Άρθρο της Μαρίας Τζάνη
Καθηγήτρια Πανεπιστήμιου Αθηνών
Είναι αδιαφιλονίκητο γεγονός , ότι ο κ. Παπανδρέου κέρδισε τις εκλογές και έγινε πρωθυπουργός της Ελλάδος εξαπατώντας τον ελληνικό λαό.
Είναι αδιαφιλονίκητο γεγονός, ότι δημιούργησε τις προϋποθέσεις υποταγής της Ελλάδος στο διεθνές νομισματικό ταμείο (ΔΝΤ), με την κατασυκοφάντηση των Eλλήνων πολιτών και με την άρνηση να χρησιμοποιήσει τις εναλλακτικές λύσεις που είχε στη διάθεση του, για να αντιμετωπίσει τα όποια προβλήματα της και να της δώσει ικανή προστασία από τις συνέπειες της παγκόσμιας κρίσης.
Είναι αδιαφιλονίκητο γεγονός, ότι ο κατ’ εξακολούθησην εκβιασμός, το κατά συρροήν ψεύδος και ο έρπον φασισμός, υπήρξαν η βασική στρατηγική του κ. Παπανδρέου με όλες τις συνέπειες για τη χώρα και την κοινωνία της. Συνέπειες, που με έναν χαρακτηρισμό, θα μπορούσα να τις αποκαλέσω «εθνοκτονία εν εξελίξει» ή «λεηλασία ανθρώπων, θεσμών, πόρων και επιτευγμάτων της Ελλάδος».
Αυτό όμως που δεν έχει όσο πρέπει επισημανθεί, είναι η λογική μιας στρατηγικής που δημιουργεί τετελεσμένα γεγονότα (Fates accomplies - όπως πχ. είναι η πρόταση του για δημοψήφισμα - ) με την οποία στρατηγική, ακυρώνει οποιαδήποτε πολιτική βούληση διαπραγμάτευσης, διαχείρισης ή παρέμβασης στο καθεστώς τελεσίδικης εκτάκτου ανάγκης, που έχει οδηγήσει τη χώρα.
Ερώτηση: όλα αυτά είναι λάθη παντελούς ανικανότητας «πολιτικού ανδρός» (;) ή είναι προαποφασισμένη εν εξέλιξη προδοσία;
Είναι δηλαδή έργα ανικανότητας ή προδοσίας;
Σε κάθε περίπτωση βεβαία, τέτοια λάθη στην πολιτική, ισοδυναμούν με ειδεχθή εγκλήματα.
Είναι όμως πέραν πάσης αμφιβολίας επίσης, ότι ο κ. Παπανδρέου, δεν θα μπορούσε να τα εφαρμόσει ή υλοποιήσει όλα αυτά, αν δεν του έδιναν τη δυνατότητα οι βουλευτές του.
Αυτοί οι όποιοι αποδεδείχθηκαν «τυφλοί τα τ’ ώτα, τον τε νουν, τα τ’ όμματα»
Αυτοί δηλαδή, που δεν αφουγκράσθηκαν το ψυχορράγισμα της πατρίδας, την αγωνία των Ελλήνων πολιτών και την απελπισία των νέων μας, των παιδιών μας, που είναι η ανάσα και η ελπίδα μας.
Αυτοί που δεν βλέπουν την αλλοίωση των αξίων μας, την καταβαράθρωση της Παιδείας μας, την ακύρωση των θεμελιωδών νόμων μας, τον ευτελισμό και τη φαλκίδευση των θεσμών μας και τη σκοτεινή θύελλα που υφέρπει στην κοινωνία μας, απ’ την απόγνωση μας που οδηγεί σε κατάθλιψη και αύτη σε απύθμενη οργή. Απ’ τη μετανάστευση κάθε ελπίδας μας.
Ποια νοημοσύνη τους διασφαλίζει ότι ο εμπαιγμός και ο διασυρμός της χωράς μας – αλλά να λένε και αλλά να πράττουν – δεν είναι κατανοητός από τους πολίτες, όταν μάλιστα αυτές οι πράξεις τους, τους καθιστούν “ολετήρες” της ελληνικής πατρίδας; όταν, με τις πράξεις τους, της αποστερούν δυνατότητες και πολιτικές επιλογές σωτηρίας;
Πως το μπόρεσαν αλήθεια! τι τους έλειψε, η αρετή ή η τόλμη; μήπως και τα δυο;
Ποιο χάλκαιον χέρι, ποιου φόβου, ποια ανίερη σκοπιμότητα ή μισελληνική σπέκουλα τους οδήγησε στην απόφαση:
<!--[if !supportLists]-->· <!--[endif]-->Να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση των λαθεμένων και επικίνδυνων επιλογών, με αποτέλεσμα να συνεχίζει αυτή η ίδια να κυβερνά.
<!--[if !supportLists]-->· <!--[endif]-->Να επιτρέπουν στον κ. Παπανδρέου αντί λογοδοσίας, να καθορίσει το επόμενο βήμα της προσωρινής (;) διακυβέρνησης της χώρας, όταν είναι αυτός, που με τις επιλογές του, και ιδίως την ολέθρια – όπως αποδείχθηκε – τελευταία απόφαση του για το ανόητο δημοψήφισμα, έβαλε το Λαό στο περιθώριο, καθιστώντας ακόμη πιο αβέβαιο το μέλλον Του.
<!--[if !supportLists]-->· <!--[endif]-->Να οπλίσουν το χέρι του φονικού εκβιασμού, ως «ρεβόλβερ στον κρόταφο» του αρχηγού της Αξιωματικής αντιπολίτευσης, εξαναγκάζοντας τον σε μονόδρομη επιλογή.
Και κυρίως,
<!--[if !supportLists]-->· <!--[endif]-->Να ακυρώσουν τον Λαό και ιδεοπειθαναγκάζοντας τον και εξαναγκάζοντας τον, μ‘ όλα τα μέσα που διαθέτουν, για μιαν ακόμη φορά, να τον καταστήσουν απλό θεατή όσων συμβαίνουν γι’ Αυτόν «χωρίς Αυτόν».
«Μας είπαν θα νικήσετε όταν πιστέψετε
πιστέψαμε και βρήκαμε τη σταχτή
μας είπαν θα νικήσετε όταν υποταχθήτε
υποταχθήκαμε και βρήκαμε τη σταχτή
Βρήκαμε τη σταχτή. Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας».
Το λόγο τώρα έχει ο, αείποτε, κυρίαρχος Ελληνικός Λαός. Και το πρώτο καθαρό μήνυμα που τους στέλνει, συνοψίζεται στο λόγο του ποιητή:
«…εγώ να τους πεις δεν είμαι ένα τυχαίο περιστατικό
για να τους παραδοθώ».