Δεν πειράζει που σας τα έφαγαν οι τράπεζες. Δεν πειράζει που ο Ελληνισμός κλονίζεται από την προδοσία των τραπεζιτών. Δεν πειράζει που πεινάτε. Θα σας ταΐσουμε μία κεντροδεξιά για να χορτάσετε…
Κύριο άρθρο Εθνικού Κήρυκα Νέας Υόρκης
10.12.2012
Τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο
Η πιο παρήγορη είδηση μέσα στην μελαγχολία της νέας εποχής της αναγκαστικής μνημονιακής λιτότητας που επιβάλλει η τρόικα στην Κύπρο, λόγω της προσφυγής στο Μηχανισμό Στήριξης, είναι ότι έχουν εντοπιστεί επιτέλους στοιχεία για τους βασικούς υπεύθυνους της οικονομικής καταστροφής. Αυτά τα στοιχεία, σύμφωνα με τις πληροφορίες, περισυνέλλεξε ο διεθνής οίκος «Alvarez and Marsal» που ανέλαβε να διερευνήσει το μεγάλο σκάνδαλο της χρεοκοπίας των δύο μεγάλων κυπριακών τραπεζών, αφορούν μεγαλοτραπεζίτες και έχουν τεθεί υπόψιν του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος αφού τα μελετήσει αναμένεται ότι θα προχωρήσει σε άσκηση ποινικών διώξεων.
Το σκάνδαλο με την Marfin – Λαϊκή και την Τράπεζα Κύπρου είναι τεραστίων διαστάσεων, πρωτοφανές και ασύλληπτο.
Υπολογίζεται, στη βάση έρευνας που έκανε άλλος επίσης εξειδικευμένος διεθνής οίκος, η εταιρεία PIMCO, ότι η «τρύπα» που δημιουργήθηκε στις δύο εμπορικές τράπεζες αγγίζει τα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Κύπρου!
Δέκα χιλιάδες εκατομμύρια ευρώ, είναι αυτά, που για τα μεγέθη της Κύπρου αντιστοιχούν σε 20.000 περίπου ευρώ για τον κάθε πολίτη, αποτελούν καταθέσεις και επενδύσεις ανυποψίαστων πελατών τους και έχουν εξαφανιστεί μέσα σε 3 με 4 χρόνια από αλόγιστες πράξεις και αποφάσεις που έλαβαν γι’ αυτούς κάποιοι συγκεκριμένοι κύριοι που διοικούσαν τις δύο τράπεζες. Μόνο με την αγορά των ελληνικών ομολόγων, τα οποία έσπευσαν να προμηθευτούν όταν τα ξεφορτώνονταν οι Γερμανοί και άλλοι Ευρωπαίοι, προσδοκώντας προφανώς σε εύκολο κέρδος, χάθηκαν 4 δισ. ευρώ όταν επήλθε το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.
Συνεπώς, αυτοί οι μεγαλοτραπεζίτες που ακόμα και μέσα στην καρδιά της κρίσης η κύρια τους φροντίδα ήταν να πολλαπλασιάζουν τους μισθούς και τα «μπόνους» τους, αλλά και οι έχοντες την ευθύνη της εποπτείας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της νήσου και που ενέχονται σε οικονομικά εγκλήματα τα οποία έχουν αντίκτυπο σε όλο τον κυπριακό πληθυσμό, δεν θα πρέπει να διαφύγουν ατιμώρητοι.
Αυτό είναι, όμως, το ένα σκέλος που αφορά στις ποινικές ευθύνες και ελπίζουμε ότι θα καταλογιστούν. Εξίσου σοβαρές για την κυπριακή χρεοκοπία είναι όμως και οι πολιτικές ευθύνες.
Η ανακεφαλαιοποίηση των κυπριακών τραπεζών, που ήταν και η κύρια αιτία για την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης, μπορούσε να τύχει διαφορετικών χειρισμών από το κυπριακό κράτος, όπως έγινε με τις ισπανικές τράπεζες, ώστε αυτό το δυσβάστακτο κόστος των 10 δισ. να μην φορτωθεί στις πλάτες των Κύπριων φορολογουμένων που δεν έχουν φταίξει σε τίποτα. Γιατί, δηλαδή, οι πολίτες να πληρώνουν για δεκαετίες για να καλύψουν ελλείμματα των ιδιωτικών εμπορικών τραπεζών; Πότε οι τράπεζες μοιράστηκαν τα κέρδη που είχαν με τους πολίτες, ώστε να έχουν και αυτοί την όποια υποχρέωση έναντί τους;
Την κατάλληλη, ωστόσο, ώρα που θα έπρεπε να τεθεί ως ξεχωριστό το θέμα της ανακεφαλαιοποίησης, υπήρξε αδράνεια από πλευράς κυβέρνησης με αποτέλεσμα αυτά τα δέκα δισ. να φορτωθούν στον ίδιο λογαριασμό και το κυπριακό Μνημόνιο να γίνει ακόμη πιο σκληρό και επώδυνο.
Αρα, και οι πολιτικές ευθύνες βοούν και αυτοί που δεν έχουν το θάρρος να τις αναλάβουν μόνο ζημιά στην πατρίδα τους προκαλούν, την οποία, υποτίθεται, πως τάχθηκαν να υπηρετούν…
Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης και διαπλοκή
December 10, 2012
Γράφει ο Ανδρέας Παράσχος
«Αν ζητάς δίκαιη αντιμετώπιση, δεν πρέπει να ασχοληθείς με την πολιτική, αλλά ούτε και με τη δημοσιογραφία», είχε πει ο τέως πρωθυπουργός της Βρετανίας Τζον Μέιτζορ. Και είναι σωστό. Ωστόσο, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ πολιτικής και δημοσιογραφίας οφείλει να είναι διακριτή. Οι μεν πολιτικοί, κατά κανόνα είναι αιρετοί, οι δε δημοσιογράφοι είμαστε μισθωτοί σε επιχειρήσεις ΜΜΕ, αν και μας αρέσει να βαυκαλιζόμαστε αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «τέταρτη εξουσία». Αυτό ισχύει, σε κάποιο βαθμό, σε χώρες με παράδοση στην παιδεία και στη δικαιοσύνη, αλλά ποσώς σε μια χώρα που σταθμεύουμε όλοι πάνω στη διπλή κίτρινη γραμμή…
Αυτή είναι η Κύπρος, δυστυχώς, σε αυτήν ασκούμε το επάγγελμά μας και είναι η ώρα να μιλήσουμε καθαρά, διότι οι περιστάσεις απαιτούν πλέον, από τον καθένα μας, να πάρουμε θέση ή να αλλάξουμε επάγγελμα. Διαφορετικά η ήδη τρωθείσα αξιοπιστία μας, θα πιάσει πάτο –όπως αυτή των πολιτικών– καθώς τα γεγονότα οδηγούν σε σκληρές δοκιμασίες, κυρίως σε δύο επίπεδα. Πρώτο: Σκληρές μέρες για την κοινωνία που νοιώθει ότι της φόρτωσαν το δυσβάσταχτο χρέος του «κόλπο γκρόσο» του πολιτικο-οικονομικού κατεστημένου. Δεύτερο: Η έσχατη δοκιμασία των θεσμών, αφού οι έρευνες για τις ευθύνες των τραπεζών θα πρέπει λογικά να βγάλουν στο φως και περιπτώσεις διαπλοκής με ΜΜΕ. Οι θεσμοί όμως δεν έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία, διότι απέτυχαν παταγωδώς σε δύο περιπτώσεις που δοκιμάστηκαν. Στο ΧΑΚ και στη «Helios», όπου πλήρωσαν τα θύματα. Αντίθετα, οι θύτες αλώβητοι απολαμβάνουν την «ασυλία» της ατιμωρησίας, η οποία είναι σιαμαία της διαπλοκής, σ’ ένα κράτος όπου έγινε καθεστώς η ανισονομία και η ανισοπολιτεία, με αποτέλεσμα η Κυπριακή Δημοκρατία να καταστεί αναξιόπιστη. Αν το απόστημα δεν σπάσει, ουδεμία περίπτωση υπάρχει για προσέλκυση επενδύσεων, για ορθολογιστική διαχείριση του φυσικού πλούτου, γενικώς για ανάπτυξη ώστε να βγούμε από την κρίση. Διότι ουδείς νοήμων επενδυτής θα βάλει τα κεφάλαιά του σε ένα κράτος όπου η δικαιοσύνη είναι δύο ταχυτήτων και η δημοκρατία ανάπηρη. Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία η δημοσιογραφία πρέπει να γίνει προασπιστής του δημόσιου συμφέροντος και συνήγορος της απαίτησης του ανώνυμου πολίτη, ο οποίος καλείται να πληρώσει το μάρμαρο. Η δημοσιογραφία δεν μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί λιπαντικό στη μηχανή της διαπλοκής και λεβιές της οπισθοδρόμησης. Για να μπορεί όμως η δημοσιογραφία να καταστεί προωθητική δύναμη αλλαγής, θα πρέπει να ξεκινήσει με παραδοχές και όχι αναζητώντας άλλοθι. Κι εξηγούμαι. Από τις έρευνες που γίνονται στις τράπεζες σίγουρα θα αποκαλυφθεί μια εικόνα διαπλοκής με ιδιοκτήτες ή μέτοχους ΜΜΕ. Ήδη, ο Δ. Συλλούρης, πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών, στην οποία εξετάζεται η λειτουργία των θεσμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δήλωσε στο ΡΙΚ ότι, «δεν θα διστάσουμε να δούμε θέματα διαπλοκής και με πολιτικούς και με πολιτικά κόμματα και με δημοσιογράφους, και με καναλάρχες και με εκδότες». Παράλληλα ο γ.γ. της ΕΤΥΚ, Λ. Χατζηκωστής, είπε πως δημοσιογράφοι επηρεάζονται από διαφημίσεις και πελατειακές σχέσεις, ότι αποσιωπούν σκάνδαλα των τραπεζών και τους παρουσίασε λίγο πολύ ως υποχείρια ιδιοκτητών ΜΜΕ όπου εργάζονται, προκαλώντας σφοδρή αντίδραση του Δ.Σ. της Ένωσης Συντακτών Κύπρου. Ποιος έχει δίκαιο, θα δούμε στη συνέχεια. Όλες οι τράπεζες, είχαν άμεσες σχέσεις με ιδιοκτήτες ή και μετόχους ΜΜΕ. Όταν μια επιχείρηση ΜΜΕ, ξεκινά την κάθε νέα χρονιά έχοντας διασφαλισμένο διαφημιστικό κονδύλι πέραν του ενός εκατομμυρίου από μία μόνο τράπεζα και τα ανάλογα από τις άλλες, τότε ο καθείς αντιλαμβάνεται ποιος υπαγορεύει τους όρους του παιχνιδιού. Όταν παράλληλα, ΜΜΕ λάμβαναν δάνεια εκατομμυρίων και μεγάλα παρατραβήγματα με «ευκολίες πληρωμής» τότε ποιος δημοσιογράφος μπορούσε να τα βάλει με τις τράπεζες χωρίς να χάσει τη δουλειά του; Υπάρχουν κι άλλα, όπως οδηγίες τραπεζιτών για πιέσεις, π.χ. προς την εποπτική αρχή ή για προστασία της εποπτικής αρχής. Τα είδαμε και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν να συμβαίνουν σε σύμπραξη τραπεζιτών, πολιτικών και ΜΜΕ. Η «δουλειά» από ποιους γινόταν, αν όχι από δημοσιογράφους, αυλικούς του συστήματος ή και αιχμάλωτούς του;… Έχουμε ευθύνη και οι δημοσιογράφοι για την κατάσταση στην πατρίδα μας; Έχουμε. Έχουμε όμως και μια μεγάλη ευκαιρία αποκατάστασης του επαγγελματικού μας κύρους με τη στάση που θα πάρουμε –ο καθένας ξεχωριστά– στα δίσεκτα χρόνια της μνημονιακής εξαθλίωσης. Διότι εμείς εκ των πραγμάτων θα πρέπει να υπερασπιστούμε πλέον την κοινωνία των πολιτών και όχι των πελατών. Μια κοινωνία που δεν της απομένει οτιδήποτε άλλο παρά να αρχίσει να οργανώνεται σε ένα σύστημα αλληλεγγύης, αυτοπροστασίας και προάσπισης του δημόσιου πλούτου και του μέλλοντος των παιδιών της.
*** Ο Ανδρέας Παράσχος είναι διευθυντής της εφημερίδας της Κύπρου «Καθημερινή της Κυριακής»