Προς τη σημερινή συγκυβέρνηση...
Το αφοπλιστικό σχόλιο παλαιού στελέχους της ΝΔ διαψεύδει το μύθο που έχουν καλλιεργήσει υπουργοί και αξιωματούχοι για τους «σκληρούς διαπραγματευτές» των δανειστών τους οποίους «τρέμουν», όπως έγραψε το “Spiegel”
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες οι τίτλοι ειδήσεων έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Είναι η λέξη «τρόικα».
Ο πρώτος είπε: «Νέο ραντεβού με την τρόικα – Έκλεισε η κινητικότητα».
Ο δεύτερος απεκάλυψε: «Δρακόντειοι όροι από την τρόικα για τη ρύθμιση δανείων».
Ο τρίτος έμαθε: «Η τρόικα έβαλε στο μάτι τη μισθοδοσία των παπάδων».
Οι δικοί μας υπογράμμισαν: «Το πολυνομοσχέδιο ετοιμάστηκε από την τρόικα».
Ο δεύτερος απεκάλυψε: «Δρακόντειοι όροι από την τρόικα για τη ρύθμιση δανείων».
Ο τρίτος έμαθε: «Η τρόικα έβαλε στο μάτι τη μισθοδοσία των παπάδων».
Οι δικοί μας υπογράμμισαν: «Το πολυνομοσχέδιο ετοιμάστηκε από την τρόικα».
Τόσο τιτανοτεράστιοι μπορεί να είναι τρεις τύποι που θα τους ζήλευε ο σκόρος από το χρονοντούλαπο της ιστορίας κι φοβόμαστε κάθε αντίδρασή τους; Η απάντηση είναι τόσο απλή, όσο και η ερώτηση: Φυσικά και όχι.
Ο Δανός κ. Πωλ Τόμσεν και οι Γερμανοί συνάδελφοί του κ.κ. Ματίας Μορς και Κλάους Μαζούχ έγιναν φόβητρα για υπουργούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς επειδή το επέτρεψαν οι ηγεσίες των κυβερνήσεων από το 2010 και μετά.
Υπήρξαν πολιτικοί τους οποίους θα χαρακτήριζε κανείς «επαγγελματίες των υποκλίσεων» χωρίς την παραμικρή εμπειρία από το περιβάλλον εργασίας και ευγενούς άμιλλας σε κάποιο σοβαρό ιδιωτικό οργανισμό. Κάποιοι δικοί μας πολιτικοί έχουν συνηθίσει σε συνθήκες αργομισθίας ή αεργίας.
Ποιοι είναι απέναντί τους
Όταν είναι κανείς πολιτικός βουτυρομπεμπές, καταφερτζής συνδικαλιστής, καθηγητής που απέχει από την έδρα ταξιδεύοντας στην αχλή των ιδεών ή δημόσιος υπάλληλος που πληρώνεται ενώ είναι αποσπασμένος σε κάποιο κόμμα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τρεις τεχνοκράτες. Και οι τρεις αγωνίζονται να κερδίσουν το παντεσπάνι τους, έχουν δικαιολογημένες φιλοδοξίες και κυρίως είναι επαγγελματίες.
Όση μούχλα κι αν έχουν στις πεποιθήσεις τους, οι «καμπαλέρος» -όπως τους χαρακτήρισε η κ. Ντόρα Μπακογιάννη- έρχονται να υλοποιήσουν τους στόχους που τους έθεσαν τα αφεντικά τους. Οι δανειστές θέλουν πίσω τα δανεικά και με το παραπάνω, γι’ αυτό είναι εντεταλμένοι και το κάνουν με επιτυχία όπως φαίνεται.
Από την άλλη πλευρά, όταν οι εκπρόσωποι των δανειζομένων (το εγχώριο πολιτικό δυναμικό) δεν γνωρίζουν από διαπραγματεύσεις και πιέσεις είναι λογικό να δίνουν την εικόνα των λίγων, των έντρομων και των διαθέσιμων να λάβουν οποιοδήποτε μέτρο παραβλέποντας το πολιτικό και κοινωνικό κόστος.
Αν δεν συνέβαιναν διάφορα περίεργα διαδοχικά από την εποχή της κυβέρνησης του κ. Γιώργου Παπανδρέου, στη μεταβατική του κ. Λουκά Παπαδήμου και στη σημερινή των κ.κ. Αντώνη Σαμαρά και Ευάγγελου Βενιζέλου δεν θα έγραφε το “Spiegel” για τους «τρεις» που έκαναν την Ελλάδα να τρέμει.
Όταν τα μέλη της τρόικας βλέπουν το πολιτικό συρφετό που ταυτίστηκε κυρίως με την περίοδο διακυβέρνησης του κ. Κώστα Σημίτη να καταλαμβάνουν σημαντικές θέσεις, όπως λ.χ. ο κ. Γιάννης Στουρνάρας, όχι για να θέσουν «κόκκινες γραμμές» στη διαπραγμάτευση αλλά για να λάβουν κατευθύνσεις, δεν είναι λογικό να γίνονται ακόμα πιο απαιτητικοί;
Πώς τους ανέβασε το “Spiegel”
Τον Οκτώβριο του 2012 έγραφε το “Spiegel” για τον κ. Τόμσεν ότι «οι υπουργοί τον φοβούνται καθώς μιλά χωρίς περιστροφές ενώ οι δύο Γερμανοί είναι συνήθως λιγότερο ευθείς».
Ο κ. Τόμσεν φταίει ή οι δικοί μας που δεν διαθέτουν το ηθικό ύψος και το πολιτικό υπόβαθρο να τον βάλουν στη θέση του; Εκτός αν άλλες είναι οι βουλές του «συστήματος Σημίτη».
Μήπως φταίνε οι άλλοι δύο, επειδή υπουργοί όπως ο κατά τα άλλα σεβαστός κ. Αντώνης Μανιτάκης απέδειξαν ότι οι καθηγητές είναι παντελώς ακατάλληλοι (εξαιρουμένων ορισμένων φωτεινών εξαιρέσεων) για να ασκήσουν πολιτική και να παράγουν κυβερνητικό έργο;
Ο καθένας καταλαβαίνει την απάντηση και κυρίως γιατί τελικώς ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς έχει αναλάβει να συσκέπτεται με τους κ.κ. Τόμσεν, Μορς και Μαζούχ για ο,τιδήποτε. Αυτό, ωστόσο είναι και το λάθος.
Πώς τελικά ο πρωθυπουργός έγινε διαπραγματευτής
Η τακτική αυτή αφήνει τη χειρότερη αίσθηση προς την κοινή γνώμη. Πέρα από τον εικονικό κόσμο των κοινωνικών δικτύων στον οποίο εθελοτυφλούν οι «ειδικοί» περί την επικοινωνία, η πραγματικότητα είναι σκληρή και αντικατοπτρίζεται στον τρόπο με τον οποίο αντέδρασαν οι Κρητικοί στην επίσκεψη του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου.
Όταν ο πρωθυπουργός καταλήγει να διαπραγματεύεται με τους εκπροσώπους των δανειστών παρουσία των υπουργών του, η πλειονότητα διαμορφώνει αρνητική στάση έναντι της κυβέρνησης ό,τι κι αν θέλουν να δείξουν ή όπως κι αν θέλουν να πείσουν για το αντίθετο οι δημοσκόποι. Τη θεωρεί κατώτερη των περιστάσεων, κατευθυνόμενη και πολλά άλλα που τα διαβάζουμε καθημερινώς.
Αυτή είναι η πρώτη συνέπεια από τη θεσμική κατάπτωση που συνιστά η αναγκαστική υποβάθμιση του ρόλου ενός πρωθυπουργού απέναντι σε τρεις αδιάφορους τεχνοκράτες, εκπροσώπους των δανειστών. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αναλόγως είχε πράξει ο κ. Γιώργος Παπανδρέου όταν δέχθηκε την τοποθέτηση του Γερμανού υφυπουργού Εργασίας κ. Γιοαχίμ Φούχτελ ως ύπατο παρατηρητή της στρατηγικής για τη διμερή οικονομική συνεργασία μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ξαφνικά ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέτρεψε το πρωτόκολλο και έγινε συνομιλητής ενός υφυπουργού!
Στα ίδια χνάρια βαδίζει σήμερα ο κ. Σαμαράς υποβαθμίζοντας το θεσμικό ρόλο του, ενέργεια που θα συνοδευτεί με την έκπτωση μιας ολόκληρης κυβέρνησης στη συνείδηση του λαού!
Ανυπαρξία αντιστάσεων και από την αντιπολίτευση
Βεβαίως, αν υπήρχε μια σοβαρότερη αντιπολίτευση τα πράγματα ίσως να ήταν καλύτερα. Με όρους απόλυτης δημαγωγίας, η αντιπολίτευση δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις εντυπώσεις που θα αφήσει με τις εκτοξεύσεις ευφυολογημάτων στη Βουλή, με δηλώσεις ή από τηλεοπτικά παράθυρα παρά για το πολιτικό ζητούμενο.
Ακόμα και στην κρισιμότερη στιγμή, όταν κορυφώθηκε η πολιτική κρίση λόγω της ΕΡΤ, η αντιπολίτευση δεν έδειξε να έχει τα κότσια. Την ώρα που κυβερνητικοί παράγοντες διέρρεαν ότι τάχα η τρόικα και η Κομισιόν υπέδειξαν το κλείσιμο της ΕΡΤ και ο κ. Φώτης Κουβέλης έκανε «ηρωϊκή έξοδο», κάποιος που θα ήταν σίγουρος για την πολιτική του δεν θα έκανε πίσω. Στο όνομα της κατάργησης των Μνημονίων και της Τροϊκοκρατίας θα αποφάσιζε πως δεν θα ξαναπατούσε στη Βουλή ούτε καν για τη φαρσοκωμωδία με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και θα εξανάγκαζε την κυβέρνηση σε παραίτηση πολύ πριν καταλάβει η καγκελάριος κ. Άνγκελα Μέρκελ τι συνέβη.
Κανείς δεν τόλμησε, άρα η τρόικα οδηγεί τις εξελίξεις. Μπορεί να ηδονίζονται κάποιοι στους πολιτικούς διαπληκτισμούς αλλά τα λόγια δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τα γεγονότα. Όποιος κι αν είναι πρωθυπουργός από δω και στο εξής είναι αναγκασμένος να κάνει το συνομιλητή της τρόικας και του κ. Φούχτελ ως φύλαρχος ή αρχηγός τριτοκοσμικού κράτους.
Διάβασα πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες στην ανταπόκριση που φιλοξένησε το “Newsbomb.gr” από το Βερολίνο σχετικώς με την προοπτική νέου «κουρέματος» του χρέους. Όποτε κι αν γίνουν εκλογές κι όποιος αν εκλεγεί θα έχει το ρόλο της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» όποτε το θελήσουν οι εκπρόσωποι των δανειστών, όσους λεονταρισμούς κι αν κάνει μπροστά στις κάμερες.
Είχε δίκιο το παραδοσιακό στέλεχος της ΝΔ που συνάντησα τυχαία κοντά στα παλιά γραφεία του κόμματος στη Ρηγίλλης, μετά το γεύμα που παρέθεσε ο κ. Δημήτρης Αβραμόπουλος στους δημοσιογράφους αυτήν την εβδομάδα.
Κατά τη συζήτησή μας τον ρώτησα: «Τι θα έκανε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής αν έπρεπε να μιλήσει με την τρόικα;».
Η απάντηση ήταν αφοπλιστική: «Δεν υπήρχε περίπτωση να τους δεχθεί καν. Θα τους παρέπεμπε στους υπουργούς, οι οποίοι θα έκαναν τη δουλειά τους επειδή δεν θα έτρεμαν την τρόικα αλλά τον Καραμανλή».
Έτσι ξεχωρίζουν οι ηγέτες.