Στην πολιτική, όπως και στην οικονομία, υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που γίνονται αλλά δεν προαναγγέλλονται. Αυτό το αξίωμα φαίνεται ότι δεν ελήφθη υπόψη από την κυβέρνηση στο ευαίσθητο θέμα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπως και της οριοθέτησης ΑΟΖ. Το παράδειγμα της Κύπρου δεν έχει γίνει μάθημα. Αντίθετα, επιλέγεται μια πολιτική που φαίνεται ότι είναι αδιέξοδη, δεδομένων των αντανακλαστικών της Τουρκίας.
Την Κυριακή δημοσίευμα του Βήματος φέρει την κυβέρνηση να εξετάζει το ενδεχόμενο να καταθέσει συντεταγμένες για τα εξωτερικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στα Ηνωμένα Έθνη εντός των πρώτων μηνών του έτους. Το θέμα συνδέεται άμεσα με τις σεισμικές έρευνες που διεξάγει η νορβηγική εταιρία PGS σε Ιόνιο και νότια Κρήτη.
Είναι γεγονός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις από τη μεταπολίτευση και μετά απέφυγαν συστηματικά να αγγίξουν το θέμα αυτό και δη την οριοθέτηση ΑΟΖ στην ευαίσθητη θάλασσα του Αιγαίου. Καμία δεν θέλησε να προκαλέσει τις αντιδράσεις της γείτονος και η πολιτική που τηρήθηκε απαρέγκλιτα από όλους τους κυβερνητικούς συνασπισμούς των μεταπολιτευτικών χρόνων ήταν της καλής γειτονίας, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Πολιτική η οποία περιελάμβανε, επίσης, την αποφυγή κάθε έρευνας για υδρογονάνθρακες στην περιοχή αυτή. Μια απόπειρα που έγινε πριν από 15 χρόνια αφορούσε στο χερσαίο έδαφος της Δυτικής Ελλάδας κι αυτή έληξε άδοξα.
Το θέμα των ερευνών για υδρογονάνθρακες επανήλθε δυναμικά πριν από ένα χρόνο, με την Κύπρο να έχει να επιδείξει πλέον αποδείξεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στα ύδατα της. Τα οποία συνορεύουν με την Ελλάδα και δημιουργούν βάσιμες υποψίες ότι τα κοιτάσματα ενδεχομένως να εκτείνονται και στα ελληνικά χωρικά ύδατα και δη κοντά στο Καστελλόριζο.
Η Ελλάδα αποφάσισε να μπει σε αυτό το παιχνίδι από νερά τα οποία δεν δημιουργούν αντιδράσεις και με βάση τη μέση γραμμή. Έτσι, έγινε η προκήρυξη για το Ιόνιο και τη νότια Κρήτη και η ανάθεση των σεισμικών στην PGS. Και ενώ αναμένονται τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών περί τα τέλη του πρώτου εξαμήνου, αίφνης «διαρρέει» η πρόθεση της κυβέρνησης για τις συντεταγμένες, ενώ προαναγγέλλεται ότι η Αθήνα δεν σκέφτεται να προχωρήσει σε μονομερή οριοθέτηση ΑΟΖ.
Λάθος πρώτον. Ανεξάρτητα από τις φωνές που υποστηρίζουν ή απορρίπτουν την πρόθεση αυτή (για τις συντεταγμένες), μια τέτοια κίνηση εάν και εφόσον έχει πράγματι αποφασισθεί να προωθηθεί δεν θα έπρεπε να προαναγγελθεί. Για έναν και μόνον λόγο. Για να προστατευθεί. Θυμίζουμε ότι η Κύπρος έκανε μια σειρά ενεργειών πριν κλείσει το θέμα οριοθέτησης ΑΟΖ με τα γειτονικά της κράτη και ουδείς πήρε μυρωδιά. Όλα έγιναν ησύχως και όταν πια είχαν ωριμάσει οι συνθήκες ανακοινώθηκαν ως τετελεσμένα, πιάνοντας κυριολεκτικά στον ύπνο την Τουρκία.
Εμείς, για λόγους ανεξήγητους, επιλέγουμε να «διαφημίσουμε» τις κινήσεις μας, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο καθόλου δεν θα αρέσει στην Άγκυρα. Η οποία πλέον θα έχει τη δυνατότητα να προετοιμάσει ανάλογα την αντίδραση της. Ήδη, μία ημέρα μετά το δημοσίευμα του Βήματος η τουρκική Zaman, η οποία θεωρείται ότι εκφράζει κυβερνητικές θέσεις, φιλοξενεί δηλώσεις ανώνυμου Τούρκου αξιωματούχου ότι «η Τουρκία παρακολουθεί στενά οποιαδήποτε μονομερή απόπειρα της Ελλάδος ή άλλων χωρών να διευρύνουν την οικονομική ζώνη τους ή να διεξάγουν έρευνες για πετρέλαιο. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, θα παρουσιάσουμε και εμείς τη δική ανακήρυξη».
Λάθος δεύτερο. Χάσαμε τη δυνατότητα αιφνιδιασμού, τακτική πολύ χρήσιμη σε αυτές τις περιπτώσεις. Τώρα, θα ξεκινήσει ένα πόλεμος ανακοινώσεων, που δεν θα βγάλει πουθενά. Ή μάλλον, θα έχει ως αποτέλεσμα να «παγώσουν» για άλλη μία φορά οι ελληνικές προσπάθειες να δοθεί μία λύση στο ευαίσθητο αυτό θέμα.
Εκτός κι αν η κυβέρνηση επί της ουσίας δεν έχει καμία πρόθεση να διαταράξει το όποιο «status quo» στο Αιγαίο. Και «διέρρευσε» τις «προθέσεις» της για να τεστάρει τις αντιδράσεις της Άγκυρας. Και από τη στιγμή που οι αντιδράσεις αυτές είναι αναμενόμενες, το θέμα οδηγείται για άλλη μία φορά στις καλένδες. Και όλα καλά και όλα ανθηρά. Η κυβέρνηση θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι «κάναμε τις προσπάθειες μας, αλλά ιδού το αποτέλεσμα». Και οι «θερμοκέφαλοι» να καθίσουν στα αυγά τους.
Ένα ζήτημα που θεωρείται κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας παραδίδεται για άλλη μία φορά στην πυρά, ενώ θα μπορούσε να αξιοποιηθεί με τον πλέον κατάλληλο τρόπο, σε μια φάση που ευνοεί ιδιαίτερα την Ελλάδα, λόγω και της κρίσης στη Συρία. Αρκεί να γινόταν κάτω από απόλυτη μυστικότητα και με τη στήριξη των συμμάχων της χώρας. Τώρα, θα αναλωθεί σε δημοσιεύματα άσφαιρα και θα έχει την ίδια κατάληξη που είχε όλα αυτά τα χρόνια. Κρίμα.