Mε τρία χρόνια καθυστέρηση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναγκάστηκε με βάση τους δικούς του κανόνες να προβεί σε μία λεπτομερέστατη αξιολόγηση του πρώτου ελληνικού μνημονίου.
Βασικό λάθος που αναγνωρίζεται από το Ταμείο είναι η μη έγκαιρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους πριν από την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα χρηματοδότησής του, παρακάμπτοντας ακόμα και τα ίδια τα κριτήρια που προβλέπονταν στον κανονισμό του. Αλλά ταυτόχρονα το Ταμείο υπογραμμίζει ότι δυστυχώς η άποψή του για την ανάγκη κουρέματος του ελληνικού χρέους πριν από την ένταξη σε πρόγραμμά του απορρίφθηκε από τις ελληνικές Αρχές ως ένα red herring, το οποίο ήταν εκτός διαπραγμάτευσης από την ελληνική κυβέρνηση, όπως υπογραμμίζει η έκθεση επικαλούμενο δηλώσεις του κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου το 2010. Η αναδιάρθρωση προτάθηκε από τον τότε γενικό διευθυντή του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν.
Στην ίδια έκθεση το Ταμείο απορρίπτει τους ισχυρισμούς του τότε υπουργού Οικονομικών υπογραμμίζοντας ότι το θέμα της αναδιάρθρωσης τέθηκε ως θέμα στις διαπραγματεύσεις αλλά απορρίφθηκε από την Ευρωζώνη.
Η μη έγκαιρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, και προκειμένου να αποφευχθεί η πτώχευση της Ελλάδας, υπαγόρευσε ένα πρόγραμμα αυστηρής λιτότητας που παρεμπόδισε, όπως αναφέρεται στην έκθεση, την ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή και τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα επέτρεψε σε πολλούς ιδιώτες πιστωτές να δραπετεύσουν από τα ελληνικά ομόλογα.
Εκθεση
Επίσης υπογραμμίζεται στην έκθεση ότι στην πραγματικότητα, ενώ πολλοί παρατηρητές και έγκυροι αναλυτές επεσήμαναν την εποχή εκείνη ότι «το Πρόγραμμα δεν πρόκειται να βγει χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους», η Ευρωζώνη αρνήθηκε την αναδιάρθρωση, ενώ λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβρη του 2010, αποφάσισαν στην Ντοβίλ της Γαλλίας ότι θα επιτρέπεται από το 2013 η αναδιάρθρωση σε χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα μέσα στην Ευρωζώνη.
Το ΔΝΤ δεν παραλείπει να καυτηριάζει τη μικρή περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής που επέβαλε η Ευρωζώνη στην Ελλάδα. Και αυτό για να μην επιβαρυνθούν οι Ευρωπαίοι με περισσότερη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος.
Σε ό,τι αφορά την ευθύνη της Ελλάδας, οι αναλυτές του ΔΝΤ στο ειδικό παράρτημα της έκθεσης αναφέρουν ότι τόσο η χώρα μας όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι εναντιώθηκαν στην αναδιάρθρωση του χρέους για λόγους εσωτερικού πολιτικού κόστους, καθώς επίσης και τις επιπτώσεις που θα είχε στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Βεβαίως το Ταμείο, από την πλευρά του, ευθύνεται για τις λανθασμένες προβλέψεις του με βάση τον γνωστό πολλαπλασιαστή όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
Αλλά το Ταμείο περιορίζει την ευθύνη του λέγοντας ότι κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει το βάθος της ύφεσης. Υπήρχαν βέβαια σημαντικά ρίσκα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του προγράμματος από τις ελληνικές Αρχές και την πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα. Αλλά ταυτόχρονα επισημαίνει ότι οι πολλαπλασιαστές, πάνω στους οποίους στηρίχθηκε, ήταν λανθασμένοι.
Επίσης, το Ταμείο επιβεβαιώνει ότι θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση των δαπανών παρά στην αύξηση της φορολογίας που ήταν υπέρμετρη. Το Ταμείο δεν παραλείπει να ασκήσει κριτική στην Ευρωζώνη για τα υψηλά επιτόκια με τα οποία χρηματοδότησε την Ελλάδα στο πρώτο πρόγραμμα και τα οποία δεν βοήθησαν στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι και επισήμως πλέον αναγνωρίζεται για πρώτη φορά από το Ταμείο ότι το μνημόνιο ήταν ένα μέσο να μετατραπεί το χρέος της Ελλάδας προς τους ιδιώτες σε χρέος προς κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.
Οπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Παναγιώτης Ρουμελιώτης, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών χωρών στο Δ.Σ. του Ταμείου στις 9 Μαΐου το 2010 ότι οι τράπεζές τους που είχαν στην κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου δεν θα προσπαθούσαν να τα ρευστοποιήσουν ώστε να περιορίσουν τις απώλειές τους από μία ενδεχόμενη μελλοντική αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας, συνέβη ακριβώς το αντίθετο.
Από τον Μάιο του 2010 (και ενώ ο Ντομινίκ Στρος Καν πίεζε τον κ. Παπανδρέου να ζητήσει την αναδιάρθρωση του χρέους, κάτι το οποίο βεβαίως δεν έπραξε), οι ξένες τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα μόλις στα 38 δισ. περιορίζοντας έτσι τις ζημίες τους μόλις στα 20 δισ. ευρώ μετά το κούρεμα. Αντίθετα οι ελληνικές τράπεζες που διατήρησαν και αύξησαν την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα έχασαν περίπου 22 δισ. ευρώ.
Οπως επισημαίνεται στην έκθεση της Citigroup, που δημοσιεύθηκε λίγες ημέρες πριν από την ένταξη της Ελλάδας στο πρώτο μνημόνιο, εάν η αναδιάρθρωση του χρέους γινόταν τον Μάιο του 2010 το ποσοστό κουρέματος δεν θα ξεπερνούσε το 30% (έναντι 53% που αποφασίστηκε 18 μήνες αργότερα) και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα μειωνόταν στο 78% του ΑΕΠ, δηλαδή θα έφτανε τον μέσο όρο της Ευρωζώνης το 2009.
Προειδοποιήσεις
Η Citigroup προειδοποιούσε ότι όσο καθυστερεί η αναδιάρθρωση τόσο μεγαλύτερο ποσοστό κουρέματος θα απαιτούνταν. Επιπλέον, το ΔΝΤ αναγνωρίζει και σήμερα επισήμως ότι εξαιτίας της καθυστέρησης αυτής το ελληνικό Δημόσιο δανείστηκε πολύ περισσότερους πόρους για να καλύψει τις μεγαλύτερες κεφαλαιακές απώλειες των ελληνικών τραπεζών από το κούρεμα (50 δισ.).
Η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλη χώρα στον κόσμο, είχε το δικαίωμα να προβεί στην αναδιάρθρωση του χρέους της, δικαίωμα το οποίο δεν το άσκησε παρά το γεγονός ότι είχε την ισχυρότατη υποστήριξη του Στρος Καν με τη δικαιολογία ότι μια τέτοια κίνηση θα επέφερε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.
Οπως είχε δηλώσει ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Τζούλιο Τρεμόντι, «το 1953 η Ελλάδα, μαζί με όλες τις άλλες χώρες, υπέγραψε συνθήκη αναδιάρθρωσης του γερμανικού χρέους. Τι άλλαξε από τότε; Ο καγκελάριος Αντενόαυερ έλεγε ότι πρώτα έρχεται η Ευρώπη και ύστερα η Γερμανία, πρώτα η Ενωση και ύστερα το κράτος-έθνος. Αυτή η λογική ίσως να μπορούσε να εφαρμοστεί σήμερα με χρήσιμο τρόπο για την Ελλάδα». Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αυτό για να προστατεύσουν τα στενά κερδοσκοπικά συμφέροντα των τραπεζών τους.
Το βασικό ερώτημα που τίθεται έπειτα απ' όλα αυτά είναι γιατί ο κ. Παπανδρέου και η κυβέρνησή του δεν αξιοποίησε τη θετική στάση του τότε γενικού διευθυντή του ΔΝΤ και την παρότρυνσή του να γίνει άμεσα η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ο κ. Στρος Καν θεωρούσε ότι η Ευρωζώνη ζητούσε από την Ελλάδα να αποδεχθεί αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης από εκείνους που συνήθως επιβάλλει το ΔΝΤ σε χώρες που ζητούν τη συνδρομή του. Συγκεκριμένα, ο Στρος Καν θεωρούσε το επιτόκιο 5% που ζητούσαν οι Ευρωπαίοι υπερβολικά υψηλό, πράγμα που θα επιβάρυνε την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και θα έθετε εκτός τροχιάς τη βιωσιμότητα του χρέους.
Είπε επίσης ότι η περίοδος της προσαρμογής θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη (όπως τελικά έγινε μετά περίπου εννέα μήνες) ώστε η Ελλάδα να μπορούσε να αντεπεξέλθει στις δανειακές της υποχρεώσεις.
Στο παρασκήνιο Ο Στρος Καν επέμενε, ο Γιώργος δεν άκουγε
Ο πρωην επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, θεωρούσε εξαιρετικά αναγκαίο η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους να μην καθυστερήσει πέρα από τον Σεπτέμβριο του 2010, κάτι το οποίο μετέφερε επανειλημμένως στον ίδιο τον κ. Παπανδρέου ως μήνυμα του Στρος Καν ο τότε αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ. Αλλά και ο ίδιος ο Στρος Καν επανειλημμένως είχε την ευκαιρία σε τηλεφωνικές και προσωπικές επαφές να ενημερώσει τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας για την ανάγκη αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Το πρόβλημα της αναδιάρθρωσης δεν ανέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία. Ηταν γνωστό σε όλους από την αρχή, ενώ στις συζητήσεις για την έγκριση του πρώτου μνημονίου στο Δ.Σ. του Ταμείου πολλές χώρες επεσήμαναν ότι το Πρόγραμμα αυτό περιείχε πολλούς κινδύνους και δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το τεράστιο βάρος του δημόσιου χρέους.
Το ίδιο το Ταμείο, όπως αναφέρεται και στην πρόσφατη έκθεσή του, παρέκαμψε 3 από τα 4 κριτήρια ένταξης χωρών στο Πρόγραμμά του για να χρηματοδότησει την Ελλάδα και συγκεκριμένα το κριτήριο για τη βιωσιμότητα του χρέους, το κριτήριο ότι η Ελλάδα θα επανερχόταν στις αγορές σύντομα και το κριτήριο της εξασφάλισης επαρκούς χρηματοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους σε περίπτωση μη ένταξης της Ελλάδας στις αγορές.
Ο μη σεβασμός αυτών των τριών κριτηρίων πυροδότησε τις έντονες αντιδράσεις των αναδυόμενων χωρών-μελών του ΔΝΤ οι οποίες κατηγόρησαν ευθέως τους Ευρωπαίους ότι ήθελαν να χρησιμοποιήσουν το Ταμείο για να καλύψουν τις δικές τους ανεπάρκειες.
Ομως, το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να καταστραφεί οικονομικά. Καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν είχε τέτοια συρρίκνωση του πλούτου μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου δεν έχει αυξηθεί τόσο πολύ το ποσοστό ανεργίας σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Η αποκατάσταση αυτής της ζημιάς θα απαιτήσει πολλά χρόνια, αν όλα πάνε καλά.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
www.ethnos.gr
http://epanastasi-gr.blogspot.com/2013/06/blog-post_1876.html?spref=fb
Η έκθεση αυτή που συντάχθηκε από ανεξάρτητους αξιολογητές του Ταμείου βεβαιώνει με αμείλικτα επιχειρήματα όσα εδώ και πολλούς μήνες είχαμε επισημάνει από τις ανεπίσημες συζητήσεις που είχαμε με πολλούς αξιωματούχους του ΔΝΤ και ξεσκεπάζει αυτούς που στάθηκαν εμπόδιο στην προώθηση λύσεων και μέτρων που θα απέτρεπαν την καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και συγκεκριμένα την παρατεταμένη βαθιά ύφεση και την εκτόξευση της ανεργίας...
Βασικό λάθος που αναγνωρίζεται από το Ταμείο είναι η μη έγκαιρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους πριν από την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα χρηματοδότησής του, παρακάμπτοντας ακόμα και τα ίδια τα κριτήρια που προβλέπονταν στον κανονισμό του. Αλλά ταυτόχρονα το Ταμείο υπογραμμίζει ότι δυστυχώς η άποψή του για την ανάγκη κουρέματος του ελληνικού χρέους πριν από την ένταξη σε πρόγραμμά του απορρίφθηκε από τις ελληνικές Αρχές ως ένα red herring, το οποίο ήταν εκτός διαπραγμάτευσης από την ελληνική κυβέρνηση, όπως υπογραμμίζει η έκθεση επικαλούμενο δηλώσεις του κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου το 2010. Η αναδιάρθρωση προτάθηκε από τον τότε γενικό διευθυντή του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν.
Στην ίδια έκθεση το Ταμείο απορρίπτει τους ισχυρισμούς του τότε υπουργού Οικονομικών υπογραμμίζοντας ότι το θέμα της αναδιάρθρωσης τέθηκε ως θέμα στις διαπραγματεύσεις αλλά απορρίφθηκε από την Ευρωζώνη.
Η μη έγκαιρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, και προκειμένου να αποφευχθεί η πτώχευση της Ελλάδας, υπαγόρευσε ένα πρόγραμμα αυστηρής λιτότητας που παρεμπόδισε, όπως αναφέρεται στην έκθεση, την ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή και τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα επέτρεψε σε πολλούς ιδιώτες πιστωτές να δραπετεύσουν από τα ελληνικά ομόλογα.
Εκθεση
Επίσης υπογραμμίζεται στην έκθεση ότι στην πραγματικότητα, ενώ πολλοί παρατηρητές και έγκυροι αναλυτές επεσήμαναν την εποχή εκείνη ότι «το Πρόγραμμα δεν πρόκειται να βγει χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους», η Ευρωζώνη αρνήθηκε την αναδιάρθρωση, ενώ λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβρη του 2010, αποφάσισαν στην Ντοβίλ της Γαλλίας ότι θα επιτρέπεται από το 2013 η αναδιάρθρωση σε χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα μέσα στην Ευρωζώνη.
Το ΔΝΤ δεν παραλείπει να καυτηριάζει τη μικρή περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής που επέβαλε η Ευρωζώνη στην Ελλάδα. Και αυτό για να μην επιβαρυνθούν οι Ευρωπαίοι με περισσότερη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος.
Σε ό,τι αφορά την ευθύνη της Ελλάδας, οι αναλυτές του ΔΝΤ στο ειδικό παράρτημα της έκθεσης αναφέρουν ότι τόσο η χώρα μας όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι εναντιώθηκαν στην αναδιάρθρωση του χρέους για λόγους εσωτερικού πολιτικού κόστους, καθώς επίσης και τις επιπτώσεις που θα είχε στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Βεβαίως το Ταμείο, από την πλευρά του, ευθύνεται για τις λανθασμένες προβλέψεις του με βάση τον γνωστό πολλαπλασιαστή όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
Αλλά το Ταμείο περιορίζει την ευθύνη του λέγοντας ότι κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει το βάθος της ύφεσης. Υπήρχαν βέβαια σημαντικά ρίσκα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του προγράμματος από τις ελληνικές Αρχές και την πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα. Αλλά ταυτόχρονα επισημαίνει ότι οι πολλαπλασιαστές, πάνω στους οποίους στηρίχθηκε, ήταν λανθασμένοι.
Επίσης, το Ταμείο επιβεβαιώνει ότι θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση των δαπανών παρά στην αύξηση της φορολογίας που ήταν υπέρμετρη. Το Ταμείο δεν παραλείπει να ασκήσει κριτική στην Ευρωζώνη για τα υψηλά επιτόκια με τα οποία χρηματοδότησε την Ελλάδα στο πρώτο πρόγραμμα και τα οποία δεν βοήθησαν στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι και επισήμως πλέον αναγνωρίζεται για πρώτη φορά από το Ταμείο ότι το μνημόνιο ήταν ένα μέσο να μετατραπεί το χρέος της Ελλάδας προς τους ιδιώτες σε χρέος προς κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.
Οπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Παναγιώτης Ρουμελιώτης, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών χωρών στο Δ.Σ. του Ταμείου στις 9 Μαΐου το 2010 ότι οι τράπεζές τους που είχαν στην κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου δεν θα προσπαθούσαν να τα ρευστοποιήσουν ώστε να περιορίσουν τις απώλειές τους από μία ενδεχόμενη μελλοντική αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας, συνέβη ακριβώς το αντίθετο.
Από τον Μάιο του 2010 (και ενώ ο Ντομινίκ Στρος Καν πίεζε τον κ. Παπανδρέου να ζητήσει την αναδιάρθρωση του χρέους, κάτι το οποίο βεβαίως δεν έπραξε), οι ξένες τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα μόλις στα 38 δισ. περιορίζοντας έτσι τις ζημίες τους μόλις στα 20 δισ. ευρώ μετά το κούρεμα. Αντίθετα οι ελληνικές τράπεζες που διατήρησαν και αύξησαν την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα έχασαν περίπου 22 δισ. ευρώ.
Οπως επισημαίνεται στην έκθεση της Citigroup, που δημοσιεύθηκε λίγες ημέρες πριν από την ένταξη της Ελλάδας στο πρώτο μνημόνιο, εάν η αναδιάρθρωση του χρέους γινόταν τον Μάιο του 2010 το ποσοστό κουρέματος δεν θα ξεπερνούσε το 30% (έναντι 53% που αποφασίστηκε 18 μήνες αργότερα) και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα μειωνόταν στο 78% του ΑΕΠ, δηλαδή θα έφτανε τον μέσο όρο της Ευρωζώνης το 2009.
Προειδοποιήσεις
Η Citigroup προειδοποιούσε ότι όσο καθυστερεί η αναδιάρθρωση τόσο μεγαλύτερο ποσοστό κουρέματος θα απαιτούνταν. Επιπλέον, το ΔΝΤ αναγνωρίζει και σήμερα επισήμως ότι εξαιτίας της καθυστέρησης αυτής το ελληνικό Δημόσιο δανείστηκε πολύ περισσότερους πόρους για να καλύψει τις μεγαλύτερες κεφαλαιακές απώλειες των ελληνικών τραπεζών από το κούρεμα (50 δισ.).
Η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλη χώρα στον κόσμο, είχε το δικαίωμα να προβεί στην αναδιάρθρωση του χρέους της, δικαίωμα το οποίο δεν το άσκησε παρά το γεγονός ότι είχε την ισχυρότατη υποστήριξη του Στρος Καν με τη δικαιολογία ότι μια τέτοια κίνηση θα επέφερε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.
Οπως είχε δηλώσει ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Τζούλιο Τρεμόντι, «το 1953 η Ελλάδα, μαζί με όλες τις άλλες χώρες, υπέγραψε συνθήκη αναδιάρθρωσης του γερμανικού χρέους. Τι άλλαξε από τότε; Ο καγκελάριος Αντενόαυερ έλεγε ότι πρώτα έρχεται η Ευρώπη και ύστερα η Γερμανία, πρώτα η Ενωση και ύστερα το κράτος-έθνος. Αυτή η λογική ίσως να μπορούσε να εφαρμοστεί σήμερα με χρήσιμο τρόπο για την Ελλάδα». Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αυτό για να προστατεύσουν τα στενά κερδοσκοπικά συμφέροντα των τραπεζών τους.
Το βασικό ερώτημα που τίθεται έπειτα απ' όλα αυτά είναι γιατί ο κ. Παπανδρέου και η κυβέρνησή του δεν αξιοποίησε τη θετική στάση του τότε γενικού διευθυντή του ΔΝΤ και την παρότρυνσή του να γίνει άμεσα η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ο κ. Στρος Καν θεωρούσε ότι η Ευρωζώνη ζητούσε από την Ελλάδα να αποδεχθεί αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης από εκείνους που συνήθως επιβάλλει το ΔΝΤ σε χώρες που ζητούν τη συνδρομή του. Συγκεκριμένα, ο Στρος Καν θεωρούσε το επιτόκιο 5% που ζητούσαν οι Ευρωπαίοι υπερβολικά υψηλό, πράγμα που θα επιβάρυνε την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και θα έθετε εκτός τροχιάς τη βιωσιμότητα του χρέους.
Είπε επίσης ότι η περίοδος της προσαρμογής θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη (όπως τελικά έγινε μετά περίπου εννέα μήνες) ώστε η Ελλάδα να μπορούσε να αντεπεξέλθει στις δανειακές της υποχρεώσεις.
Στο παρασκήνιο Ο Στρος Καν επέμενε, ο Γιώργος δεν άκουγε
Ο πρωην επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, θεωρούσε εξαιρετικά αναγκαίο η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους να μην καθυστερήσει πέρα από τον Σεπτέμβριο του 2010, κάτι το οποίο μετέφερε επανειλημμένως στον ίδιο τον κ. Παπανδρέου ως μήνυμα του Στρος Καν ο τότε αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ. Αλλά και ο ίδιος ο Στρος Καν επανειλημμένως είχε την ευκαιρία σε τηλεφωνικές και προσωπικές επαφές να ενημερώσει τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας για την ανάγκη αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Το πρόβλημα της αναδιάρθρωσης δεν ανέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία. Ηταν γνωστό σε όλους από την αρχή, ενώ στις συζητήσεις για την έγκριση του πρώτου μνημονίου στο Δ.Σ. του Ταμείου πολλές χώρες επεσήμαναν ότι το Πρόγραμμα αυτό περιείχε πολλούς κινδύνους και δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το τεράστιο βάρος του δημόσιου χρέους.
Το ίδιο το Ταμείο, όπως αναφέρεται και στην πρόσφατη έκθεσή του, παρέκαμψε 3 από τα 4 κριτήρια ένταξης χωρών στο Πρόγραμμά του για να χρηματοδότησει την Ελλάδα και συγκεκριμένα το κριτήριο για τη βιωσιμότητα του χρέους, το κριτήριο ότι η Ελλάδα θα επανερχόταν στις αγορές σύντομα και το κριτήριο της εξασφάλισης επαρκούς χρηματοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους σε περίπτωση μη ένταξης της Ελλάδας στις αγορές.
Ο μη σεβασμός αυτών των τριών κριτηρίων πυροδότησε τις έντονες αντιδράσεις των αναδυόμενων χωρών-μελών του ΔΝΤ οι οποίες κατηγόρησαν ευθέως τους Ευρωπαίους ότι ήθελαν να χρησιμοποιήσουν το Ταμείο για να καλύψουν τις δικές τους ανεπάρκειες.
Ομως, το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να καταστραφεί οικονομικά. Καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν είχε τέτοια συρρίκνωση του πλούτου μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου δεν έχει αυξηθεί τόσο πολύ το ποσοστό ανεργίας σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Η αποκατάσταση αυτής της ζημιάς θα απαιτήσει πολλά χρόνια, αν όλα πάνε καλά.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
www.ethnos.gr
http://epanastasi-gr.blogspot.com/2013/06/blog-post_1876.html?spref=fb