρκμενιστάν για τα γενέθλιά του. Σύμφωνα με τον «Guardian», από την όλη υπόθεση η γερμανική εταιρεία είδε αύξηση των προφόρων κερδών της τουλάχιστον κατά 50 εκατ. δολάρια.